«Έλληνες εθνικιστές στους δρόμους», «Εθνικιστικό μίσος», «εθνικιστικό παραλήρημα». Με αυτούς και παρόμοιους χαρακτηρισμούς υποδέχονται το τελευταίο διάστημα πολλές γερμανικές εφημερίδες τις μαζικές διαδηλώσεις και αντιδράσεις στην Ελλάδα αναφορικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Είναι, όντως, σε έξαρση ο εθνικισμός στην Ελλάδα; Ή πρόκειται απλώς για μια επιλεκτική αποτύπωση της πραγματικότητας, απόρροια, ενδεχομένως, και της ελλιπούς ενημέρωσης για το ιδιαίτερα σύνθετο ζήτημα;

Όπως εξηγεί σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Deutsche Welle ο Ντούσαν Ρέλγιτς, ειδικός σε θέματα που αφορούν τη νοτιοανατολική Ευρώπη από το Ίδρυμα Επιστήμης και Πολιτικής, τέτοιες γενικεύσεις που αποδίδουν χαρακτηρισμούς σε έναν ολόκληρο λαό είναι λανθασμένες: «Σε όλη την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια ο εθνικισμός. Εντούτοις, στη νοτιοανατολική Ευρώπη και στην Ελλάδα υπάρχει στην πολιτική μια ισχυρή παράδοση εθνικής ταυτότητας. Σχετίζεται εν πολλοίς με την ιστορία, αλλά και με το γεγονός ότι οι πολιτικές ελίτ στην ευρύτερη περιοχή (της ΝΑ Ευρώπης) και εκείνες στην Ελλάδα δεν προσέφεραν στον κόσμο πάντοτε την καλύτερη δυνατή διακυβέρνηση. Η δε Ελλάδα και ευρισκόμενη τα τελευταία χρόνια στην ”κοιλάδα των δακρύων”, προφανώς δεν έχει απαλλαγεί ακόμη από τα προβλήματά της. Σε αυτά τα συμφραζόμενα τα συναισθήματα αποτελούν ένα καλό μέσο για την άσκηση πολιτικής και είναι ένα χρήσιμο εργαλείο. Και διαπιστώνει κάποιος ότι προεκλογικά ειδικά η συντηρητική αντιπολίτευση, η Νέα Δημοκρατία, παίζει με σθένος το εθνικιστικό χαρτί».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
«Κανείς δεν έχει καταλάβει ποτέ το πρόβλημα» μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ
Γιατί όμως οι Ευρωπαίοι δεν φαίνεται να δείχνουν την παραμικρή κατανόηση για τους αντιπάλους της Συμφωνίας των Πρεσπών, τουλάχιστον όπως αποτυπώνεται στα σχόλια και στις εκτιμήσεις αναλυτών; «Οι άνθρωποι στη δυτική Ευρώπη αλλά, πιστεύω, και στον υπόλοιπο κόσμο δεν κατάλαβαν ποτέ πού έγκειται το πρόβλημα (σ.σ.: στο Μακεδονικό). Η Ελλάδα είναι μια σχετικά μεγάλη χώρα, μετρά 10 εκατομμύρια κατοίκους, είναι μέλος του ΝΑΤΟ, της Ε.Ε., διαθέτει ισχυρό στρατό […]. Tο ότι μια τέτοια χώρα (σ.σ.: αισθάνεται να απειλείται) από ένα γειτονικό κράτος που δεν διαθέτει στρατό, με πληθυσμό 1,3-1,4 εκατ. και η οποία δεν έχει συμμάχους που θα στήριζαν τυχόν επεκτατικές διαθέσεις, όλα αυτά κατέστησαν μη κατανοητή την ελληνική θέση τα τελευταία 20-30 χρόνια».

Τον τελευταίο χρόνο, ωστόσο, οι διαδικασίες επισπεύστηκαν. Πώς εξηγεί ο ειδικός σε θέματα νοτιοανατολικής Ευρώπης τη σπουδή των κ.κ. Τσίπρα και Ζάεφ να περάσουν τη συμφωνία σχετικά γρήγορα από τα κοινοβούλιά τους και αυτό παρά τις σθεναρές αντιδράσεις που αυτή προκαλεί στο εσωτερικό και των δύο χωρών;

«Πιστεύω ότι κατ’ αρχάς πρέπει να πιστέψουμε τον κ. Τσίπρα αλλά και άλλους πολιτικούς στην Ελλάδα που λένε ότι πρέπει επιτέλους να επιλυθεί το ζήτημα. Το πρόβλημα αυτό, άλλωστε, δεν δυσχεραίνει απλώς τη διμερή συνεργασία με τα Σκόπια, αλλά οδήγησε στο να παρουσιάζεται πολύ συχνά η Ελλάδα στη Δύση και ως το μαύρο πρόβατο. Και επιπλέον δηλητηρίαζε κάθε τόσο το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα. Αφετέρου, εκτιμώ ότι τόσο το κόμμα του κ. Τσίπρα όσο και εκείνο του κ. Ζάεφ τοποθετούνται στο αριστερό φάσμα του πολιτικού κέντρου, για το οποίο ζητήματα ταυτότητας και εθνικά θέματα δεν έχουν μεγάλη βαρύτητα στη σκέψη και την πολιτική τους δράση».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Με πληροφορίες από DW

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης