ΑΙΘΡΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΜΕΣΗΜΕΡΙΑ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΓΟΥΛΑΤΟ

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η αμηχανία ήταν έκδηλη και η συγκίνηση αναπόφευκτη για ομιλητές και κοινό κατά την πρώτη εκδήλωση της ενότητας «Αίθρια Λογοτεχνικά Μεσημέρια», που πραγματοποιήθηκε στο Φεστιβάλ Δράμας.
Η απώλεια του ποιητή, λογοτέχνη, θεωρητικού κινηματογράφου Ανδρέα Παγουλάτου τον περασμένο Μάρτιο άφησε δυσαναπλήρωτο κενό στον πνευματικό κόσμο και ένα παραπάνω στο Φεστιβάλ της Δράμας. Ο Παγουλάτος ήταν εκείνος που είχε εμπνευστεί τα «Λογοτεχνικά Μεσημέρια» και χρόνια τώρα τα επιμελούνταν με τρόπο απαράμιλλο.

«Λείπει από ανάμεσά μας» δήλωσαν όσοι ανέλαβαν ένα αφιέρωμα στο πρόσωπό του κατά την έναρξη των φετινών Αίθριων. Ο σκηνοθέτης Τάσος Γουδέλης, ο οποίος με αρκετή αμηχανία ανέλαβε το έργο του εκλιπόντος, ο Κώστας Κρεμμύδας, ποιητής και εκδότης του περιοδικού «Μανδραγόρας», ο ποιητής και κριτικός κινηματογράφου Δημήτρης Χαρίτος και ο ποιητής Αλέξανδρος Αραμπατζής μίλησαν για την προσωπικότητα του εκλιπόντος, διάβασαν ποιήματά του, ανέτρεξαν σε μνήμες και ευχήθηκαν να υπάρξει περαιτέρω μελέτη του έργου που μας άφησε παρακαταθήκη.


Ειλικρινής λόγος…

«Έχω αναλάβει το δύσκολο ρόλο να αντικαταστήσω τον Ανδρέα Παγουλάτο σ’ αυτά τα μεσημέρια, στις παρουσιάσεις βιβλίων και συγγραφέων. Είμαι στη δυσάρεστη θέση σήμερα να παρουσιάσω ό,τι έχει αφήσει ο Ανδρέας Παγουλάτος ή ένα μέρος αυτού που έχει αφήσει» ανέφερε στην εισήγησή του ο Τ. Γουδέλης συστήνοντας και τους υπόλοιπους ομιλητές. Για τον ίδιο όπως είπε «ο Παγουλάτος ήταν ένας homo universalis που λέμε στην Αναγέννηση, ένας άνθρωπος με ευρύτατες γνώσεις και πολλές ιδιότητες. Ένας άνθρωπος που ήξερε κινηματογράφο, ήξερε και έκανε λογοτεχνία, ήξερε μουσική και είχε βαθιές γνώσεις, ήταν εκδότης πρωτοποριακών περιοδικών. Όλα αυτά τα κατάφερνε με μια σεμνότητα και με μια εξαιρετική δημιουργική δραστηριότητα». Ο κ. Γουδέλης εστίασε όμως στον τρόπο με τον οποίο προσέγγιζε το αντικείμενο του ο Παγουλάτος. «Καταλάβαινες ότι και με κείμενα με τα οποία διαφωνούσε τα παρουσίαζε με ένα τρόπο αποστασιοποιημένο χωρίς υπερβολές. Με τη μεγάλη ευγένεια που τον διέκρινε, την ηρεμία και τη γλυκύτητά του, παρουσίαζε και βιβλία που δεν συμφωνούσε μαζί τους και όμως τα παρουσίαζε χωρίς υπερβολές, χωρίς να λέει ψέματα. Αυτό το θεωρούσα πολύ μεγάλο προσόν του Παγουλάτου»  συμπλήρωσε.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η πρώτη μύηση
Με την ανάγνωση ενός ποιήματος ξεκίνησε η ομιλία του Κώστα Κρεμμύδα, ο οποίος υποστήριξε ότι «για τον Ανδρέα δεν αρμόζει μνημόσυνο και αυτό γιατί το έργο του είναι ζωντανό και υπαρκτό, πρωτοποριακό και ανοικτό στο διάλογο με το μέλλον. Είναι ένα έργο συνέχειας και πάνω από όλα ένα έργο διαλόγου, κάτι που εμπεριείχε πάντα στη ζωή του και δυστυχώς δεν υπάρχει στη σημερινή ναρκισσιστικά αυτιστική εποχή μας που ο καθένας κοιτάει το κειμενάκι του και το εργάκι του και παραπέρα δεν μπορεί να στήσει κανένα διάλογο με τον διπλανό του».

Σύμφωνα με τον κ. Κρεμμύδα, οι άξονες που διαμόρφωσαν την πορεία του εκλιπόντος ήταν οι πολιτικές, οικογενειακές καταβολές του, οι οποίες και διαμόρφωσαν την ιδεολογία του, ενώ ο θείος του που ήταν ναυτικός τον μύησε στη μουσική.

«Και στη λαϊκή, αυθεντική, ρεμπέτικη μουσική- είχε την τύχη ο Ανδρέας να ζήσει και δυστυχώς και την ατυχία να πεθάνει σύντομα στον ίδιο τόπο στην περιοχή των Σεπολίων, εκεί που ήταν ένα θρυλικό λαϊκό κέντρο το Ροσινιόλ. Εκεί πήγαινε, άκουγε τους ρεμπέτες και είχε μια τεράστια δισκοθήκη ρεμπέτικης μουσικής, είχε καταλογογραφήσει μάλιστα όλους τους ρεμπέτες, τα τραγούδια ένα ένα, όλους τους στιχουργούς, είχε μελετήσει πάρα πολύ το λαϊκό τραγούδι!- και στη βραζιλιάνικη τέχνη και μουσική. Αγάπησε ιδιαίτερα τη Βραζιλία και είναι γνωστές από εκεί και πέρα η επαφή του και η επίδραση του από την τέχνη της Βραζιλίας και η μεγάλη του όμως σχέση με τον Φερνάντο Πεσσόα τον οποίο κατ’ επανάληψη μετέφραζε σε όλη του σχεδόν την πορεία της ζωής του» τόνισε ο εκδότης του «Μανδραγόρα».

Πάντρεμα τεχνών
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ήταν η αναδρομή που έκανε ο κ. Κρεμμύδας σε σημεία- σταθμούς της ζωής του Παγουλάτου: «Στα 18 του ο Ανδρέας πάει στη Σορβόννη και σπουδάζει στο Εθνικό Ινστιτούτο Γλωσσών και Ανατολικών Πολιτισμών. Οι πρώτες του ποιητικές συλλογές μεταφράστηκαν σε πάρα πολλά περιοδικά, συμμετείχε με ενεργό ρόλο στον Ελληνικό Μάη που διαμόρφωσε το Κέντρο Μπομπούρ το 1981 στο Παρίσι και εκεί ήρθε σε επαφή με τη Μαντώ Αραβαντινού, ενώ άρχισαν και οι επαφές του με τους υπερρεαλιστές και κυρίως τον Νικόλα Κάλας που πρωτοδημοσιεύει ποιήματά του. Από τη Μαντώ έρχεται σε επαφή και με τον Νάνο Βαλαωρίτη, μια σχέση συνεργασίας και φιλίας που κράτησε ως το τέλος της ζωής του».

Στον Παγουλάτο, όπως ανέφερε, υπήρχε ένα ιδιαίτερο πάντρεμα πολλών στοιχείων. «Πάντρευε κινηματογράφο, μουσική και ζωγραφική (ιδιαίτερη η αγάπη του σε πολλούς εικαστικούς, Λαζόγκας, Χρύσα Ρωμανού κτλ), ήχους (λαϊκούς σύγχρονης ελληνικής μουσικής, βραζιλιάνικης έθνικ, πειραματικά ακούσματα κτλ), λόγο, σιωπή (αυστηρά προσωπικών στιγμών, αλλά και καλλιτεχνικές σιωπές, αποσιωπήσεις όπως τις ανέφερε ο ίδιος), μνήμη».

Δεν αποδεχόταν την παρθενογένεση της τέχνης, «αλλά τη συνέχεια και τη διαρκή εξέλιξη της μέσω ρήξεων και μέσω πρωτοποριακών ανατρεπτικών καταθέσεων. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που αυτός ο ποιητής ο γλωσσοκεντρικός που ο ίδιος επιδίωκε με μανία να παρουσιάζεται ως τέτοιος, τον τελευταίο χρόνο της ζωής του τον αφιέρωσε να τρέχει σε όλη την Ελλάδα, διαβάζοντας και μιλώντας για το έτος Ρίτσου. Όπως επίσης, όταν κάναμε τις ποιητικές ολονυχτίες, μαζί με νέους ποιητές επέμενε πάντα να διαβάζουμε Θανάση Κοσταβάρα, Νικηφόρο Βρεττάκο κ.τ.λ. ποιητές κλασικής τεχνοτροπίας και έξω από τα σύγχρονα. Αυτό είναι ένα στοιχείο που πρέπει να μελετηθεί».

Λέξεις και έρωτας
Ο κ. Κρομμύδας μίλησε για έναν άνθρωπο που «επιθυμούσε να βασίζεται σε μια καλή μελέτη της γλώσσας και της ιστορίας της και από εκεί και πέρα να προχωρά παραπέρα» που οι δραστηριότητες του στα πολιτιστικά δρώμενα «ήταν ένας ύμνος στον άνθρωπο, μια κραυγή διαμαρτυρίας απέναντι σε ό,τι εμποδίζει και εμπορεύεται την ύπαρξή μας. Ένας ποιητικός ύμνος» όπως εξήγησε, «μέσα από τη λυρικότητα των κυρίως ολιγοσύλλαβων, μονοσύλλαβων στίχων του που αρθρώνονται εξαιρετικά, με εξαιρετική αφαίρεση και ξεδιπλώνονται υπαινικτικά με παύσεις, ροές, κύκλους, συγκοπές, ακόμη και μια μορφή βουστροφηδόν γραφής που συναντάται εντονότατα στη συλλογές του’96 αλλά και στο τελευταίο του ‘Πέραμα’».

Οι λέξεις του Παγουλάτου «ήταν απελευθερωμένες από στολίδια, σαν ένα είδος αρχέγονης γραφής», ενώ κυρίαρχος στο έργο του είναι ο έρωτας. «Ένας έρωτας άμεσος, καταλυτικός, απεγνωσμένος ή εγνωσμένος, που φτάνει στα όρια της καταστροφής, δηλαδή της απόλυτης δικαίωσης και του εξαγνισμού του. Επιπλέον, είχε μια διαρκή εφηβεία, στη ζωή και την τέχνη. Μια φρεσκάδα και μια αμεσότητα στο λόγο» συμπλήρωσε ο κ. Κρεμμύδας.

Το Πέραμα
Ο Ανδρέας Παγουλάτος δεν έγραφε τα ποιήματά του εύκολα. Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο κ. Κρεμμύδας «δεν ήταν μια δουλειά που ολοκληρωνόταν σε μικρό χρονικό διάστημα. Τα ξεκίναγε στο Παρίσι, τα τελείωνε στην Αθήνα. Για το Πέραμα ειδικά έκανε τεράστιες επαφές με τον τόπο, έκανε ταξίδια με το αυτοκίνητο, για να δει όλο το Πέραμα, τις γειτονιές». Το Πέραμα εξάλλου ήταν ένας ιδιαίτερος τόπος για τον ποιητή. «Για τον Ανδρέα ήταν τόπος των λαϊκών ανθρώπων, πέρασμα στην επόμενη ζωή, στην επόμενη σκέψη, στις αναζητήσεις της μετά της ζωής ανιχνεύσεις του. Δεν ήθελε να αποτυπώσει απλά τη διάσταση της περιοχής, αλλά και τη σύνθεση της ίδιας της γλώσσας επιλέγοντας και εδώ να αναφερθεί έντονα στο πολιτικό στοιχείο, το οποίο εγώ διακρίνω στην ποίηση και τη δουλειά του».

Ήταν τελικά όμως αισιόδοξος ή όχι; «Δεν ξέρουμε αν μαζί με την αισιοδοξία συνυπήρχε και η απαισιοδοξία» πρόσθεσε ο κ. Κρεμμύδας. «Αν δηλαδή από τη μια ήλπιζε πώς αυτά τα πάνοπλα βήματα του θα δώσουν τη λύση ή κατέληγε στην παραδοχή πως τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Αυτό το βλέπουμε σε δύο στίχους του με τους οποίους και τελειώνω. ‘Έτσι αργοσβήνω διαλυμένος σ’ αυτή την ουτοπική, δύο και τρεις φορές ουτοπική κοινότητα συντρόφων που δεν πραγματοποιήθηκε σχεδόν ποτέ αληθινά’».

Άσχημη αρχή, εξαιρετική συνέχεια

Απολαυστική ήταν η ομιλία του κ. Χαρίτου. Αφού παραδέχτηκε με ειλικρίνεια ότι δεν γνώριζε το λογοτεχνικό έργο του Παγουλάτου- «είχα την τύχη να ασχοληθώ με τον Ανδρέα και όχι με την ποίηση ή τη γραφή του», είπε χαρακτηριστικά- ανέτρεξε σε μνήμες που πολλές από αυτές προκάλεσαν το χαμόγελο του κοινού.
Η γνωριμία του όπως είπε με τον Παγουλάτο, δεν ήταν εξαρχής ευχάριστη! «Τον πρωτογνώρισα δύο περίπου χρόνια μετά που γύρισε από τη Γαλλία, στο ‘Αστέρια’, το θρυλικό σινεμά που φιλοξενούσε επί 29 χρόνια το Φεστιβάλ Δράμας. Το αστείο είναι ότι ξεκινήσαμε με καβγά. Κάποια μου παρέμβαση σε μια συζήτηση δεν του άρεσε και χωρίς να με ξέρει είπε ότι ‘’ο κύριος μιλάει με ποδοσφαιρικούς όρους για θέματα τέχνης’’. Ξεπεράστηκε αυτό αφού πέρασαν κάνα δύο χρόνια. Με μια αφορμή βρεθήκαμε κοντά. Βρισκόμασταν πότε στη Θεσσαλονίκη, κυρίως στη Δράμα. Τα πρωινά που βρισκόμασταν στο ‘’Ξενία’’, φιλοξενούμενοι του Φεστιβάλ στο ίδιο ξενοδοχείο, κάναμε δύο περίπου ώρες να τελειώσουμε το πρωινό μας, έκλεβα από τον Παγουλάτο και ήταν πραγματικά ένα πρόσωπο από το οποίο αφειδώλευτα μπορούσες να παίρνεις, αλλά ήταν σίγουρο ότι έπαιρνες από εκείνο που ήθελε εκείνος να δίνει. Δεν πιστεύω ότι θα βρεθεί ένας να πει ότι γνώριζε το 100% του Παγουλάτου».

Μνήμες από Καλαμάτα

Ο κ. Χαρίτος ανέτρεξε και στη συνεργασία του με τον Παγουλάτο στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Καλαμάτας το 2000, όταν βρέθηκε ο ίδιος υπεύθυνος της διοργάνωσης. «Έσπευσα αμέσως να ζητήσω τη βοήθεια του Παγουλάτου για το διεθνές κομμάτι, διότι είχα πειστεί πια από όσα είχαμε κουβεντιάσει ότι μπορούσε να με βοηθήσει αποτελεσματικά. Μια αφορμή γι αυτή μου τη βεβαιότητα ήταν όταν ο Παγουλάτος επιμελήθηκε αφιέρωμα στον πορτογαλέζικο κινηματογράφο. Όταν τον ρώτησα «που στην ευχή τα ξέρεις όλα αυτά;», μου είπε ότι η δεύτερη μετά την γαλλική γλώσσα του είναι τα πορτογαλικά, τα οποία τα έμαθε από την ανάγκη ενός φλογερού αισθήματος που εβίωσε για κάποια χρόνια. Εκεί μου είπε ότι είναι ο πρώτος στην Ελλάδα που μετέφρασε Πεσσόα. Δεν τον αμφισβήτησα, δεν ζήτησα ποτέ να το δω αυτό, δεν πιστεύω ποτέ ότι ο Παγουλάτος έλεγε ψέματα. Αν έληγε ψέματα, θα είχε διακριθεί» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χαρίτος.

Στην Καλαμάτα όπως πρόσθεσε, «έμεινα έκπληκτος από τις δυνατότητες που είχε και την αποτελεσματικότητά του. Σήκωνε το τηλέφωνο για να εξασφαλίσει αξιόλογο όνομα π.χ. της Ανιές Βαρντά κτλ, μεγάλα ονόματα του αιώνα που πέρασε και μιλούσε μαζί τους στον ενικό με ένα τρόπο μιας οικειότητας του στιλ «έχω να σε δω μέρες, τι κάνεις, θα έρθεις στο φεστιβάλ;». Και τους έφερνε! Και έβλεπα την αγάπη που του είχαν και τη δική του άνεση μαζί τους».

Ζημιογόνα πολυπραγμοσύνη
Στο θέμα της πολυπραγμοσύνης του Ανδρέα Παγουλάτου, ο κ. Χαρίτος έδωσε μια άλλη διάσταση, παραθέτοντας και ένα παράδειγμα: «Κάποτε είχε έρθει ο Αντρέ Σεγκόβια στην Ελλάδα πριν πολλά χρόνια. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους στην ιστορία της κιθάρας στον κόσμο, αλλά όχι κιθαρίτσα για μια κανταδίτσα» είπε χαριτολογώντας. Και πρόσθεσε: «Όταν ένας δημοσιογράφος τον πλησίασε και του λέει ‘’μετρ, ασφαλώς θα ξέρετε και άλλο όργανο από την κιθάρα’’ ο Σεγκόβια του λέει ’’είναι τόσο σύντομη η ζωή για να μάθεις καλά έστω και αυτό το ένα’’. Θέλω να πω» εξήγησε ο κ. Χαρίτος, «ότι είναι προσωπική μου πεποίθηση ότι το πολυτάλαντο και ο πολύτροπος που ήθελε να το εκδηλώσει ίσως ήταν μια ζημιά του. Αν είχε περιοριστεί και είχε χτυπήσει τη μία ή δύο από τις μεγαλύτερες του αγάπες –και δεν ξέρω ποιες ήταν, γιατί σε όλα έδειχνε ένα παθιασμένο ενδιαφέρον- θα μπορούσε να είναι ένας άλλος Χρήστος Βακαλόπουλος. Νομίζω ότι μέσα στην κοινωνία θα μπορούσε να έχει ένα πολύ σημαντικότερο όνομα αναγνωρισιμότητας από αυτό που αξιώθηκε στη μετριοφροσύνη του και στη σχετική του εσωστρέφεια. Αυτός το ήξερε το γιατί. Έχω την αίσθηση ότι εκείνο που πρέπει να αξιολογήσουμε περισσότερο είναι η περίπτωση Παγουλάτος, παρά το έργο Παγουλάτος» συμπλήρωσε ο κ. Χαρίτος. «Το έργο εξάλλου θα εξαναεκτιμηθεί, θα συζητηθεί κτλ. Ο Παγουλάτος όμως είναι κάτι που μας ξέφυγε σαν το ψάρι που όταν δεν το πιάνεις άμεσα, σου φεύγει από το χέρι. Πολλές φορές νόμιζα ότι κάτι ήξερα για αυτόν και την επόμενη φορά νόμιζα ότι ήμουν υπερβολικός και είχα κάνει λάθος. Με έχει γοητεύσει, συγκρατώ έντονα αυτή τη διακεκριμένη μέσα στον ιδιότυπο δικό τρόπο προσωπικότητα που λεγόταν Ανδρέας Παγουλάτος. Θα έπρεπε η κοινωνία των πνευματικών ανθρώπων της Ελλάδας να ψάξει πολύ περισσότερο για αυτό το πρόσωπο Παγουλάτος και βέβαια χωρίς να παραμελήσει την πολύπλευρη δράση του στην Τέχνη» πρόσθεσε.

Πρωτοπορία
Στην ανάγκη και τον αγώνα του Ανδρέα Παγουλάτου να παντρέψει πολλές μορφές τέχνης αναφέρθηκε και ο Αλέξανδρος Αραμπατζής. Αφού υπογράμμισε την απουσία του ποιητή από τη Δράμα –«αυτές τις μέρες ήταν που συνήθιζε να έρχεται και συναντιόμασταν και κάναμε περίφημες συζητήσεις στις οποίες πάντα κάτι μάθαινα από αυτές»- έκανε μνεία στο ήθος και τη γενναιοδωρία του Παγουλάτου, ανατρέχοντας στο 2005 «τότε που με δική του πρωτοβουλία και εισήγηση έκανε παρουσίαση τριών Δραμινών ποιητών, ανάμεσά τους και εγώ, χωρίς ποτέ να του έχουμε ζητήσει ή να τον παρακαλέσουμε για αυτό».

Έδωσε έμφαση, επίσης, στην αγωνία του Παγουλάτου «να παντρέψει πολλές μορφές τέχνης. Ίσως και αυτό να ήταν ένα πρωτοποριακό γεγονός. Να παντρέψει πολλές μορφές τέχνης, όπως ο λόγος, η εικόνα, η μουσική. Είχε αφοσίωση στην τέχνη και επίσης στη μοντέρνα τέχνη. Ήθελε πάντα αυτό που κάνει να είναι πρωτοποριακό. Δεν δεχόταν τις συμβατικές μορφές τέχνης. Από τα πρώτα του βήματα που τον χαιρέτησε η κριτική μέχρι τέλους».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης