Του Μιχάλη Παπανίδη

Σε «φίλους και εχθρούς» ανά τον πλανήτη αποφάσισε να απευθυνθεί ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, προκειμένου να εξασφαλίσει «συμμαχίες» ή υποστήριξη στη μεγάλη μάχη για το χρέος και ταυτόχρονα να δει τι περιθώρια επενδυτικών συμφωνιών υπάρχουν, ώστε η οικονομία να συνεχίσει να τονώνεται.

Για την υπόθεση του χρέους, ο πρωθυπουργός επιδιώκει -και δεν θεωρείται αδύνατον- να συναντήσει για μια επί της ουσίας συζήτηση την Κριστίν Λαγκάρντ​Η «εξωστρέφεια» του Αλέξη Τσίπρα εδράζεται σε μια ανάγκη και σε ορισμένα πολύ ισχυρά χαρτιά. Η ανάγκη είναι να αυξηθούν -έως και να πολλαπλασιαστούν- οι πιέσεις για το ζήτημα του ελληνικού χρέους, καθώς και η προώθηση σε διακρατικό πλέον επίπεδο σειράς επενδυτικών συμφωνιών, που θα στηρίξουν την επέκταση της οικονομίας τα επόμενα λίγα χρόνια.

Ο βασικός σταθμός για τις επαφές Τσίπρα δεν είναι άλλος από το Πεκίνο, όπου θα βρεθεί από τις 11 έως τις 15 Μαΐου. Η «ευκαιρία» δεν πρέπει να χαθεί για την ελληνική πλευρά.

Για την υπόθεση του χρέους, ο πρωθυπουργός επιδιώκει -και δεν θεωρείται αδύνατον- να συναντήσει για μια επί της ουσίας συζήτηση την Κριστίν Λαγκάρντ. Το Μαξίμου έχει επενδύσει εν πολλοίς στην ευόδωση του οδικού χάρτη (ένταξη σε QE- έξοδος στις αγορές έως το τέλος του χρόνου), στην επιμονή του Ταμείου για προσδιορισμό των μέτρων για τη ρύθμιση του χρέους, προκειμένου να «μπει» στο ελληνικό πρόγραμμα.

Υπενθυμίζεται ότι η συμμετοχή του σε χρηματοδότηση θα είναι μικρή (2,5-3 δις), επομένως ο ρόλος του στο μνημόνιο θα έχει συμβολική σημασία. Σε αυτόν τον συμβολισμό, ωστόσο, επιμένει ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ επαναλαμβάνοντας συχνά-πυκνά πως χωρίς το ΔΝΤ δεν υπάρχει ελληνικό πρόγραμμα.

​Εάν οι Κινέζοι πουν το «ναι», η κινεζική παρουσία θα αρχίσει να γίνεται αισθητή σε πολλούς τομείς της οικονομίας

Στο επίπεδο των επενδυτικών στόχων, που έχουν και το πιο ουσιαστικό ενδιαφέρον για τη χώρα, η ελληνική πλευρά αναμένει κι ελπίζει σε «αφύπνιση» των Κινέζων, που μέχρι σήμερα τηρούν στάση αναμονής εν μέσω επιλεκτικών και πολύ προσεκτικών τοποθετήσεων. 
Εκείνο που επιδιώκει η ελληνική πλευρά είναι να συμφωνηθεί με την κινεζική ηγεσία ένα άμεσο «πρόγραμμα επενδυτικής συνεργασίας», που θα αρχίσει να υλοποιείται από εφέτος. «Ώριμα» επενδυτικά προγράμματα υπάρχουν. Μια μικρή ώθηση εκτιμούν στην κυβέρνηση ότι χρειάζεται για να αρχίσουν να υλοποιούνται.

Εάν οι Κινέζοι πουν το «ναι», η κινεζική παρουσία θα αρχίσει να γίνεται αισθητή σε πολλούς τομείς της οικονομίας.

Σε πρώτο πλάνο επιδιώκεται να κλειδώσει και να επιταχυνθεί η εξαγορά των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά από την Cosco, προκειμένου να γίνονται σε δικό της ναυπηγείο οι αναγκαίες επισκευές των πλοίων της, που φθάνουν στο λιμάνι ή πλέουν τουλάχιστον στην Ανατολική Μεσόγειο.

Στην Αθήνα γνωρίζουν, επίσης, ότι η Cosco έχει μεγάλη ανάγκη από επενδύσεις σε υποδομές logistics και τις χερσαίες πλέον μεταφορές. Εκτιμάται ακόμη ότι κινεζικές εταιρείες, συνδεδεμένες ή όχι με την Cosco, θα μπορούσαν να εισέλθουν στον τομέα της ενέργειας αλλά και στις τηλεπικοινωνίες. Ειδικά στις τελευταίες αναμένεται να δοθεί «σκληρή μάχη» για την εξάπλωση του 5G, το οποίο τεχνολογικά είναι έτοιμο και χρειάζονται μόνο οι αναγκαίες επενδύσεις δικτύου.

Η κινεζική πλευρά δεν απορρίπτει τίποτα, γνωρίζοντας ότι μιλά για επενδύσεις δις δολαρίων κι αυτό είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό. Η χρηματοδότηση επιδιώκεται να προέλθει από τράπεζες, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και το ΕΤΕπ (Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων). Κεντρικό ρόλο θα μπορούσαν να παίξουν οι κινεζικές τράπεζες, ενώ το λιγότερο θα είναι να ανοίξει κάποια κινεζική τράπεζα υποκατάστημα και στην Αθήνα.

Οι Κινέζοι, πάντως, δείχνουν να ξέρουν τι θέλουν στην Ελλάδα. Μην ξεχνάμε ότι μετά τον ΟΛΠ συμμετείχαν στην κοινοπραξία που αγόρασε τον Οργανισμό Λιμένα Θεσσαλονίκης, ενώ θέλουν να πάρουν και το 30% του αεροδρομίου «Ελ. Βενιζέλος» – μάλιστα οι Κινέζοι μέσω της Shenzhen Airport σχεδιάζουν την κατασκευή στην περιοχή των Σπάτων ενός τεραστίου hub. Σημειώνεται ότι η Shenzhen Airport δεν είναι μία ιδιωτική εταιρεία, αλλά μία γιγαντιαία επιχείρηση η οποία ανήκει στην ομώνυμη Περιφέρεια της Κίνας.

Αναλυτικά τα πρότζεκτ που μπορεί να ωριμάσουν ή είναι ήδη ώριμα κωδικοποιούνται ως εξής:

-κέντρο εφοδιασμού στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος»

-ζώνη συναρμολόγησης και ελαφριάς κατασκευής κινεζικών ημιτελών προϊόντων

-ευρωπαϊκό κέντρο δοκιμών και πιστοποίησης κινεζικών προϊόντων

-συμμετοχή σε έργα χαμηλών εκπομπών άνθρακα και έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αναβάθμιση παλαιών εγκαταστάσεων λιγνίτη της ΔΕΗ, κατασκευή νέων εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας

-αναβάθμιση σιδηροδρομικών γραμμών: Αθήνα-Πάτρα και Θεσσαλονίκη-Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη

-λιμάνια Θεσσαλονίκης, Ελευσίνας, Πάτρας

-η Ελλάδα προτείνει αξιοποίηση των ναυπηγείων Σκαραμαγκά, Ελευσίνας και Νεωρίου για επισκευές πλοίων που ανήκουν σε κινεζικές εταιρείες

-κατασκευή ευρυζωνικών υποδομών

-ηλεκτρονικό εμπόριο (υπενθυμίζεται ότι την 1η Ιουλίου αρχίζει να λειτουργεί και στην Ελλάδα το σύστημα πληρωμής Alipay που χρησιμοποιεί η κινεζική εταιρεία ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba)

-ηλεκτρονικές υπηρεσίες για επιχειρήσεις και πολίτες

-e-tourism.

Στην Κίνα, είναι πιθανό ο Έλληνας πρωθυπουργός να συναντηθεί και με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Η συνάντηση όμως θα έχει περισσότερο γεωπολιτικό χαρακτήρα και λιγότερο «επενδυτικό άρωμα» από την πλευρά των Ρώσων, οι οποίοι εμφανίζονται πολύ επιφυλακτικοί απέναντι στη χώρα μας.

Πολύ πριν φύγει για το Πεκίνο, ο κ. Τσίπρας θα επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον νέο πρόεδρο της Γαλλίας Ε. Μακρόν, όπου εκτός από τα καθιερωμένα συγχαρητήρια θα τεθεί το ελληνικό ζήτημα και θα ανιχνευθεί πώς θα τοποθετηθεί ο νέος Γάλλος πρόεδρος, ο οποίος σημειώνεται ότι είχε υποστηρίξει σθεναρά τις ελληνικές επιδιώξεις στο άμεσο παρελθόν.

Ο κ. Τσίπρας αναμένεται να επικοινωνήσει για το θέμα αυτό και με την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, προκειμένου να βολιδοσκοπήσει το κλίμα στο Βερολίνο για τη ρύθμιση του χρέους, που αποτελεί και προϋπόθεση συμμετοχής του ΔΝΤ στο τρίτο μνημόνιο, καθώς και για να «τσεκάρει» το πόσο «ανελαστικές» είναι στην πραγματικότητα οι θέσεις Σόιμπλε επί του προκειμένου.

Τέλος, πιθανές είναι και επαφές του κ. Τσίπρα με τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου Ντόναλντ Τραμπ, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ (25/05, Βρυξέλλες). Θα έχει προηγηθεί, όμως, το κρίσιμο Eurogroup της 22ας Μαΐου.