Επιμέλεια: Άντζελα Πεΐτση

«Για εμάς, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν πάνω από όλα ο πατέρας, ο παππούς και ο προπάππους. Δεν είναι εύκολο για μια οικογένεια να πενθήσει σε δημόσια θέα. Έχει μεγάλη σημασία η εκτίμηση των πολιτών στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και η αναγνώριση της αξίας του από το σύνολο του πολιτικού κόσμου, ιδίως δε από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Επιπροθέτως, γιατί στη μακρά πολιτική του διαδρομή, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν επεδίωξε τη δημοφιλία αλλά το σεβασμό του ελληνικού λαού», υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης, στην ειδική συνεδρίαση της Βουλής, προς τιμή της μνήμης του τέως Πρωθυπουργού και Επιτίμου Προέδρου της ΝΔ, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Και συνεχίζοντας ανέφερε χαρακτηριστικά: «Μετά από σταδιοδρομία πολλών δεκαετιών το πέτυχε, αφού απόλυτος και δίκαιος κριτής είναι πάντα ο χρόνος. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν έψαχνε το χειροκρότημα, ήθελε όμως την αναγνώριση των επιχειρημάτων του. Έχοντας ζήσει οδυνηρούς διχασμούς, επεδίωκε πάντα τη σύνθεση. Έχοντας αντιμετωπίσει έντονα πάθη, αναζητούσε τη μετριοπάθεια. Απευθυνόταν περισσότερο στη λογική και λιγότερο στο θυμικό. Ήξερε ότι το να κολακεύεις την κοινή γνώμη δεν σημαίνει πως ηγείσαι. Στο νου του, ηγέτης είναι αυτός που μπορεί, όταν πρέπει, να πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα. Να βλέπει μακριά. Να διακρίνει αυτό που είναι ουσιώδες και κρίσιμο πίσω και πέρα από τις έριδες και τις αντιπαραθέσεις της στιγμής».

Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε πως ο τέως πρωθυπουργός και επίτιμος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επέδειξε καθ’ όλη τη διάρκεια της πολυτάραχης πολιτικής του σταδιοδρομίας, τη γενναιότητα και την αφοπλιστική συνέπεια στις πρωταρχικές του αξίες, οι οποίες έμειναν αναλλοίωτες.

Ο Πρόεδρος της ΝΔ, μετέφερε αυτολεξεί στη Βουλή τα λόγια του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, που είχε πει σε μία από τις τελευταίες του, συνεντεύξεις: «Ξεκίνησα φιλελεύθερος και τερματίζω φιλελεύθερος. Δεν συμβιβάστηκα ποτέ μου και δεν κορόιδεψα ποτέ, και για αυτό πιστεύω πως ήρεμα αντιμετωπίζω την κρίση της ιστορία».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Και υπογράμμισε: «Τα λόγια του αυτά είναι ίσως ο καθρέφτης της γενναιόδωρης αναγνώρισης με την οποία τον αποχαιρέτισε η ελληνική κοινωνία. Μια κοινωνία που στάθηκε ενίοτε σκληρά απέναντι στα λάθη του. Αλλά που τον χαιρέτισε με μια ζεστασιά που αναδύθηκε από το βυθό της κρίσης ως αυθόρμητη αναγνώριση της συνέπειας λόγων και έργων και, τελικά, της διορατικότητάς του. Αλλά ταυτόχρονα και ως ένδειξη της αυτογνωσίας του ελληνικού λαού που ενισχύθηκε μέσα από τη δοκιμασία του. Μιας κοινωνίας που τίμησε μια πολιτική διαδρομή επτά δεκαετιών η οποία ξεκίνησε στην Αντίσταση κατά της Γερμανικής Κατοχής και τέλειωσε δύο εβδομάδες πριν πεθάνει. Όταν έδωσε την τελευταία του, αδημοσίευτη ακόμα, συνέντευξη και στάθηκε ιδιαίτερα στη σημασία που αποδίδει στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της αγαπημένης του Κρήτης».

Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε πως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ταυτίστηκε ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο πολιτικό, με το Ελληνικό Κοινοβούλιο. «Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής το 1946 και υπηρέτησε το Κοινοβούλιο ως το 2004. Μίλησε στην Ολομέλεια 824 φορές και έκανε αναρίθμητες παρεμβάσεις στις κοινοβουλευτικές επιτροπές. Περισσότερη ίσως σημασία από αυτά που είπε στη Βουλή, έχει η στάση του απέναντι στον Κοινοβουλευτισμό που είναι, βεβαίως, αναπόσπαστο στοιχείο του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ερχόταν στη Βουλή πρώτος και έφευγε τελευταίος», επεσήμανε και συνέχισε:

«Δεν ήταν λίγες οι φορές που, στην έσχατη θητεία του, όταν είχε πλέον ξεπεράσει το 85ο έτος, ήταν μόνος εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας στην αίθουσα. Άκουγε πάντα με προσοχή όλους τους ομιλητές. Και η αναγνώρισή του, την οποία μοίραζε απλόχερα, γέμιζε ικανοποίηση τον καθένα. Η συμβουλή του προς νεότερους βουλευτές ήταν απλή», είπε ο κ. Μητσοτάκης και μετέφερε τα λόγια του Επιτίμου: «Να ακούτε όλους τους ομιλητές. Να μην έρχεστε στη Βουλή μόνο όταν είναι να μιλήσετε εσείς. Όλο και κάτι θα μάθετε ακούοντας».

Ο Πρόεδρος της ΝΔ, συνέχισε την ομιλία του, λέγοντας: «Ο ίδιος εξέφραζε συχνά τα παράπονα του για την υποβάθμιση του ρόλου του απλού βουλευτή και για τη χειραγώγηση της νομοθετικής εξουσίας από την εκτελεστική εξουσία. Αλλά, ως συνήθως, δεν είχε αυταπάτες. Σε όσους του εξέφραζαν δυσφορία για την υποβάθμιση της ποιότητας των βουλευτών, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υπενθύμιζε ότι οι βουλευτές δεν διορίζονται αλλά εκλέγονται από τον λαό. Γιατί ο λαός σε μια δημοκρατία δεν είναι ποτέ άμοιρος των δικών του ευθυνών».

Ο τέως Πρωθυπουργός «παρέμεινε πάντα στην καρδιά του πάντα βουλευτής Χανίων», είπε χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος της ΝΔ και ανάφερε πως προσέφερε πολλά στον τόπο του αλλά δεν πικράθηκε όταν ο τόπος του δεν του ανταπέδιδε πάντα την δική του αγάπη.

»Είχε όμως πολλούς αφοσιωμένους φίλους που δεν τον εγκατέλειψαν ποτέ. Ήταν αυτοί που το 1977 τον έβγαλαν ξανά βουλευτή, όταν όλοι σχεδόν είχαν προεξοφλήσει το τέλος του στην πολιτική. Ομολογουμένως, στη δημόσια διαδρομή του, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πέρασε δια πυρός και σιδήρου. Πολλοί θα είχαν γονατίσει. Αλλά ο ίδιος είχε μέσα του ξεχωριστό μέταλλο», επεσήμανε ο κ. Μητσοτάκης.

Και υπογράμμισε: «Η ένταξη του στη Νέα Δημοκρατία του επέτρεψε να ανέβει πάλι στην κορυφή. Και να επιτύχει τη μεγάλη σύνθεση της κεντροδεξιάς παράταξης, αμβλύνοντας τους προδικτατορικούς διχασμούς. Οδήγησε τη Νέα Δημοκρατία σε τρεις συνεχόμενες εκλογικές νίκες και στο πρωτοφανές ποσοστό του 47%. Το πέτυχε χωρίς να λαϊκίσει και χωρίς να αναλάβει δεσμεύσεις που ήξερε ότι δεν θα μπορούσε να τηρήσει. Με μια ξεκάθαρη φιλελεύθερη, κεντρώα, μεταρρυθμιστική ατζέντα».

«Αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες κι έναν μεγάλο πολιτικό αντίπαλο. Πολλές δεκαετίες πριν τα σημερινά fake news, υπέστη την πολιτική δυσφήμιση του “Αυριανιασμού” που, πλαστογραφώντας την Ιστορία, τον εμφάνισε ως και συνεργάτη των Ναζί. Το ένστικτό του ήταν να αντισταθεί στην όξυνση και όχι να την τροφοδοτήσει. Αν δεν το κατάφερε πάντα, ήταν γιατί τα πάθη και η πόλωση της εποχής εκείνης βγήκαν, σε κάποιες φάσεις, εκτός ελέγχου», σημείωσε ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Ο κ. Μητσοτάκης κατά την διάρκεια της ομιλίας του, δήλωσε πως κορυφαία κοινοβουλευτική στιγμή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ήταν μια ομιλία ενός λεπτού, αναφερόμενος στη ομιλία του Επιτίμου μετά τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη. «Τότε συγκράτησε τα δάκρυά του, επέβαλε το θεσμικό του ρόλο στην απέραντη προσωπική του οδύνη, και ζήτησε αυτοσυγκράτηση και τήρηση των κανόνων της Δημοκρατίας…».

«Η συμβολή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην οριστική συμφιλίωση των Ελλήνων, στην άρση των διαχωριστικών γραμμών του εμφυλίου πολέμου και στο οριστικό τέλος του αντιδεξιού συνδρόμου ήταν καθοριστική. Αναμφίβολα μαζί με τη συνδρομή των ιστορικών ηγετών της Αριστεράς, Χαρίλαου Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκου. Τον Απρίλιο του 1990 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης βρέθηκε επικεφαλής μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας 151 βουλευτών. Προς στιγμήν σκέφτηκε να πάει σε τέταρτες εκλογές με άλλο εκλογικό νόμο ώστε να έχει άνετη πλειοψηφία. Δεν το έκανε γιατί πείστηκε ότι δεν αλλάζεις τους κανόνες του εκλογικού παιχνιδιού ανάλογα με την πολιτική συγκυρία. Υπέταξε το κομματικό συμφέρον στην προσήλωσή του στη θεσμική σταθερότητα», υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

Παράλληλα, υπενθύμισε πως η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη παρέλαβε τη χώρα σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία: «Τη δεκαετία του 1980 επελέγη η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου μέσω αύξησης του δημοσίου χρέους, δηλαδή με ελλείμματα που χρηματοδοτούσαν καταναλωτικές δαπάνες. Το ασφαλιστικό σύστημα βρέθηκε στα όριά του. Ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της οικονομίας από το κράτος υπονόμευε την ανταγωνιστικότητά της. Ασφαλώς και δεν είμαι εγώ ο πλέον αντικειμενικός κριτής του έργου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ως πρωθυπουργού».

Και χαρακτηριστικά επεσήμανε: «Πιστεύω όμως ότι τρία σημαντικά επιτεύγματά του δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. Πρώτον, η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας. Δεύτερον, η προώθηση τολμηρών μεταρρυθμίσεων. Και τρίτον, η βελτίωση της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας. Μια σφικτή δημοσιονομική πολιτική οδήγησε στη σημαντική μείωση των ελλειμμάτων και στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος το 1993 για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια. Ο πληθωρισμός μειώθηκε από το 20% στο 14% και η συναλλαγματική σταθερότητα αποκαταστάθηκε. Αυτό έγινε χωρίς να βουλιάξει η οικονομία σε ύφεση. Χρήσιμο μάθημα για σήμερα».

Ταυτόχρονα, αναφέρθηκε στο μέτωπο των διαρθρωτικών αλλαγών:

• Για πρώτη φορά είχε εκλεγεί κυβέρνηση που πίστευε στη δύναμη του ιδιωτικού τομέα και στην ανάγκη απελευθέρωσης της παραγωγικής οικονομίας από τα δεσμά του κράτους.
• Αγορές άνοιξαν, το τραπεζικό σύστημα απελευθερώθηκε και στρώθηκε το έδαφος για την προσέλκυση σημαντικών ξένων επενδύσεων σε πολλούς τομείς της οικονομίας.
• Όλα τα μεγάλα έργα που σήμερα απολαμβάνουν οι Έλληνες πολίτες, από το Μετρό της Αθήνας ως το “Ελευθέριος Βενιζέλος”, κι από την Εγνατία ως την Αττική Οδό δρομολογήθηκαν από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
• Η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού έδωσε στο σύστημα είκοσι χρόνια ζωής.
• Η μείωση της συμμετοχής του κράτους στην οικονομική δραστηριότητα επανακαθόρισε με τρόπο τολμηρό τα όρια της κρατικής παρέμβασης και τη σχέση μεταξύ της δημόσιας και της ιδιωτικής σφαίρας.

Και ανέφερε χαρακτηριστικά: «Όλα αυτά έγιναν εν μέσω μεγάλων εντάσεων. Η ελληνική κοινωνία δεν ήταν έτοιμη να αποτάξει τα προνόμια του πελατειακού κράτους προς όφελος ενός ευρύτερου καλού, που έμοιαζε αφηρημένο. Το έδαφος όμως οργώθηκε και αρκετές από τις πολιτικές του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη συνεχίστηκαν, αν και χωρίς τυμπανοκρουσίες, από επόμενες κυβερνήσεις. Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, η Ελλάδα ισορρόπησε σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον. Αναγνώρισε το Ισραήλ χωρίς να διαταράξει τις σχέσεις της με τον Αραβικό κόσμο. Βελτίωσε εντυπωσιακά τις σχέσεις με τις ΗΠΑ ενώ έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης με τη συνθήκη του Μάαστριχτ. Η Ελλάδα υπήρξε παράγων περιφερειακής σταθερότητας σε μια εποχή που τα Βαλκάνια φλέγονταν».

«Και βέβαια, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συνέβαλε στην προώθηση της ελληνοτουρκικής φιλίας. Πίστευε ακράδαντα ότι είμαστε καταδικασμένοι από τη γεωγραφία μας να λύνουμε τις διαφορές μας τους γείτονές μας. Επίσης, αγωνίστηκε για πολλές δεκαετίες για μια δίκαιη και βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού. Επέδειξε εθνική αυτοπεποίθηση, όχι όμως υπεροψία. Και είχε τη σοφία να γνωρίζει ότι η αποτελεσματική εξωτερική πολιτική δεν ασκείται εις τέρψιν της εγχώριας εκλογικής πελατείας. Ουδείς γνωρίζει ποια θα ήταν η πορεία της χώρας αν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε κυβερνήσει περισσότερο χρόνο την Ελλάδα», υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και επανέλαβε μία φράση από τον επικήδειο που εκφώνησε στη Μητρόπολη για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη: «Ο ίδιος είχε απόλυτη επίγνωση ότι η Ιστορία δεν γράφεται με “Αν”», υπογράμμισε ο Πρόεδρος της ΝΔ, .

Ο κ. Μητσοτάκης, ανέφερε πως για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, η ήττα στις εκλογές του 1993 σήμαινε και το τέρμα της διαδρομής του ως αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας: «Όταν τον ρώτησα μια φορά γιατί παραιτήθηκε εκείνο το βράδυ ενώ θα μπορούσε να είχε μείνει στην αρχηγία και να διεκδικήσει ξανά την Πρωθυπουργία στις επόμενες εκλογές μού απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια «μα γιατί το είχα πει και είχα δεσμευθεί». Και έτσι άνοιξε το τελευταίο κεφάλαιο στην πολιτική του διαδρομή. Μην προσβλέποντας σε κανένα αξίωμα, ελεύθερος από το βάρος της καθημερινής πολιτικής διαχείρισης, βρήκε για τον εαυτό του ένα νέο ρόλο. Δεν διανοήθηκε να ιδιωτεύσει γιατί η πολιτική ήταν η ζωή του. Ήξερε όμως πότε να δώσει τέλος στην κοινοβουλευτική του διαδρομή. Στην τελευταία του βουλευτική θητεία οι παρεμβάσεις του κατά τη Συνταγματική Αναθεώρηση αποτελούν σημείο αναφοράς. Ιδίως, η επιμονή του να δικάζονται οι πολιτικοί όπως οι απλοί πολίτες».

«Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν θεωρούσε ποτέ ότι τα δημόσια πρόσωπα πρέπει να απολαμβάνουν προνομιακής μεταχείρισης. Ανήκε, άλλωστε, σε μια γενιά πολιτικών που είχαν χαραγμένη στη συνείδηση τους την αίσθηση της δημόσιας προσφοράς. Αυτό επέβαλε στον ίδιο να δίνει το παράδειγμα με τη συμπεριφορά του, όχι μόνο στη δημόσια αλλά και στην ιδιωτική του ζωή», σημείωσε και επεσήμανε πως για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη τα χαρακτηριστικά της ηγεσίας ήταν σαφή: «Ψυχραιμία, αποφασιστικότητα, μετριοπάθεια, ρεαλισμός, διορατικότητα, σεβασμός των αντιπάλων».

Συνεχίζοντας την ομιλίας, είπε: «Και βέβαια, τη γενναιότητα να πηγαίνεις κόντρα στη δύναμη των πραγμάτων για να υπηρετήσεις τα πιστεύω σου. Αλλά και μια έμφυτη ευγένεια που τον έκανε να αποστρέφεται οποιαδήποτε εκδήλωση πολιτικής χυδαιότητας, από όπου και αν προερχόταν. Πολλά χρόνια πριν την κρίση που ακόμα καταδιώκει τη χώρα, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προειδοποιούσε για την ανάγκη να τιθασεύσουμε τα ελλείμματα, να μειώσουμε το Κράτος και να βελτιώσουμε την ανταγωνιστικότητά μας. Για τους πολλούς είχε γίνει μονότονα κυνικός. Ένας σύγχρονος Τειρεσίας που μόνο δεινά προέβλεπε για τη χώρα. Η ελληνική κοινωνία ξύπνησε επώδυνα από την ψεύτικη ευδαιμονία που φτιάχνεται με δανεικά και με ελλείμματα. Ο ίδιος λίγο ενδιαφερόταν για το γεγονός ότι οι εξελίξεις τον δικαίωσαν. Η ματαιοδοξία δεν αποτελούσε στοιχείο του χαρακτήρα του. Ούτε επιζητούσε την ιστορική αναγνώριση εν ζωή. Ήξερε ότι μόνο η ασφάλεια του ιστορικού χρόνου θα επιτρέψει στις μελλοντικές γενιές να κρίνουν αντικειμενικά την ιστορική του παρακαταθήκη».

Ο Πρόεδρος της ΝΔ, διευκρίνισε πως Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν ήταν κυνικός, αλλά υπήρξε αθεράπευτα ρομαντικός και αισιόδοξος: «Είχε, όπως έλεγε και ο ίδιος, πάντα εμπιστοσύνη στο λαό μας. Τόνιζε τις αδυναμίες του αλλά τιμούσε τις αρετές του. Την ευστροφία, την εργατικότητα, τη φιλοπατρία, το φιλότιμο. Δεν φοβόταν τον Έλληνα στο ευρύτερο περιβάλλον της Ενωμένης Ευρώπης και της παγκοσμιοποίησης. Αρκεί βέβαια, όπως έλεγε «να το πάρουμε απόφαση και να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα».

Και ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο Πρόεδρος της ΝΔ, ανέφερε: «Και θύμιζε στους συνομιλητές του ότι όσο γρήγορα χαλάει αυτή η χώρα αλλά τόσο γρήγορα φτιάχνει. Είχε ζήσει ο ίδιος αρκετούς κύκλους της Ιστορίας για να γνωρίζει ότι η Ελλάδα μπορούσε να κάνει ταχύτατα τη μετάβαση από την καταστροφή στον θρίαμβο. Προϋπόθεση όμως για την μεγάλη φυγή προς τα εμπρός είναι πάντα μία. Η αλήθεια, δηλαδή η ατομική και συλλογική αυτογνωσία. Αυτήν υπηρέτησε, όπως την αντιλαμβανόταν, με συνέπεια, καθ’ όλη τη διάρκεια της πολυκύμαντης ζωής του. Ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε ότι “το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθές”. Με την έννοια αυτή, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είναι άξιος που έχει συντροφιά του την αλήθεια και τη γαλανόλευκη σημαία στην τελευταία του κατοικία».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης