Ρεπορταζ: Ελένη- Βασιλική Μπαμπαλιούτα
Ένα βιβλίο που περιγράφει την επίθεση και στη συνέχεια την συμμετοχή στην κατοχή της Ελλάδας από το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι και που είχε γραφτεί το 1945, από έναν Ιταλό πρέσβη, που μάλλον οι νεότερες γενιές αγνοούν , έγινε η αιτία πριν από έναν μήνα να ζητήσει δημόσια συγνώμη ο Ιταλός πρόεδρος Σέρτζιο Ματαρέλα κατά την επίσκεψή του στη χώρα μας, μετά από πρόσκληση του Έλληνα ομολόγου του Προκόπη Παυλόπουλου. Η είδηση βέβαια αυτή γνωστή .

Αυτό που δεν ήταν γνωστό είναι ότι το εν λόγω βιβλίο «αλιεύτηκε» στην κυριολεξία από έναν πάγκο πλανόδιου βιβλιοπώλη στο Μοναστηράκι τον περασμένο Απρίλιο. Το «λαβράκι» αυτό έπιασε o δημοσιογράφος ονόματι Antonio Ferrari, για χρόνια ανταποκριτής της «Corriere della Sera» στην Ελλάδα και τη Μέση Ανατολή,που έκανε τον περίπατό του μια μέρα πέριξ της Ακρόπολης;

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το βιβλίο αυτό, το οποίο ήταν ξεχασμένο από την πνευματική κοινότητα, ακόμα και αυτή των πανεπιστημιακών, πήρε πνοή και επανεκδόθηκε ,θέλοντας να πληροφορήσει την Ιταλική και Ελληνική κοινή γνώμη για πολλά άγνωστα ή πολύ λίγο γνωστά γύρω από την «καταστροφική ελληνική περιπέτεια», στην οποία «έριξε ο φασισμός την Ιταλία», όπως αναφέρεται στο βιβλίο.

Το απόγευμα της Πέμπτης 22 Νοεμβρίου, στο Μέγαρο της Ιταλικής πρεσβείας, παρουσιάστηκε αυτό το βιβλίο, που τιτλοφορείται: « Η αρχή του τέλους» ( Η Επιχείρηση της Ελλάδας). Πρόκειται για τα απομνημονεύματα του Εμμανουέλ Γκράτσι, του Ιταλού πρέσβη,( γεννήθηκε στις 30 Μαΐου 1891 και απεβίωσε τον Σεπτέμβριο του 1961), που ασκούσε τη διπλωματική θητεία του στην Αθήνα κατά τη κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940.

 
Πρόκειται για μία «δίκαια διήγηση», (έτσι αναγνωρίστηκε επίσημα από την Ιταλική πολιτική και πανεπιστημιακή κοινότητα), που περιγράφει τη χρονική περίοδο στη διάρκεια της οποίας η πολιτική του φασιστικού καθεστώτος , έχασε οριστικά κάθε επαφή με την πραγματικότητα στη μάταιη προσπάθεια να απαντήσει έμπρακτα στην αστραπιαία και καταστροφική γερμανική προέλαση στην Ευρώπη. Πεπεισμένη για τη βέβαιη νίκη του άξονα, η Ρώμη ήλπιζε ότι με τον τρόπο αυτό θα κατόρθωνε να καθίσει με αξιοπρέπεια στο τραπέζι των νικητών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το πρώτο βήμα αυτής της πορείας ήταν η «ελληνική περιπέτεια», η οποία ξεκίνησε με την ελπιδοφόρα προοπτική μιας ανανεωμένης φιλίας έπειτα από δυσχερείς ανάλογες προσπάθειες που είχαν ακολουθήσει τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο για να καταλήξει στο μοιραίο τελεσίγραφο της 28ης Οκτωβρίου του 1940 το οποίο ο Grazzi παρέδωσε στις 3 το πρωί στον Μεταξά.
Είναι η εξιστόρηση του πως η Ιταλική πολιτική είχε χάσει επαφή με την πραγματικότητα. Είναι η αφήγηση του πως μια « αδαής αλαζονεία», είχε ποδοπατήσει το προφανές..
Είναι η εξιστόρηση ενός πολέμου εναντίον μιας Ελλάδας που εκείνη την περίοδο, μπροστά στην αντιξοότητα , ξαναέβρισκε την ενότητά της , την ψυχή και το σθένος της, ώστε να καταδιώξει τον Ιταλό εισβολέα πέρα από τα σύνορα, όπως αναφέρθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου.

Την εκδήλωση προλόγισε ο Ιταλός πρέσβης κ. Εφίζιο Λουίτζι Μάρας., ο οποίος παρουσίασε στους Έλληνες και Ιταλούς παρευρισκόμενους τη μελέτη και τα γεγονότα που εξιστορεί ο Grazzi λέγοντας τα εξής: «Θα ήθελα να απευθυνθώ τώρα σε εσάς τους Έλληνες παρευρισκόμενους και πιο συγκεκριμένα σε όσους εξ υμών είστε εβραίοι στο θρήσκευμα. Η μνημόνευση, η μελέτη των γεγονότων που εξιστορούνται από τον Grazzi πρέπει πάντα να λαμβάνουν ως σημείο αναφοράς το δράμα που οι αποφάσεις της Ιταλικής Κυβέρνησης προκάλεσε.

«Η συμπεριφορά μας, τα λάθη μας, τα εγκλήματα μας έχουν συνέπειες σε βάθος χρόνου, και πέραν του θανάτου των θυμάτων μας. Προ ολίγων εβδομάδων συναντηθήκαμε, ως χώρα που έχει φέτος την Προεδρία της Διεθνούς Συμμαχίας για τη Μνήμη του ολοκαυτώματος. Βιώνουμε την σημερινή βραδιά με το ίδιο πνεύμα που μας ένωσε στα Τρίκαλα. Την βιώνουμε και με το πνεύμα του Oria, εκείνου του απλού αλλά ισχυρού μαθήματος Ανθρωπιάς που οι Έλληνες μας παρέδωσαν στις 12 Φεβρουαρίου 1944, όταν απέναντι από το νησί Πάτροκλος πνίγηκαν 4000 νεαροί ιταλοί στρατιώτες που προορίζονταν για τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης»
«Από τον πλανόδιο βιβλιοπώλη του Μοναστηρακίου, σε Ιταλικό εκδοτικό οίκο»

Ο Ενζο Τέρζι , ήταν ο Ιταλός εκδότης της ETP books, που έδωσε πνοή στο ξεχασμένο βιβλίο του Εμμανουέλ Γκράτσι. Όπως κατέθεσε ο ίδιος, χθες στην εκδήλωση της Ιταλικής πρεσβείας, τα απομνημονεύματα του Grazzi , του τα παρουσίασε ο Ιταλός πρέσβης στην Ελλάδα Εφίζιο Λουίτζι Μάρας , σε μία συνάντησή τους, στις αρχές του Απρίλη μαζί με τον κ. Ferarri που είναι ανταποκριτής της εφημερίδας. «Corretta della Sera» και συνέχισε λέγοντας: « «Το βιβλίο αυτό ανακαλύφθηκε από τον κ. Ferarri από έναν πάγκο βιβλίων στο Μοναστηράκι. Ήταν εξόχως ενδιαφέρον καθώς είχε εκδοθεί το 1945 στην Ιταλία και κάποια στιγμή μεταφράστηκε στα Ελληνικά.. Ο συγγραφέας φαίνεται ολοκάθαρα ότι έγραφε από την δική του πλευρά, την αλήθεια η οποία επαληθεύεται περίτρανα από άρθρα και άλλων διπλωματών και στρατιωτικών.

«Εξάλλου στα περισσότερα απομνημονεύματα πολλών ανθρώπων που βίωσαν την περίοδο αυτή, βλέπουμε με αγωνία να προσπαθούν να παρουσιάσουν μέσα από όλη αυτή την πολιτική κατάσταση, την προσωπική δικαίωση (αθώωση) των πεπραγμένων τους. Είμαι υπερήφανος για την επανέκδοση του βιβλίου αυτού τόσο από τους συνεργάτες μου όσο και από τον πρόεδρο της Ιταλικής Δημοκρατίας κ. κ.Sergio Mattarella που δώρισε αντίτυπο του Grazzi στον Έλληνα ομόλογο του κ. Προκόπη Παυλόπουλο στις 28 Οκτωβρίου και όπου κατά κάποιο τρόπο μας καθιστά συμπρωταγωνιστές σε αυτή την ιστορική συνάντηση», ανέφερε.

«Ο Μεταξάς ήταν λάτρης του Ιταλικού και Γερμανικού δικτατορικού πολιτεύματος»

Το βιβλίο σχολίασαν διακριμένοι καθηγητές πανεπιστημίου από την Ιταλία και την Ελλάδα.
Συντονιστής της χθεσινής συζήτησης ήταν ο κ. Ιωάννης Στεφανίδης , καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας της Νομικής σχολής του ΑΠΘ, ο οποίος σχολίασε τον πόλεμο μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών μέσα από τα απομνημονεύματα του Ιωάννη Μεταξά. Όπως τονίζει και ο ίδιος, ο Μεταξάς θεωρείτο, λάτρης του Γερμανικού και Ιταλικού δικτατορικού πολιτεύματος: «Μέσα από τα απομνημονεύματα του μπόρεσα να συνθέσω το κλίμα μεταξύ των δυο χωρών από το 1912. Το πρώτο στοιχείο που μου προκαλεί εντύπωση ήταν η μεγάλη ανησυχία ενός πολέμου με την Ιταλία λίγο πριν την απόβαση της πρώτης στην Αλβανία το 1939 και την κατάρρευση της Γαλλίας από τον Ιταλικό στρατό έναν χρόνο μετά. Το δεύτερο στοιχείο, είναι ότι ο Μεταξάς δήλωνε αποφασισμένος να διεξάγει αγώνα μέχρις εσχάτων κατά των Ιταλών. Πίστευε στην υποστήριξη της Μ. Βρετανίας, ανεξάρτητα από την άρνηση σε κάθε συνεργασία προς μία δομική συμμαχία με τους Βρετανούς..

Οι πρώτοι ήθελαν να έχουν τα «χέρια τους ελεύθερα» μέχρι το τέλος. Ο Μεταξάς προσπαθούσε να έχει κάποιες ελπίδες φωτός από τους Ιταλούς. Έστω και αν αυτή ήταν μια ηλιαχτίδα, όπως η παράσταση «Μαντάμ Μπατερφλάϊ» της Λυρικής Σκηνής και η επίσκεψη του Ιταλού υπουργού παιδείας στην Ελλάδα λίγα 24ωρα πριν την ανακοίνωση της Ρώμης για την επίθεση στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Μετά όμως από τη βύθιση του «Έλλη» ο ελληνικός στρατός άρχισε να προετοιμάζεται και επίσημα πλέον για τον επερχόμενο πόλεμο.

Ένα τρίτο στοιχείο ήταν η μεγάλη απογοήτευση γενικότερα του Μεταξά και από την ιταλική επίθεση αλλά και από την στάση της ναζιστικής Γερμανίας . Ήταν μια αυταπάτη για αυτόν καθώς τα θεωρούσε αδελφά καθεστώτα κατά τα πρότυπα του. Έγραφε μάλιστα ότι η Αγγλία κακώς μάχεται αυτές τις δυο δυνάμεις γιατί ανήκει σε αυτές. Στα απομνημονεύματα του ο Μεταξάς έγραφε για την προδοσία που ένιωσε από αυτά τα καθεστώτα, καθώς ταυτιζόταν ιδεολογικά. Κατέληξε γράφοντας πως όλα ήταν ένα ψέμα».

Όπως αναφέρει στο τέλος της ομιλίας του ο καθηγητής Στεφανίδης, ο Μεταξάς έμεινε στην ιστορία ως ο πολιτικός που ένωσε τους Έλληνες και προσπάθησε να αντισταθεί όσο μπορούσε .

«Γύρω από τα δικτατορικά καθεστώτα και τους δικτάτορες βρίσκονται κομφορμιστές»

Στη συνέχεια πήρε το λόγο ο Italo Garzia, καθηγητής της Ιστορίας των Διεθνών Σχέσεων του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Άλντο Μόρο του Μπάρι. Ο ίδιος τόνισε ότι στην Ιταλία τα βιβλία που είναι απομνημονεύματα δεν είναι και τόσο αρεστά όπως θα ήταν για παράδειγμα στην Αγγλία : «Σπανίζουν τέτοιου είδους βιβλία. Το Ιταλικό κοινό διαβάζει ιστορικά βιβλία της κλειδαρότρυπας όπως για παράδειγμα οι ερωτικές περιπέτειες και εμπειρίες του Μουσολίνι. Οι περισσότεροι της εποχής εκείνης, ήταν είτε αξιωματικοί είτε διπλωμάτες που ήθελαν να γράψουν άρθρα ή βιβλία με την βιογραφία τους ή τα απομνημονεύματά τους γιατί ήθελαν να διαχωρίσουν την προσωπική τους ιστορία από το φασιστικό καθεστώς.

Ένα παράδειγμα που έχουμε είναι το ημερολόγιο του πρώην υπουργού εξωτερικών και μετέπειτα πρέσβη στην Αγία Έδρα Γκαλεάτσο Τσιάνο. Ο ίδιος θέλησε να τροποποιηθεί από το καθεστώς του Μουσολίνι. Και για να περάσουμε στο βιβλίο του Grazzi, που μιλά για τη σύναψη συνεργασίας της Ιταλίας με την Γερμανία που κατέληξε στην καταστροφή, έχουμε να κάνουμε με πιστά κείμενα Ο Grazzi δεν αλλοιώνει , δεν τροποποιεί τίποτα από τα γεγονότα εκείνης της εποχής. Μέσα από τα τηλεγραφήματα και τις επιστολές, καταγράφει και τους αριθμούς πρωτοκόλλου . Ουδεμία αλλαγή έχει κάνει προκειμένου να διαστρεβλώσει τα κείμενα αυτά. Ο Grazzi , μας αναφέρει ότι ουδέποτε πήρε, ως είθισται κάθε διπλωμάτης , από τον τότε υπουργό εξωτερικών, συμβουλές για τη βαλκανική πραγματικότητα. Όπως και να’ χει τίποτα ,όπως μας γράφει ο συγγραφέας, δεν προμήνυε την κήρυξη του πολέμου της Ιταλίας στην Ελλάδα. Γεγονότα όπως η δεξίωση της Ιταλικής πρεσβείας λίγες μέρες πριν ,όπως και ένα 24ωρο πιο πριν η θεατρική παράσταση της «Μαντάμ Μπατερφλάϊ» από Ιταλούς ηθοποιούς στην Λυρική Σκηνή, δεν πρόδιδαν τέτοια πρόθεση .

Όλα έδειχναν φυσιολογικά. Έκπληξη είχε προκαλέσει στον ίδιο το τελεσίγραφο που έλαβε για να παραδώσει στον Ιωάννη Μεταξά με την ανακοίνωση της σύρραξης. Η Ιταλία όπως φαίνεται είχε την ανάγκη να κάνει πόλεμο στην Ελλάδα, στην Αγγλία, στην Γαλλία αλλά κυρίως στην …. Γερμανία . Οι Ιταλοί ήθελαν να δείξουν στους Γερμανούς ότι ήταν ένας ισχυρός πολιτικός παράγων και δεν ενδιαφερόταν να διατηρήσουν έναν δευτερεύοντα ρόλο ». Στο τέλος της εισήγησης του ο καθηγητής Italo Garzia, τόνισε ότι ένα σημαντικό στοιχείο που μας διδάσκει η ιστορία είναι ότι γύρω από τα δικτατορικά καθεστώτα και τους δικτάτορες βρίσκονται κομφορμιστές που δεν θέλουν να αναλαμβάνουν πρωταγωνιστικούς ρόλους! Κάτι τέτοιο ήταν ο Grazzi.

«Η κατάκτηση των πετρελαιοπηγών της Ρουμανίας το 1940 από την Γερμανία»

Τις εισηγήσεις των πανεπιστημιακών έκλεισε ο Palo Nerro, καθηγήτης Σύγχρονης Ιστορίας στο τμήμα Πολιτικών επιστημών του πανεπιστημίου της Πίζα, ο οποίος τόνισε ότι είναι η πρώτη φορά που γίνεται ορθολογική χρήση της Ιστορίας , σε ότι αφορά τις συγκεκριμένες διπλωματικές σχέσεις: «Εκφράζω τα συγχαρητήριά μου . Διαβάζοντας τα απομνημονεύματα του πρέσβη Grazzi, τίθεται το ερώτημα γιατί η Ιταλία το 1940 κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα. Παρόλο που δεν υπήρξαν αντιθέσεις μεταξύ των δυο χωρών, εκτός από το γεγονός της Κέρκυρας και αυτό της Δωδεκανήσου. Στο τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, οι Ιταλοί δεν ήθελαν τον έλεγχο των Άγγλων στην θαλάσσια περιοχή του Αιγαίου.. Από το τέλος του ΄30 μέχρι και το 1940 έχουμε μία αδικαιολόγητη παρουσία με στρατιωτικές βάσεις των Ιταλών στη Λέρο.

Η Εξωτερική πολιτική της Ιταλίας από τα μέσα τις δεκαετίας του ΄30 γίνεται εξόχως επιθετική, όπως με τη συμμετοχή της τον πόλεμο της Αιθιοπίας , την αυθαίρετη συμμετοχή της στον εμφύλιο πόλεμο της Ισπανίας , τις συνεχείς πειρατείες με υποβρύχια και πλοία επιφανείας της .

Δεν δικαιολογείται η πράξη πολέμου εναντίων των Ελλήνων. Δεν υπήρξε καμία τριβή .αν εξαιρέσουμε τις κυρώσεις που της είχε επιβάλει η Κοινωνία των Εθνών, στην επέμβαση που έκανε η Ιταλία στην Αιθιοπία και στην οποία η Ελλάδα τάχθηκε υπέρ των πρώτων. Ο Μεταξάς, πράγματι συμπαθούσε , όπως βλέπουμε μέσα από τα απομνημονεύματα του , το καθεστώς Μουσολίνι και το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ. Μην ξεχνάμε ότι ο στρατηγός Μεταξάς φοίτησε στην στρατιωτική ακαδημία του Βερολίνου και ένα μεγάλο μέρος της ζωής του ήταν εξόριστος στη Σιένα της Ιταλίας .

Κάποιες τριβές υπήρχαν με την Ιταλία. Όμως δεν ήταν ανυπέρβλητες . Ως μία δικαιολογία των Ιταλών έναντι των Ελλήνων ήταν ότι ο ελληνικό καθεστώς ήταν αρκετά φιλο- αγγλικό. Που κρύβετε όμως η αλήθεια; Μα φυσικά στην κατάκτηση των πετρελαιοπηγών της Ρουμανίας το 1940 από την η Γερμανία. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στο Μουσολίνι. Επίσης είχαμε και την κυριαρχία των Άγγλων στην Βόρεια Αφρική. Οι συγκεκριμένοι δεν ήταν ένας εύκολος αντίπαλος. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν άρεσε στην Ιταλία και κάπως έτσι αποφάσισε πως η Ελλάδα θα ήταν ο ποιο εύκολος αντίπαλος της».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης