Τριακόσια μέτρα κάτω από τη γη οι ανθρώπινες αισθήσεις τίθενται αυτομάτως σε εγρήγορση. Το παιχνίδισμα του μυαλού ξεκινά μπαίνοντας σε ένα μεγάλο ασανσέρ, όπου ο εκκωφαντικός θόρυβος και η ταχύτητα της καθόδου, ανεβάζουν την αδρεναλίνη. Καθώς ανοίγει η πόρτα του ασανσέρ ένας σκοτεινός λαβύρινθος προκαλεί το βλέμμα για την αναζήτηση εξόδου. Η μυρωδιά της υγρασίας και του βρεγμένου ξύλου, τα στενά και χαμηλά σε ύψος περάσματα, όπου οι ράγες των γεμάτων με κάρβουνο βαγονιών δεν ξεχωρίζουν καλά καλά μέσα στη λάσπη, οι ενδείξεις -όπου κι αν πέσει το μάτι- για πιθανούς κινδύνους και τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν, γεννούν αυτομάτως δεκάδες απορίες για τη ζωή στις υπόγειες στοές.
Πώς ξεκινά ο ανθρακωρύχος τη μέρα του για τη δουλειά, γνωρίζοντας ότι μπορεί να γίνει ένας ακόμη αριθμός στη θλιβερή στατιστική, ενός από τα πιο επικίνδυνα επαγγέλματα διαχρονικά; Γιατί ακόμη και σήμερα τα αυστηρά πρωτόκολλα και σύγχρονες τεχνολογίες δεν καθίστανται επαρκή, ώστε να αποτρέψουν τρομακτικά δυστυχήματα σε ορυχεία σε όλον τον κόσμο; Τι σηματοδοτεί η πράσινη μετάβαση και σταδιακή απολιγνιτοποίηση για ανθρώπους που ολόκληρη τη ζωή τους εργάστηκαν στην εξόρυξη του άνθρακα;
Ο Γεώργιος Ρομπάκης -αρκετά πριν από την ίδρυση το 1933 από τους κληρονόμους του της εταιρείας «Λιγνιτωρυχεία Αττικής ΑΕ» στην Ανθούπολη του Δήμου Περιστερίου- ήταν ένας από τους ανθρώπους που στα τέλη του 19ου αιώνα εξασφάλισε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία μία από τις πρώτες άδειες εξόρυξης άνθρακα στην περιοχή του Ζονγκουλντάκ, στον Εύξεινο Πόντου (σ.σ. η φωτογραφία με τον τίτλο «Ορυχεία ιδιοκτησίας Ρομπάκη στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας» προβάλλεται στο ψηφιακό αρχείο του Εθνικού Ιδρύματος «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος», στον σύνδεσμο http://www.venizelosarchives.gr/rec.asp?id=48015 ).
Κοντά στο κέντρο της παραθαλάσσιας πόλης των 160.000 κατοίκων, στο ορυχείο του Ζονγκουλντάκ, που έχει μετατραπεί σε μουσείο και κέντρο εκπαίδευσης, ο διευθυντής του ξεκινά την ξενάγηση με μία αναφορά στο επιχειρηματικό δαιμόνιο του Ρομπάκη και του επίσης ντόπιου Έλληνα Ανέστη Βογιατζόγλου, οι οποίοι ήταν από τους πρώτους που αναγνώρισαν «φλέβα χρυσού» στα λιγνιτωρυχεία της περιοχής, όταν τότε η μεταφορά του άνθρακα μέσα στις στοές γινόταν ακόμη με γαϊδουράκια και τα συστήματα ασφαλείας ήταν δομημένα στις αρχές της μηχανικής και σε κορμούς δέντρων.
Σήμερα, στην επαρχία του Ζονγκουλντάκ λειτουργούν 20 ορυχεία -15 ιδιωτικά και 5 δημόσια- και περίπου 20.000 εργαζόμενοι απασχολούνται σε αυτά. Η επαρχία παραμένει η συντριπτικά μεγαλύτερη λιγνιτοπαραγωγός περιοχή της Τουρκίας -πέρυσι στη χώρα η παραγωγή λιγνίτη είχε σημειώσει άνοδο περίπου 13% σε σχέση με το 2020, ενώ το ζενίθ της παραγωγής ήταν το 2019 που ήταν περίπου 0,5% υψηλότερη- και ένα σημαντικότατο κομμάτι της τοπικής οικονομίας, εργασίας και της λειτουργίας του λιμανιού στηρίζεται και συναρτάται με τη λειτουργία των ορυχείων.
Το Μουσείο Εξόρυξης Ζονγκουλντάκ, το μοναδικό στο είδος του στην Τουρκία, ιδρύθηκε για αφηγηθεί στους επισκέπτες την ιστορία περίπου δύο αιώνων της εξόρυξης λιθάνθρακα, μέσα από έγγραφα και αρχεία εφημερίδων, εργαλεία και εξοπλισμό εποχής, τα βήματα εξέλιξης των τεχνολογιών εξόρυξης, τους τύπους άνθρακα. Σε μια έκταση περίπου 7 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων, πάνω από τις στοές σε ένα διώροφο κτήριο βρίσκεται ο μουσειακός χώρος με τα εκθέματα, ενώ στον εξωτερικό χώρο όπου έχει διαμορφωθεί κήπος, υπάρχει μνημείο για τους ανθρακωρύχους της περιοχής, οι οποίοι έχασαν τη ζωή τους σε δυστυχήματα.
«Από τα έγκατα της γης του άνθρακα στις …πύλες του Άδη»
Πενήντα χιλιόμετρα από το Μουσείο Εξόρυξης Ζονγκουλντάκ, στην πόλη Ερελί (αρχαία Ηράκλεια) της ίδιας επαρχίας στη δυτική Μαύρη Θάλασσα, ανεβαίνοντας τα λίγα σκαλοπάτια που οδηγούν σε τρεις σπηλιές- τουριστικά αξιοθέατα, ο επισκέπτης βρίσκεται ξαφνικά μπροστά στο εστιατόριο «Acheron». Αχέρων; Μα η Αχερουσία λίμνη απέχει μόλις …1260 χιλιόμετρα από το Ερελί της Μαύρης Θάλασσας. Αλλά αυτό είναι απορία για Έλληνες… «Οι Έλληνες τα ξέρετε αυτά», λέει ο ξεναγός και δείχνει τη λίμνη, όπου ο βασιλιάς των Μυκηνών Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή για τον 12ο και πιο δύσκολο άθλο του: Να του φέρει ζωντανό τον Κέρβερο, το μυθικό τέρας που φύλαγε τις πύλες του Άδη, ώστε να μην φύγει κανένας από μέσα.
Αλλά και στο διαμορφωμένο για περίπατο παραλιακό μέτωπο του Ερελί ένα μπρούτζινο γλυπτό ξεχωρίζει από απόσταση. Είναι ο Ηρακλής που μεταφέρει στις πλάτες του τον τρικέφαλο Κέρβερο για να τον παραδώσει στον Ευρυσθέα, ο οποίος τρόμαξε τόσο που τον άφησε ελεύθερο να γυρίσει πίσω στην Αχερουσία. Ήταν ο Κέρβερος με τα τρία κεφάλια κι όχι εκείνος που περιγράφει ο Ησίοδος στη Θεογονία, σύμφωνα με τον οποίο ο Κέρβερος είναι ο άγριος σκύλος του Άδη, με ηχηρή φωνή και 50 κεφάλια. «Κέρβερος ωμηστής Αΐδεω κύων χαλκεόφωνος πεντηκοντακέφαλος», όπως το γράφει ο ίδιος.
Στη σύγχρονη εκδοχή της Μυθολογίας, οι κάτοικοι της Ηράκλειας της Μαύρης Θάλασσας, έδωσαν το όνομα του Ηρακλή στη σπηλιά για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους στον ημίθεο που τους απάλλαξε από τους Τριανες, τα τοπικά εγκληματικά στοιχεία.
Η σπηλιά του Ηρακλή είναι η μεγαλύτερη από τις τρεις σπηλιές. Αλλά πολύ ήσυχη για να είναι το τελευταίο οχυρό της ζωής πριν από τον θάνατο. Οι άλλες δύο σπηλιές είναι μια εκκλησία και μια φυσική κολυμβήθρα.
Το μωσαϊκό που σώζεται στο δάπεδο της πρώτης παραπέμπει σε κρυφή εκκλησία των πρώτων χριστιανικών χρόνων της Ρωμαϊκής εποχής, όταν οι Χριστιανοί ήταν υπό διωγμό. Η τρίτη σπηλιά, λέγεται Ayazma (Αγίασμα) και αποτελείται από μια γαλαζοπράσινη λίμνη που μοιάζει περισσότερο με δεξαμενή, στην οποία λέγεται ότι γίνονταν βαπτίσεις τα πρώτα χριστιανικά χρόνια. Ήταν χωρισμένη σε δύο μέρη, το πρώτο από τα οποία σήμερα χρησιμοποιείται ως χώρος για συναυλίες κλασσικής μουσικής.
Στη Μαύρη Θάλασσα τα ίχνη ζωής στο Ζονγκουλντάκ (από το Σανδαράκη, όνομα του οικισμού στα αρχαία και βυζαντινά χρόνια) φτάνουν μέχρι την εποχή των Φρυγικών φύλων, ενώ επισκέψιμο είναι και ένα από τα μεγαλύτερα σπήλαια με σταλακτίτες και σταλαγμίτες, το σπήλαιο Gökgöl. Η αρχαία Παρθενόπολις έχει εξελιχθεί στο σύγχρονο Μπαρτίν, που προσφέρει και λευκό μπακλαβά. Η Αμάσρα, που πήρε το όνομα της από την βασίλισσα Άμαστρις δέχεται χιλιάδες επισκέπτες στα βυζαντινά της τείχη. Οι κλειστοί φυσικοί της κόλποι προσφέρονται για κολύμβηση, κάτι που δε συμβαίνει σε άλλες παραθαλάσσιες πόλεις, όπου τα κύματα είναι ψηλά και οι διαθέσεις της σχεδόν πάντα φουρτουνιασμένης Μαύρης Θάλασσας άγριες. Στο λιμάνι της Αμάσρα που ανακατασκευάστηκε εκ βάθρων έναντι 4,3 εκ. δολαρίων από το εφετινό καλοκαίρι δένουν για σύντομες επισκέψεις ρωσικά κρουαζιερόπλοια που ξεκινούν από το Σότσι της Κριμαίας.
«Ένα χαρμάνι παράδοσης και μοντερνισμού»
Στην προώθηση ενός τουριστικού προϊόντος, όπου το στοιχείο της φύσης κυριαρχεί και αναδεικνύει όχι μόνο τους παραδοσιακά δημοφιλείς προορισμούς, εστιάζει ο Οργανισμός Τουριστικής Προβολής και Ανάπτυξης (TGA, Türkiye Tourism Promotion and Development Agency) «GoTürkiye» του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας, που διοργάνωσε ευρωπαϊκή αποστολή εκπροσώπων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στην περιοχή της δυτικής Μαύρης Θάλασσας.
Η αποστολή στην οποία συμμετείχαν δημοσιογράφοι από την Ελλάδα, τη Σερβία, τη Βουλγαρία, τη Γαλλία, την Πολωνία και τη Σουηδία είχε πρώτο σταθμό την Κωνσταντινούπολη, όπου οι διοργανωτές «σύστησαν» ένα νέο χαρμάνι παράδοσης και μοντερνισμού, που δοκιμάζει η τουρκική κουζίνα. «Τέλειο χαρμάνι παραδοσιακού τουρκικού φαγητού και μοντέρνας κουζίνας», έγραψε κάποιος σε σχόλιο του σε εστιατόριο στην περιοχή Kadikoy και φαίνεται πως η μοντέρνα πλευρά κερδίζει πόντους στην πόλη.
Στο παραθαλάσσιο Εμιγκράν, στην περιφέρεια της Κωνσταντινούπολης φιλοξενείται το εντυπωσιακό μουσείο του Τούρκου μεγιστάνα Σαμπαντζί, με πίνακες και γλυπτά από την οθωμανική περίοδο. Ο Σαμπαντζί είχε φτάσει στο νούμερο 147 της λίστας Forbes αλλά το βραβευμένο με αστέρι Michelin εστιατόριο Araka με τις εκλεπτυσμένες παραδοσιακές γεύσεις, λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα, στεγάζεται σε ένα παλιό διώροφο, σε βαθμό που να μην ξεχωρίζει από τις απλές διώροφες κατοικίες του χωριού.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ