«Όταν η Ράνταλ Γουόρνερ βρισκόταν στο πρώτο έτος των σπουδών της στη Βιολογία στο Κολλέγιο Σουόρθμορ της Πενσιλβάνια, παρακολούθησε σε εξωτερικό αμφιθέατρο την παράσταση ενός έργου του Ευριπίδη. Ήταν τότε που ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την αρχαία ελληνική γλώσσα και η εμπειρία της αυτή στάθηκε καθοριστική για να εγκαταλείψει τη Βιολογία και να μεταπηδήσει στις κλασικές αρχαίες ελληνικές σπουδές, στο ίδιο πανεπιστήμιο.

Μόλις τις ολοκλήρωσε, ήρθε στην Ελλάδα, πήγε στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών και εργάστηκε για ένα χρόνο στο πλευρό ενός αρχαιολόγου στην Αθήνα. Τότε μπήκε ο σπόρος στο όνειρό της να μείνει στην Ελλάδα και τελικά, αρκετά χρόνια αργότερα, ακολουθήσαμε μαζί το ίδιο όνειρο» λέει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Αμερικανός ζωγράφος Μπάρι Φέλντμαν (Barry Feldman), απαντώντας στο ερώτημα πώς αποφάσισε να έρθει και να ζήσει το 1989 στη Θεσσαλονίκη.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αναζητώντας τα στοιχεία εκείνα που επηρέασαν περισσότερο την απόφαση του ιδίου και της συζύγου του Ράνταλ, τα εντοπίζει στον μεσογειακό τρόπο ζωής, την καθαρότητα του φωτός στην Ελλάδα και το ανθρώπινο μέτρο στα φυσικά τοπία, σε αντίθεση με τα αχανή τοπία που καταβάλλουν τον θεατή στην Αμερική.

«Εδώ ο πολιτισμός έχει μια περισσότερο ανθρωπιστική προοπτική σε σχέση με τη ζωή σε μια αμερικανική μεγαλούπολη. Νομίζω ότι αυτό οφείλεται σε ένα στοιχείο πολιτισμού, το οποίο διατηρείται χάρη σε όλους τους Έλληνες, που από την ελληνική ύπαιθρο μετακινήθηκαν στα αστικά κέντρα για λόγους επιβίωσης, έχουν όμως μέσα στην καρδιά τους τον πολιτισμό του μικρού χωριού» λέει με νόημα ο κ. Φέλντμαν.

«Άφησα τη Νέα Υόρκη για τη Θεσσαλονίκη για λόγους καλής ζωής»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Δεν ήρθα από τη Νέα Υόρκη στη Θεσσαλονίκη για λόγους καριέρας, ήρθα για λόγους ζωής και μια καλή ζωή για μένα είναι ένας παράγοντας ουσιαστικής σημασίας για τη δουλειά μου, για τη ζωγραφική μου» σχολιάζει. Όταν καλείται να περιγράψει τα έργα του τονίζει: «ο κόσμος είναι γεμάτος με εστιατόρια γρήγορου φαγητού, fast food. Το στοιχείο που προέκυψε ως αντίδοτο είναι το αργό φαγητό, το slow food. Το ίδιο ισχύει και για μένα. Υπάρχουν πολλές μορφές μοντέρνας, σύγχρονης ζωγραφικής που μοιάζουν με το fast food. Είναι μεγάλοι, τραβούν αμέσως την προσοχή, σοκάρουν. Δεν εμπλέκομαι καθόλου σε κάτι τέτοιο. Οι δικοί μου πίνακες είναι σαν το slow food. Είναι φτιαγμένοι με τον παλιό τρόπο. Τους φτιάχνω αργά, στη φύση τις περισσότερες φορές και δεν είναι σοκαριστικοί, είναι ήρεμοι, οργανωμένοι από το δικό μου μυαλό, σαν ένα όραμα. Οι πίνακές μου δεν απεικονίζουν την πραγματικότητα, αλλά το όραμα που φτιάχνω στο νου μου και μεταφέρω στο κοινό».

«Τα ελληνικά τοπία εντυπωσιάζουν τον καθένα, χωρίς να καταβάλλουν τον παρατηρητή»

Σε ό,τι αφορά τη θεματολογία των έργων του, υψηλά στις προτιμήσεις του βρίσκονται στα ελληνικά τοπία, παρά το γεγονός ότι, όπως λέει, ζωγραφίζει και νεκρή φύση, όταν δεν μπορεί να βρίσκεται έξω, στην ύπαιθρο. Έχει ζωγραφίσει τοπία στη Σαντορίνη, το Νευροκόπι, τη Θεσσαλονίκη, τη Χαλκιδική, το Τριάδι, την Πυλαία, τη Νάουσα, το δάσος Κουρί και πολλά ακόμη.

«Τα τοπία εδώ στην Ελλάδα εντυπωσιάζουν τον καθένα, έτσι αποτελούν πια το κύριο αντικείμενο του ενδιαφέροντός μου» σημειώνει και προσθέτει: «είναι η δυναμική των τοπίων που δεν καταβάλλουν ποτέ τον παρατηρητή, αλλά βρίσκονται κατά κάποιο τρόπο σε ένα πιο ανθρώπινο επίπεδο. Στις ΗΠΑ τα τοπία είναι υπέροχα αλλά είναι αχανή, είναι τεράστια, είναι υπερμεγέθη».

Όσο για τις εντυπώσεις που προκαλούν οι πίνακές του στο κοινό, σχολιάζει: «το πρώτο σχόλιο που άκουσα ήταν ‘ω, τα χρώματα είναι τόσο όμορφα!’ Και πράγματι είναι σημαντική φιλοφρόνηση γιατί το χρώμα είναι δομικό στοιχείο ενός πίνακα και, επιπλέον, προσφέρει χαρά στο μάτι του θεατή».

«Είναι κλισέ να λέει κάποιος για το ελληνικό φως, ωστόσο αποδεικνύεται πραγματικότητα η καθαρότητά του»

Αναφέρει, πάντως, ότι τα χρώματα διαφέρουν σε κάθε περίπτωση ανάλογα με το τοπίο, τις καιρικές συνθήκες και το φως. Έτσι είναι διαφορετικά τα τοπία της βόρειας Ελλάδας από τα τοπία της Πελοποννήσου. Ειδικά για το φως, τονίζει ότι «είναι μεν κλισέ να λέει κάποιος για το φως στην Ελλάδα, ωστόσο αποδεικνύεται πραγματικότητα η καθαρότητα και η αγνότητα του φωτός στην Ελλάδα».

«Δεν ζωγραφίζω ένα συγκεκριμένο φως, χρησιμοποιώ όλους τους συνδυασμούς από όσα μου αποκαλύπτονται κατά τη διάρκεια της ημέρας και τα συνδυάζω. Με τον τρόπο αυτό, το φως βγαίνει από τον πίνακα μέσα από τον συνδυασμό των χρωμάτων, την οργάνωση των μορφών. Αν πετύχει αυτό, έχει πετύχει και ο πίνακας» προσθέτει.

Μετά από 30 χρόνια στην Ελλάδα ο Μπάρι Φέλντμαν σχολιάζει «όταν αποκτήσαμε παιδί και εκείνο έφτασε στην ηλικία των πέντε χρόνων είπαμε: ή τώρα θα πάμε στην Ελλάδα ή ποτέ. Έτσι φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη, ο γιος μας πήγε σε ελληνικά σχολεία και ενώ είπαμε ότι θα καθίσουμε τρία με πέντε χρόνια, είμαστε ακόμη εδώ. Ο γιος μας βέβαια σπούδασε θέατρο σε αμερικανικό πανεπιστήμιο και είναι πλέον ηθοποιός ενώ κάνει καριέρα στη Νέα Υόρκη με μεγάλη επιτυχία».

Από την πλευρά της η σύζυγος του κ. Φέλντμαν, Ράνταλ Γουόρνερ, συνταξιοδοτήθηκε πρόσφατα μετά από 25 χρόνια εργασίας ως υπεύθυνη επικοινωνίας στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή, στη Θεσσαλονίκη. Στο ερώτημα αν έχει αλλάξει γνώμη που ήρθε στην Ελλάδα απαντά χαρακτηριστικά «ούτε για ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου…».

Οι πίνακες του Μπάρυ Φέλντμαν εκτίθενται έως τις 22 Νοεμβρίου στη βιβλιοθήκη Bissell του Αμερικανικού Κολλεγίου Θεσσαλονίκης. O ίδιος μίλησε την Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2018 σε 300 φοιτητές αμερικανικών πανεπιστημίων που βρίσκονται στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο του προγράμματος «study abroad», μέσω του οποίου προσφέρουν εθελοντική εργασία σε διάφορους φορείς.

Πηγή:ΑΠΕ – ΜΠΕ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης