«Δίκαιη μεταναστευτική πολιτική δεν σημαίνει ανοιχτά ή ανύπαρκτα σύνορα, αλλά κανόνες. Και αυτούς τους κανόνες τηρήσαμε το 2020 απέναντι στην εργαλειοποίηση της προσφυγικής κρίσης».

Αυτό τόνισε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας το μεσημέρι της Δευτέρας (8/1) σε εκδήλωση με θέμα «Ευρωπαϊκές Λύσεις στην Κοινή Πρόκληση της Μετανάστευσης» παρουσία μεταξύ άλλων του αντιπροέδρου της Κομισιόν Μαρ. Σχοινά, της Ευρωπαίας Επιτρόπου Εσωτερικών Υποθέσεων Ylva Johansson και των πρέσβεων των χωρών της ΕΕ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο πρωθυπουργός, ο οποίος νωρίτερα συναντήθηκε με την ευρωπαία επίτροπο επισήμανε ότι απαιτείται ευρωπαϊκή λύση στο πρόβλημα της μετανάστευσης και σύνδεση των αρχών του ευρωπαϊκού κεκτημένου με την προάσπιση των αρχών της Ευρώπης.

Υποστήριξε ότι για την Ελλάδα είναι αδιαπραγμάτευτη η φύλαξη των συνόρων της, ενώ καταφέρθηκε εναντίον όσων -όπως είπε- επιχείρησαν να συκοφαντήσουν την Ελλάδα, «χωρίς να διστάσουν να κατασκευάσουν ακόμη και τραγωδίες».

Επισήμανε ότι η χώρα μας συχνά είναι ενδιάμεσος σταθμός και ο τελικός στόχος των μεταναστών είναι να μεταβούν στις χώρες της βόρειας Ευρώπης, τονίζοντας με έμφαση τον ρόλο της χώρας μας στη φύλαξη των ανατολικών χερσαίων και θαλάσσιων ευρωπαϊκών συνόρων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στη συνάντηση που είχε νωρίτερα ο πρωθυπουργός με την Επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων Ylva Johansson συζητήθηκαν, μεταξύ άλλων, η πρόοδος που έχει σημειώσει η Ελλάδα όσον αφορά στη μείωση των μεταναστευτικών ροών, το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου της ΕΕ, καθώς και οι τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.

Ολόκληρη η ομιλία του πρωθυπουργού:

«Αγαπητέ κ. Αντιπρόεδρε της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αγαπητή Ylva, καλωσήρθες για μια ακόμα φορά στην Αθήνα, κύριοι συνάδελφοι στην κυβέρνηση και στη Βουλή, κ. Περιφερειάρχα, κ. Δήμαρχοι, αγαπητοί εργαζόμενοι του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, ένα Υπουργείο το οποίο -ας μην ξεχνάμε- γεννήθηκε μέσα από την κρίση του μεταναστευτικού, όμως πατάει πια σήμερα καλά στα πόδια του, κυρίες και κύριοι,

Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα, ήδη από τις αρχές του 2024, είμαστε εδώ στην Αθήνα και στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου και μάλιστα με την παρουσία τόσο του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όσο και της Επιτρόπου Johansson, για να συζητήσουμε σε μια ανοιχτή δημόσια διαβούλευση τις ευρωπαϊκές απαντήσεις στη μεγάλη πρόκληση του μεταναστευτικού προβλήματος.

Είναι απόδειξη ότι πρόκειται για ένα φλέγον, θα έλεγα διαχρονικά επίκαιρο ζήτημα, του οποίου η διαχείριση θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και την ίδια την αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά τελικά και την ίδια την πορεία της ευρωπαϊκής ιδέας.

Έτσι, ως μία κατεξοχήν ευρωπαϊκή πρόκληση, οι μεταναστευτικές ροές προς την ευρωπαϊκή μας ήπειρο απαιτούν και μία ευρωπαϊκή λύση. Λύση, που πριν απ’ όλα σημαίνει συμπόρευση, κοινή δράση των κρατών-μελών, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όλων των ευρωπαϊκών θεσμών, απέναντι σε ένα κοινό πρόβλημα.

Γιατί ό,τι μπορεί να συμβαίνει και σήμερα στον Έβρο ή στα νησιά του Αιγαίου δεν εκδηλώνεται εξαιτίας μόνο της φύσης αυτών των περιοχών. Αποτελούν τα ανατολικά θαλάσσια και χερσαία σύνορα της Ευρώπης. Αυτή είναι μία αλήθεια που πρέπει να διαπερνά κάθε σκέψη μας.

Όλοι γνωρίζουμε, άλλωστε, ότι τα πρωτογενή κύματα παράνομων μετακινήσεων προς την Ελλάδα τελικά μετατρέπονται συχνά και σε δευτερογενείς μετακινήσεις προς τη Γερμανία, προς τη Σκανδιναβία, προς την κεντρική Ευρώπη.

Όπως γνωρίζουμε, οι ροές που καλούμαστε εμείς να διαχειριστούμε καθημερινά έχουν συχνά ως βασικό προορισμό τον ευρωπαϊκό βορρά. Η χώρα μας, έτσι, γίνεται ουσιαστικά πολύ συχνά απλά ένας ενδιάμεσος σταθμός, κάτι το οποίο περιλαμβάνει και τις δικές του ξεχωριστές αντιφάσεις.

Ευρωπαϊκή λύση, ωστόσο, σημαίνει και κάτι ακόμα: την ειλικρινή απάντηση αν μπορούμε, με νόμιμες, με ευρωπαϊκές διαδικασίες, με διαδικασίες οι οποίες είναι γειωμένες στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής, στις ευρωπαϊκές αξίες, να αντιμετωπίσουμε την παράνομη διακίνηση ανθρώπων.

Και βέβαια, αν διαθέτουμε τελικά το σθένος αλλά και την τόλμη να συνδέσουμε τις αρχές του κράτους δικαίου, του ευρωπαϊκού κεκτημένου, με την ίδια τελικά την προάσπισή τους. Με άλλα λόγια, να αποδείξουμε αν τελικά η Ένωσή μας μπορεί και ξέρει να μεταφράζει τις διακηρύξεις της σε μια ενιαία και αποτελεσματική πολιτική.

Και όπως ακούσαμε και από τον Υπουργό και από τον Αντιπρόεδρο και είμαι σίγουρος ότι θα ακούσουμε μετά και από την Επίτροπο, η απάντηση είναι: ναι, μπορούμε. Μπορέσαμε και μπορούμε.

Η Ελληνική Κυβέρνηση, η κυβέρνηση σήμερα που αντιπροσωπεύει ένα από τα μεγαλύτερα κόμματα της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς, κάνει πράξη αυτή την πολιτική. Εφαρμόζοντας μια πολιτική αυστηρή αλλά ταυτόχρονα δίκαιη. Μια πολιτική πάντα εντός του νόμου και των ανθρωπιστικών μας αξιών. Αλλά και αδιαπραγμάτευτη όσον αφορά στη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί, για να μπορούμε να εκπέμπουμε παντού τις αξίες μας, έχουμε πρώτο χρέος να μπορούμε εμείς οι ίδιοι να τις προστατεύουμε.

Γνωρίζω ασφαλώς ότι κάποιοι επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν ανθρώπινα δράματα και να επιτεθούν συλλήβδην στην πατρίδα μας, στη Frontex, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, δεν δίστασαν ακόμα και να κατασκευάσουν τραγωδίες, για να αποδειχθεί μετά ότι εξυπηρετούσαν ουσιαστικά τα σχέδια των λαθροδιακινητών.

Κάνουν λάθος όμως. Δίκαιη μεταναστευτική πολιτική δεν σημαίνει ανοιχτά ή ανύπαρκτα σύνορα. Σημαίνει κανόνες, ανθρωπιά και ευαισθησία δίπλα στο νόμο και την ευταξία.

Αυτούς ακριβώς τους κανόνες τηρήσαμε και το 2020 απέναντι στην εργαλειοποίηση της προσφυγικής κρίσης. Μια απάντηση η οποία χαιρετήθηκε τότε από όλη την Ευρώπη, με την παρουσία των εκπροσώπων όλων των ευρωπαϊκών θεσμών στα σύνορα του Έβρου.

Και τους ίδιους αντιτάσσουμε σε όσους καλλιεργούν σήμερα και στην πατρίδα μας την εχθροπάθεια και την ξενοφοβία, αυτή την επικίνδυνη εκδοχή του λαϊκισμού, που με ευκολία φορτώνει κάθε πρόβλημα της κοινωνίας μας σε αυτόν τον ανώνυμο ξένο. Ενώ αντίπαλος της ισότιμης πολιτείας δεν είναι κανείς «δικός μας», δεν είναι κανείς ξένος, αλλά είναι κάθε παράνομος και κάθε παραβάτης.

Φίλες και φίλοι, κυρίες και κύριοι, το 2023 μάς αφήνει πίσω του, πιστεύουμε, σημαντικές επιτυχίες στην ελληνική μεταναστευτική πολιτική. Διαχειριστήκαμε αυτή τη διεθνώς αυξημένη μεταναστευτική πίεση, πιστεύω, καλύτερα από πολλούς εταίρους μας. Οι παράνομες ροές αφίξεων ήταν πολύ μικρότερες σε σχέση και με τον κεντρικό μεσογειακό διάδρομο και με τον διάδρομο των Δυτικών Βαλκανίων, ενώ τους τελευταίους μήνες έχουμε δει μία περαιτέρω μείωση των ροών, χάρη και στην καλύτερη συνεργασία την οποία πετύχαμε με την Τουρκία.

Όσοι φτάνουν στα νησιά μας, καταγράφονται και ταυτοποιούνται σε σύγχρονες και καλά οργανωμένες δομές υποδοχής, φιλοξενίας και ταυτοποίησης.

Ανοίγω μία παρένθεση: κάντε την αντιδιαστολή με την κατάσταση η οποία επικρατούσε το 2019, την κατάσταση την οποία βρήκαμε μπροστά μας μετά την καταστροφική πυρκαγιά η οποία ξέσπασε στη Μόρια. Μιλάμε για μια άλλη εικόνα για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Και αυτή την επιτυχία, την πιστώνεται ισότιμα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που μας στήριξε σε αυτή την προσπάθεια, και η Ελληνική Κυβέρνηση.

Έχουμε αυτοματοποιήσει πια και αποδίδουμε γρήγορα άσυλο εκεί που πρέπει, με τυποποιημένες διαδικασίες. Και βέβαια, αυτή η μεγάλη πρόοδος, η οποία συντελέστηκε στην πατρίδα μας, έρχεται, θα έλεγα, να «κουμπώσει» με την πολύ σημαντική εξέλιξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, της επίτευξης συμφωνίας για το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, μία συμφωνία η οποία βαδίζει πια προς την οριστική της επικύρωση την άνοιξη.

Χρειάστηκε χρόνος, χρειάστηκε επιμονή. Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια και στον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και πρωτίστως στην ίδια την Επίτροπο, την κα Johansson, για την επιμονή με την οποία διαπραγματεύτηκε με όλους τους εμπλεκόμενους αυτή τη συμφωνία. Δεν ήταν καθόλου προφανές ότι θα μπορούσαμε να πετύχουμε αυτή τη συμφωνία πριν από κάποιους μήνες.

Είναι μία συμφωνία που προφανώς δεν επιλύει από μόνη της, μονομιάς, το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης, όμως είναι μια πολύ σημαντική τομή. Εξοπλίζει, επιτέλους, την Ένωσή μας με σημαντικά, με απαραίτητα εργαλεία για την επίλυση αυτού του προβλήματος. Και βέβαια, για την Ελλάδα, για την πατρίδα μας, είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι αποκτούμε πια έναν θεσμοθετημένο σε ευρωπαϊκό επίπεδο μηχανισμό αλληλεγγύης, αλλά και μία νομική αναγνώριση της περίπτωσης εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού προβλήματος από άλλες χώρες που μπορεί να σκέφτονται ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν κατατρεγμένους ανθρώπους για να προωθούν τους δικούς τους γεωπολιτικούς στόχους. Κάτι το οποίο δυστυχώς έχει γίνει ιστορικά και στα ελληνικά σύνορα, αλλά και στα σύνορα της Λευκορωσίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Επίσης, έχουμε πετύχει μία σημαντική πρόοδο σε επίπεδο ευρωπαϊκών θεσμών, στο να αναγνωρίσουμε ότι πρώτη προτεραιότητά μας πρέπει να είναι η εξάρθρωση των δικτύων λαθραίας διακίνησης των ανθρώπινων ζωών. Γι’ αυτό και η πρωτοβουλία την οποία ανέλαβε η Επίτροπος Johansson τον περασμένο Νοέμβριο στη σχετική διάσκεψη για τη συγκρότηση μιας παγκόσμιας συμμαχίας στην κατεύθυνση αυτή, αποτελεί μια πολύ σημαντική αφετηρία.

Ένα ξεκίνημα και με νέους συνοδοιπόρους, καθώς πια υποδεχόμαστε στη Ζώνη του Σένγκεν και τη Βουλγαρία και την Ρουμανία. Και η Ελλάδα θα πάψει έτσι να είναι η μοναδική χώρα που δεν θα συνορεύει με κράτος-μέλος αυτής της ευρωπαϊκής ασπίδας ασφάλειας.

Κι επειδή έχουμε κοντά μας σήμερα Πρέσβεις από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιτρέψτε μου να απευθυνθώ ειδικά στους Πρέσβεις της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας και να συγχαρώ τις δύο αυτές φιλικές χώρες. Είναι μία επιτυχία δική τους, ταυτόχρονα και μία ευρωπαϊκή επιτυχία.

Και βέβαια, επιτρέψτε μου να αναφερθώ εν τάχει και σε ένα ακόμα θετικό γεγονός: την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πάλι με τη δική σου συμφωνία, αγαπητή Ylva, της διευκόλυνσης έκδοσης ταξιδιωτικών θεωρήσεων για Τούρκους πολίτες που θα θέλουν να έρθουν για τουρισμό σε 10 ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Μία προοπτική η οποία χαιρετίστηκε και από την ίδια την Τουρκία και πιστεύω ότι χαιρετίστηκε, κ. Περιφερειάρχα, κυρίες και κύριοι Δήμαρχοι, και από τους εκπροσώπους των τοπικών κοινωνιών.

Αυτό τουλάχιστον, δηλώνει και η δική σας παρουσία σήμερα εδώ, νησιά τα οποία σήκωσαν -ειδικά τα νησιά τα οποία έχουν αυτή τη στιγμή οργανωμένες δομές- ένα δυσανάλογο βάρος, μαζί με τον Έβρο, στην αντιμετώπιση του προσφυγικού. Είναι κάτι το οποίο ολόκληρη η Ευρώπη το αναγνωρίζει και προσωπικά είμαι ευγνώμων στον αγώνα όλων των τοπικών κοινωνιών και ικανοποιημένος από το γεγονός ότι σήμερα πια η κατάσταση που επικρατεί και στον Έβρο και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, όπως είπα και πριν, είναι τελείως διαφορετική και σίγουρα πολύ καλύτερη από αυτή την οποία κληρονομήσαμε το 2019.

Να γνωρίζουν οι κάτοικοι των νησιών ότι στεκόμαστε πάντα δίπλα τους και βέβαια, ελπίζουμε, με ακόμα περισσότερους πόρους στη διάθεση και της πατρίδας μας.

Όπως γνωρίζετε, βρισκόμαστε εν μέσω μιας περίπλοκης διαπραγμάτευσης για την αναθεώρηση του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου, η οποία ελπίζουμε να ολοκληρωθεί σε μια έκτακτη Σύνοδο Κορυφής την 1η Φεβρουαρίου.

Η Ελλάδα έχει καταστήσει απολύτως σαφή τη θέση της -μαζί σχεδόν με όλες, θα έλεγα, τις ευρωπαϊκές χώρες- ότι μπορεί να δεχθεί να λήξει αυτή η διαπραγμάτευση μόνο εφόσον αξιοποιηθούν οι δυνατότητες να αυξήσουμε κι άλλο τα κονδύλια που έχουμε στη διάθεσή μας, για τα πολύ σημαντικά ταμεία τα οποία υποστηρίζουν την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος σε όλη την Ευρώπη.

Κλείνω, με δυο σκέψεις για το σήμερα και για το αύριο. Με την πρώτη να σημειώνει ότι ήδη η Ελληνική Βουλή πριν από λίγες εβδομάδες ενέκρινε με μια εντυπωσιακή, μια συντριπτική πλειοψηφία, την πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την πρόσβαση στη νόμιμη εργασία μεταναστών και αιτούντων άσυλο, οι οποίοι θα μπορούν να αποδείξουν ότι έχουν προσφορά για να εργαστούν. Όπως όμως και τη θεσμοθέτηση του συντονιστή απελάσεων.

Στα δε ζητήματα των επιστροφών, εμείς οι ίδιοι αναγνωρίζουμε, αγαπητέ μου Υπουργέ, ότι πρέπει να κάνουμε περισσότερα για να είμαστε πιο αποτελεσματικοί στην υλοποίηση αυτού του σημαντικού πυλώνα της κοινής ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής.

Νομίζω ότι αποδεικνύουμε με αυτό τον τρόπο ότι στην πατρίδα μας, σε αντίθεση με αυτό το οποίο συμβαίνει σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, το μεταναστευτικό δεν είναι απαραίτητα ένα πεδίο διχασμού, αλλά ότι η σωστή αντιμετώπισή του μπορεί να συμβάλλει και στην ανάπτυξη του τόπου, αρκεί να έχουμε μια συνεπή πολιτική που να στηρίζεται σε δύο βασικούς πυλώνες.

Από τη μια, την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης ανθρώπινων ζωών, προστατεύοντας ταυτόχρονα τα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και από την άλλη τη διαμόρφωση νόμιμων εναλλακτικών λελογισμένης μετανάστευσης που θα αντιμετωπίζουν στην πράξη και τα κενά που υπάρχουν σήμερα στην αγορά εργασίας της πατρίδας μας. Με σαφείς προϋποθέσεις, σύμφωνα με τις ανάγκες της οικονομίας μας, τις ευαισθησίες της ελληνικής κοινωνίας.

Σε αυτή την ισορροπία πιστεύουμε. Μπορούμε να την κάνουμε πράξη, μπορεί η Ελλάδα να είναι πρωταγωνίστρια στη διαμόρφωση αυτής της πολυπόθητης ισορροπίας η οποία αποτελεί και το ζητούμενο για πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Έχουμε ακόμα δουλειά να κάνουμε. Ο Υπουργός, ο Δημήτρης Καιρίδης, έχει αναλάβει βαρύ φορτίο, καθώς έχουν υπογραφεί και θα υπογραφούν και άλλες συμφωνίες για την εργασιακή κινητικότητα με φίλες χώρες.

Οπότε, αυτός ο συντονισμός πια της νόμιμης μετανάστευσης, που, κατά την άποψή μας πρέπει να οργανωθεί υπό την ομπρέλα του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, έχει ακόμα να δείξει πολλά δείγματα γραφής ώστε, παραδείγματος χάρη, άδειες διαμονής, ανανεώσεις, μετακλήσεις εργαζόμενων να διεκπεραιώνονται γρήγορα και αξιόπιστα, σε ένα διαρκές ισοζύγιο με τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας μας.

Είναι μία σύνθετη διαδικασία, που συνδέεται τόσο με ευρωπαϊκές ενταξιακές πολιτικές όσο και με εθνικές λειτουργίες ενσωμάτωσης. Να μη φοβόμαστε τη λέξη ενσωμάτωση στην πατρίδα μας. Είμαστε μία ανοιχτή κοινωνία, που έχουμε αποδείξει στο παρελθόν ότι δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε από το να υποδεχθούμε ανθρώπους οι οποίοι θέλουν να ενταχθούν στην ελληνική κοινωνία και -γιατί όχι;- σε βάθος χρόνου να κάνουν μόνιμα τη ζωή τους εδώ.

Έχουμε, εξάλλου, παραδείγματα από το παρελθόν δεύτερης γενιάς οικονομικών μεταναστών με πολύ επιτυχημένη ενσωμάτωση στην ελληνική κοινωνία. Αυτά είναι ζητήματα και προκλήσεις της εποχής για τα οποία εμείς είμαστε πια έτοιμοι να είμαστε στην πρώτη γραμμή αυτής της μάχης.

Και η δεύτερη σκέψη, που αποτελεί και τον επίλογό μου: αισθάνομαι, κυρίες και κύριοι, ότι η πατρίδα μας τάχθηκε από την συγκυρία να υπηρετήσει μια ευρύτερη ευρωπαϊκή αποστολή στο μεταναστευτικό ζήτημα.

Να αποδείξει ότι αυτός ο κυματισμός της ιστορίας δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανατρέψει τις πανανθρώπινες και δημοκρατικές αξίες της Ένωσής μας, ούτε, όμως, ταυτόχρονα, να απειλήσει το σκάφος με το οποίο ταξιδεύουμε μέσα στον χρόνο και πάνω από τα σύνορα.

Βαδίζοντας, λοιπόν, προς τις ευρωεκλογές, όσοι είμαστε Ευρώπη και αγαπούμε την Ευρώπη, καλούμαστε να αποδείξουμε ότι μπορούμε να διαχειριστούμε αυτή την μεγάλη πρόκληση και με τόλμη και με σύνεση, κλείνοντας την πόρτα στην παρανομία και την εκμετάλλευση, ταυτόχρονα ανοίγοντας το παράθυρο στη συνεργασία με βάση τη σύγχρονη πραγματικότητα, αλλά και με πυξίδα μας το μέλλον.

Κάναμε μεγάλα βήματα προόδου τα τελευταία τέσσερα χρόνια και είναι στο χέρι μας αυτή την πολύ σοβαρή προσπάθεια να τη συνεχίσουμε με ακόμα πιο θετικά αποτελέσματα. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης