Το βιβλίο «Κύπρος, 1974-2024: Πενήντα χρόνια μετά την εισβολή», που κυκλοφορεί από την Ελληνοεκδοτική, με επιμέλεια του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη, μας θυμίζει τα έργα και τις ημέρες του Αττίλα και μια πληγή που έχει κιόλας συμπληρώσει μισό αιώνα ζωής. Μαρτυρίες, επινοημένες ή πραγματικές καταθέσεις μνήμης, όπως και βαθύτερες πολιτικές αποτυπώσεις του πολύχρονου τραύματος, στην Κύπρο και στην Ελλάδα, συνθέτουν τα φλέγοντα υλικά του τόμου.
Στην «Επέτειο» η Μαρία Αβρααμίδου κάνει λόγο για τον Μακάριο και για τον Σαμψών, περιγράφοντας τα ιστορικά γεγονότα τα οποία διαμόρφωσαν την πολιτική κατάσταση στο νησί το 1974. Η Βίβιαν Αβρααμίδου-Πλούμπη ξορκίζει τον πολιτικό και τον εθνικό τρόμο με μια αστεία πλην πλήρη νοήματος ιστορία στο διήγημα «Το Sunset του τελευταίου σχεδίου». Στο ίδιο κλίμα ας διαβάσουμε και το διήγημα «Η επιστροφή του αγνοούμενου» του Χρίστου Ζάνου, όπου τον πρωταγωνιστικό ρόλο θα επωμιστεί ένας γάιδαρος.
Για να συνεχίσουμε σε διαφορετικό δρόμο, στο κείμενο «Το μωρό της Ροζμαρί» του Μάριου Αγαθοκλέους θα αποκαλυφθούν βαθύτερες πτυχές του Κυπριακού. Στη «Λάθος πλευρά» της Έρικας Αθανασίου κυριαρχεί ένας Τούρκος που θα φωτίσει με ευρηματικό τρόπο το ελληνοκυπριακό δράμα. Ο «Βασιλικός» του Πάμπη Αναγιωτού διερευνά την αποκοπή του ελληνοκυπριακού στοιχείου από τις πηγές που το έθρεψαν ζωτικά και οι «Μικρές πικρές ιστορίες» του Χρήστου Αργυρού παραπέμπουν στη συνθήκη της απομάκρυνσης από τη γενέθλια γη και στον σχηματισμό μιας πικρής συνείδησης, που δεν είναι άλλη από τη συνθήκη της εξορίας. Στη «Δική μας ειρήνη» του Δημήτρη Βαρβαρήγου καταλαβαίνουμε πώς η αρμονική ελληνοτουρκική συνύπαρξη θα καταλήξει κομμάτια στα δόντια του Αττίλα. Για τη συνύπαρξη γράφει και η Έλενα Ιωαννίδου στη «Λεμονάδα».
Η Αλεξάνδρα Γαλανού δείχνει κάτι που σίγουρα δεν ξέρουμε καλά – το πώς επηρέασε τους ελληνοκυπρίους της Νέας Υόρκης η τουρκική καταπάτηση του νησιού («Μέρες Ιουλίου ’74. Νέα Υόρκη»). Το τι συνέβη στους καταδρομείς της ελληνικής πλευράς, όπως και το ποιο ακριβώς είναι το κόστος που χρειάστηκε να πληρωθεί ύστερα από έναν εσφαλμένο χειρισμό, θα το μάθουμε από τη σκληρή γλώσσα του Βασίλη Γκουρογιάννη («Ο βετεράνος καταδρομέας επιστρέφει στον τύμβο της Μακεδονίτισσας»). Το πώς προσεύχεται και το τι εύχεται ένας κύπριος αγνοούμενος θα μας το πει ο Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης («Δώσε μου δύναμη»).
Η ρημαγμένη γη της Αμμοχώστου κυριαρχεί στο «Αμμόχωστος: Οδοιπορικό επιστροφής…» του Κώστα Κατσώνη ενώ στο «Καλημέρα, Μαντάμ Αγαθούλα» του Κώστα Λυμπουρλή ο λόγος είναι για τους αγνοούμενους και για τους νεκρούς. Με το «Δις τω αυτώ ποταμώ» ο Ανδρέας Μαλόρης ταξιδεύει στο πολιτικό παρελθόν και με «Τελευταίο του ταξίδι» ο Γιώργος Μολέσκης καταγράφει θανάτους που επέφερε η εισβολή. «Η εισβολή στην Κύπρο όπως τη ζήσαμε στην Καλαμάτα» του Κωνσταντίνου Μπούρα θα υπενθυμίσει από την πλευρά της τους αγνοούμενους, οι οποίοι δεν επέστρεψαν ποτέ.
Με τις «Μνήμες από τον Ιούλιο του 1974» η Έλλη Παιονίδου θυμάται τους καλλιτέχνες που τίμησαν το κυπριακό. Το «Φλαμίνγκο χρώματος μελανού» της Λιάνας Σακελλίου παρακολουθεί όψεις της κυπριακής εμπειρίας στο Λονδίνο, στο «Η εισβολή, οι εικόνες της παιδικής μου ηλικίας» του Αιμίλιου Σολωμού αποτυπώνεται το παιδικό βλέμμα για την εισβολή ενώ στο «Εικόνες και θρύψαλα για το “ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ” που έγινε “ΞΕΧΝΩ”» του Κώστα Στοφόρου επανέρχονται εφιαλτικά οι αγνοούμενοι. Στα «Στοιχειωμένα πηγάδια» του Ανδρέα Σίμου ο λόγος δίνεται στους παθόντες, «Η Κίκα απ’ τη Αμμόχωστο» του Φίλιππου Φιλίππου αποτελεί ημερολόγιο ταξιδιού κατά τις ημέρες της εισβολής και το «Δεν είμαστε ήρωες» της Νένας Φιλούση ξεδιπλώνει ένα οδοιπορικό στην Καρπασία.
Κλείνουμε με το «Αντί προλόγου» του Τάκη Χατζηδημητρίου που ανατέμνει την κυπριακή ιστορία πριν και μετά το πραξικόπημα της Κύπρου και με «Το ρολόι» του Χρίστου Χατζήπαπα, μια ακόμα κατάθεση μνήμης για τα θύματα της εισβολής. Θα χρειαστεί να προσθέσουμε το «Ούλλα γέρημα, γιε μου» του Κώστα Πατίνιου, για τους αγνοουμένους, και το «Ο βετεράνος» του Γιώργου Πύργαρη, που μιλάει για μια σωτήρια διάσωση, στέλνοντας μήνυμα ελπίδας και απαντοχής.