Η τραγουδίστρια της φολκ, Τζόαν Μπαέζ ήταν 28 ετών και έγκυος όταν εμφανίστηκε μεσάνυχτα στο θρυλικό Φεστιβάλ Γούντστοκ.

Σε συνέντευξή της στην εφημερίδα «Die Welt» η τραγουδίστρια-τραγουδοποιός μιλά για την οργή και τη διασκέδαση στο Γούντστοκ και για τους ενοχλητικούς γυμνούς άνδρες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Η εγγονή μου είναι έφηβη, αλλά γνωρίζει τα πάντα για το Γούντστοκ. Ο πατέρας της, ο γιος μου, της έχει πει πολλά γι’ αυτό. Ήταν μέρος αυτού. Ήμουν έγκυος στον γιο μου, όταν ανέβηκα στη σκηνή έως τη μία μετά τα μεσάνυχτα της Κυριακής. Ο πατέρας του, ο τότε σύζυγός μου, Ντέιβ Χάρις ήταν στη φυλακή επειδή αρνήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στο Βιετνάμ. Υπάρχουν πολλές ιστορίες για εκείνες τις τρεις μέρες. Αλλά τις διηγούμαι στην εγγονή μου, μόνο όταν μου το ζητάει. Πάντα με ρωτούν για το φεστιβάλ, τη σημασία του» υπογραμμίζει.

«Υπήρχαν πολλοί παράγοντες εκείνη την περίοδο, οι πολιτικές συνθήκες και οι διαμαρτυρίες για τον πόλεμο στο Βιετνάμ, όλοι οι ταλαντούχοι μουσικοί που συγκεντρώθηκαν εκεί και κατά κάποιο τρόπο κόλλησαν σε αυτό τμήμα γης για κάποιες μέρες», τονίζει.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Όσον αφορά τη δική μου εμφάνιση, ήμουν απίστευτη. Υπήρχαν 500.000 άνθρωποι μπροστά μου και εγώ μίλησα για τον φυλακισμένο σύζυγό μου και τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Κανένας δεν ήθελε να ακούσει κάτι τέτοιο. Τουλάχιστον όχι τις σοβαρές τοποθετήσεις μου μεταξύ των τραγουδιών. Ήθελαν να ακούσουν τραγούδια, όπως το Hell no, we will not go και να τραγουδούν μαζί μου. Αλλά ήθελα πραγματικά να μιλήσω για τον σύζυγό μου. Περισσότερες από μία φορές μου φώναξαν: “Σταμάτα να μιλάς και τραγούδα!”», θυμάται.

 «Μετά την εμφάνισή μου έμεινα εκεί όλες τις μέρες του Φεστιβάλ και παρακολούθησα τις συναυλίες πολλών μουσικών. Μόνο τον Τζίμι Χέντριξ δεν είδα. Είχα πάρει και τη μητέρα μου μαζί, η οποία είχε χαθεί. Έτσι νομίζω. Έχουν περάσει 50 χρόνια. Υπήρξαν περίεργες και παράξενες εμπειρίες. Μία μέρα ψήναμε λουκάνικα πάνω από μία φωτιά, όταν ξαφνικά ένας σχεδόν γυμνός, υπέρβαρος άνδρας ήρθε σε εμάς κρατώντας δύο ξυλάκια. Ήταν σίγουρα λιώμα. Υπήρχε ένας αστυνομικός. Πρώτα κοίταξε τον άνδρα και μετά εμάς τελικά έβαλε το όπλο του στο αστυνομικό όχημα και ήρθε να ψήσει λουκάνικα. Ήταν μία από τις ξεχωριστές στιγμές στο Γούντστοκ» ανέφερε η Τζόαν Μπαέζ.

Και συνέχισε: «Όταν τη δεύτερη μέρα βρέθηκα στη σκηνή αυθόρμητα και τραγούδησα το I Shall be Released είδα στο πλήθος ξανά τον γυμνό άνδρα. Ήταν λίγο τρομακτικό. Αντιλήφθηκα ότι τραγουδούσα ολοένα και πιο γρήγορα, μπορεί να προσπέρασα και μία στροφή, επειδή ήθελα να φύγω για να μην έρθει πάνω στη σκηνή ο άνδρας».

Τώρα, 50 χρόνια μετά θα εμφανιζόταν σε μία νέα έκδοση του Γούντστοκ; «Όλοι εμείς που κάναμε χρήση ναρκωτικών και δεν πεθάναμε και είμαστε ακόμη υγιείς σήμερα. Αλλά μεγαλώνουμε. Θα ήταν εφιάλτης για μένα να παίξω μπροστά σε ανθρώπους που θα κάθονται σε αναπηρικά καροτσάκια προσπαθώντας να ξαναζήσουν το Γούντστοκ», εξήγησε.

«Αν γινόταν ένα νέο φεστιβάλ και εμφανίζονταν καλλιτέχνες μαζί, εμείς οι επιζήσαντες και νεότεροι καλλιτέχνες, θα ήταν ενδιαφέρον. Αυτό θα κρατούσε την ιδέα του Γούντστοκ ζωντανή. Και αυτήν τη φορά θα έπαιρνα την εγγονή μου, καθώς δεν θα είμαστε αναγκασμένες να στεκόμαστε στη βροχή και να ζήσουμε στις λάσπες», πρόσθεσε.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ 

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης