Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας ήταν Έλληνας ζωγράφος και γλύπτης, από τους διαπρεπέστερους εκπροσώπους της «γενιάς του ‘30». Μαθητής του Κωνσταντίνου Παρθένη, υποστήριξε και ο ίδιος μία ελληνική σχολή ζωγραφικής, στηριγμένη αφ’ ενός στην ντόπια παράδοση και αφ’ ετέρου στην αισθητική του ευρωπαϊκού μοντερνισμού. Επιβλήθηκε ως δημιουργός και εκτός Ελλάδας, ανήκοντας στην ομάδα των «κλασικών» του μοντερνισμού.

Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1906 στην Αθήνα και ήταν το μοναχοπαίδι του Ψαριανής καταγωγής υποναυάρχου Αλέξανδρου Χατζηκυριάκου και της Ελένης Γκίκα, από την Ύδρα. Και οι δύο γονείς του ήταν απόγονοι οικογενειών με σημαντική συμβολή στην Επανάσταση του 1821.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μαθητής ακόμη πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής από τον Κωνσταντίνο Παρθένη και το 1922 μετέβη στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε μαθήματα φιλολογίας και αισθητικής στη Σορβόνη, ενώ συγχρόνως σπούδασε ζωγραφική κοντά στον Ροζέ Μπισιέρ και χαρακτική με τον Δημήτριο Γαλάνη. Στο Παρίσι παρέμεινε έως το 1934, επισκεπτόμενος κατά διαστήματα την Αθήνα.

Πρώτη έκθεση στο Παρίσι

Σε ηλικία 17 χρόνων έκανε την πρώτη έκθεσή του στο Σαλόνι των Ανεξαρτήτων (Salon des Independants) στο Παρίσι και ακολούθησαν συμμετοχές στο ίδιο Σαλόνι (1924-1926), στο Σαλόνι του Κεραμεικού (Salon des Tuileries, 1928) και στο Σαλόνι των Υπερανεξαρτήτων (Salon des Surindepedants, 1930, 1931, 1933, 1934).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας το 1933

To 1927 οργανώθηκε η πρώτη ατομική του έκθεση στην Γκαλερί Περσιέ στο Παρίσι και το 1928 η πρώτη του έκθεση στην Αθήνα, στην Αίθουσα Στρατηγοπούλου. Το 1933 έπεισε τον Λε Κορμπιζιέ να οργανώσει το Δ’ Συνέδριο της Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα την ψήφιση της Χάρτας των Αθηνών, που εκδόθηκε από τον σπουδαίο ελβετό αρχιτέκτονα το 1943.

Το 1935, μετά την επιστροφή του στην Αθήνα, εξέθεσε έργα του μαζί με τον γλύπτη Μιχάλη Τόμπρο και τον ζωγράφο Γιώργο Γουναρόπουλο. Η έκθεσή τους προκάλεσε αντιδράσεις στους αθηναϊκούς καλλιτεχνικούς κύκλους. Τον ίδιο χρόνο, μαζί με τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη, τον ποιητή Τάκη Παπατσώνη και τον σκηνοθέτη Σωκράτη Καραντινό, εξέδωσε το περιοδικό «Το Τρίτο Μάτι», στο οποίο παρουσιάζονταν έργα μοντέρνων καλλιτεχνών (Κλέε, Καντίνσκι κ.ά.) και μεταφράσεις κειμένων ξένων συγγραφέων της λογοτεχνικής πρωτοπορίας (Τζόις κ.ά.). Την ίδια εποχή, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας έκανε τα πρώτα του πρωτοποριακά σκηνικά για το θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

Το 1941 εξελέγη καθηγητής στην έδρα του Ελεύθερου Σχεδίου της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΕΜΠ, όπου δίδαξε έως το 1958, ενώ το 1982 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Το 1946 πήρε μέρος στην έκθεση των «Έξι Ελλήνων Καλλιτεχνών» στο Ελληνικό Σπίτι (Greek House) του Λονδίνου και σε μεγάλη ομαδική στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών (Royal Academy of Arts).

 Ο Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας το 1950

To 1950 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην 25η Μπιενάλε της Βενετίας με 17 έργα και το 1955 συμμετείχε στην 4η Μπιενάλε Σύγχρονης Έγχρωμης Λιθογραφίας στο Μουσείο Σινσινάτι των ΗΠΑ. Το 1951 έκανε τα σκηνικά και τα κοστούμια για την παραστάσεις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη και «Αγία Ιωάννα» του Τζορτζ Μπέρναρ Σο, που σκηνοθέτησαν ο Σωκράτης Καραντινός και ο Αλέξης Σολομός για το Εθνικό Θέατρο. Ακολούθησαν εκθέσεις στο Παρίσι, Λονδίνο, Βερολίνο, Γενεύη, Αθήνα και Νέα Υόρκη με μεγάλη επιτυχία.

Το 1961 παντρεύτηκε τη δεύτερη σύζυγό του Μπάρμπαρα Χάτσινσον, πρώην Ρότσιλντ (σε πρώτο γάμο είχε παντρευτεί την ποιήτρια Τίγκη Μπούμπουλη το 1929). Την ίδια χρονιά φιλοτέχνησε τα σκηνικά και κοστούμια για το μελόδραμα του Ιγκόρ Στραβίνσκι «Περσεφόνη», σε λιμπρέτο του Αντρέ Ζιντ, που ανέβηκε στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου. Μέσα το 1961 πυρκαϊά κατέστρεψε το πατρικό του σπίτι στην Ύδρα, με αποτέλεσμα να αγοράσει στη βόρεια Κέρκυρα έκταση και να αναγείρει τη δεύτερη κατοικία του.
Αριστείο των Καλών Τεχνών από την Ακαδημία Αθηνών

Το 1970 η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το Αριστείο των Καλών Τεχνών και το 1973 τον εξέλεξε παμψηφεί μέλος της. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1983, εξελέγη επίτιμο μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Τεχνών του Λονδίνου.

Το 1973 η Εθνική Πινακοθήκη οργάνωσε μία μεγάλη αναδρομική έκθεση με 164 έργα του, ενώ το 1984 η γκαλερί «Τρίτο Μάτι» παρουσίασε το σύνολο των γλυπτών του. Το 1985 πήρε μέρος στην έκθεση «Ζωγραφικός χώρος – Θεατρικότητα» στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Αθήνα – Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης» και τον επόμενο χρόνο εκτέθηκαν για πρώτη φορά τα 45 έργα της δωρεάς του στην Εθνική Πινακοθήκη.

Το Μουσείο Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα

Το 1991 εγκαινιάστηκε το Μουσείο Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, στην οικία του επί της οδού Κριεζώτου 3 στο κέντρο της Αθήνας, ένα ίδρυμα που δημιούργησε ο ίδιος και παραχώρησε στο Μουσείο Μπενάκη. Έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη, στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Παρισιού, στην Πινακοθήκη Τέιτ του Λονδίνου, στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, στα Μουσεία τού Σινσινάτι, της Μελβούρνης και της Καρκασόν, στη Δημοτική Πινακοθήκη της Αμμοχώστου, στο Θεατρικό Μουσείο Αθηνών, στη Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου και σε πολλές ακόμη δημόσιες, αλλά και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ.

Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας πέθανε στις 3 Σεπτεμβρίου 1994 στην Αθήνα, σε ηλικία 88 ετών.

Πηγή: sansimera.gr

 

 

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης