Έχουν περάσει ακριβώς 50 χρόνια από την πρώτη προβολή του αριστουργηματικού φιλμ «Ο Κονφορμίστας» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, αλλά το θέμα του και τα βαθιά νοήματά του παραμένουν συνταρακτικά επίκαιρα. Ο μεγάλος Ιταλός σκηνοθέτης, ένας από τους άξιους εκπροσώπους εκείνης της περίφημης μεταπολεμικής γενιάς, βρίσκεται στην πιο εμπνευσμένη περίοδο της ζωής του, καθώς μας προσφέρει την ίδια χρονιά, εκτός από τον φημισμένο «Κονφορμίστα και τη «Στρατηγική της Αράχνης», ίσως μια από τις καλύτερες ταινίες της πλούσιας κινηματογραφικής του πορείας μαζί με το «1900».

 Ο Μπερτολούτσι (16 Μαρτίου 1941 – 26 Νοεμβρίου 2018), που αρκετά χρόνια μετά θα πάρει μία διαφορετική πορεία κάνοντας ταινίες για ένα ευρύτερο κοινό, συγκινώντας περισσότερο την Αμερικανική Ακαδημία (εννέα Όσκαρ για τον “Τελευταίο Αυτοκράτορα”), αλλά παύει να μας εκπλήσσει με τη διεισδυτική του ματιά, το ανήσυχο πνεύμα του, απέκτησε τεράστια φήμη με το «Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι» (1972) και το «1900» (1975) αλλά «Ο Κονφορμίστας» θα παραμείνει για πάντα το έμβλημά του.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 Στην Εποχή του Μουσολίνι

«Ο Κονφορμίστας», που βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Αλμπέρτο Μοράβια, μας πάει στην Ιταλία του 1938 και την εποχή του Μουσολίνι, όπου ένας γοητευτικός μεσοαστός δουλεύει για τις μυστικές υπηρεσίες των φασιστών. Είναι ο Μαρτσέλο, ένα δειλό ανθρωπάκι, που θέλει να θάψει την αντισυμβατική ενηλικίωσή του και να ενταχθεί στο κυρίαρχο ρεύμα της εποχής, να γίνει ένα ακόμη χρήσιμο γρανάζι στο φασιστικό σύστημα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σε ένα από τα πρώτα πλάνα της ταινίας ο Μαρτσέλο λέει ότι το ζητούμενο για τον ίδιο είναι η αίσθηση της «κανονικότητας». Γι’ αυτό είναι έτοιμος να προσφέρει τις σιχαμερές υπηρεσίες του στο φασιστικό κόμμα αλλά και να παντρευτεί μία ελκυστική κόρη μίας μπουρζουά οικογένειας. Ο Μαρτσέλο έχει να εκτελέσει μια σημαντική αποστολή, αυτή που θα τον ανεβάσει στην ιεραρχία του φασιστικού κόμματος. Θα πρέπει να σκοτώσει έναν αντικαθεστωτικό που ζει πλέον στο Παρίσι, αλλά τυγχάνει να είναι ο αγαπημένος του καθηγητής από το πανεπιστήμιο στη Ρώμη. Όμως, ο Μαρτσέλο δεν θα διστάσει, θα γίνει ακόμη πιο αναίσθητος, πιο δειλός, θα ξεριζώσει ακόμη και τα τελευταία στοιχεία του χαρακτήρα του, για να γίνει ένας «κανονικός».

Κομφορμισμός για Πάντα

Το σκεπτικό του Μπερτολούτσι δεν περιορίζεται στη φασιστική περίοδο της χώρας του και τη θλιβερή στάση των συμπατριωτών του εκείνη την εποχή, αλλά σε όλους αυτούς που είναι έτοιμοι να ξεχάσουν ποιοι είναι, να θάψουν το παρελθόν τους, την ταυτότητά τους, για να ενταχθούν στο μοντέλο της κανονικότητας, στο κυρίαρχο ρεύμα και θα τους προσδώσει το αίσθημα «σταθερότητας και ασφάλειας», όπως λέει και ο ήρωάς του.

Βρισκόμαστε στα 1970 και ο ιδεολόγος δημιουργός διαβλέπει τις αλλαγές που έρχονται, για τους μαχητικούς αριστερούς που είναι έτοιμοι να ενταχθούν στην επερχόμενη «κανονικότητα». Θα δικαιωθεί μερικά χρόνια μετά…

 Το θαύμα του Βιτόριο Στοράρο

«Ο Κονφορμίστας», όμως, δεν είναι μόνο ιδέες και σενάριο. Ο Μπερτολούτσι φτιάχνει ένα μεγαλειώδες εικαστικά έργο. Με εμμονή στη λεπτομέρεια, αναδεικνύοντας την μπαναλιτέ της μεοσαστικής τάξης, στήνει συνειδητά ένα σκηνικό μπαρόκ, που συνδυάζεται περίτεχνα με έναν ρωμαϊκό, καθολικό ρυθμό, ενώ οι λήψεις του αγγίζουν τον εξπρεσιονισμό, με τα απρόσμενα λοξά πλάνα του. Εδώ όμως έρχεται η συμβολή του κορυφαίου διευθυντή φωτογραφίας Βιτόριο Στοράρο, που πραγματικά κάνει θαύματα, αφήνοντας άφωνο ακόμη και το κοινό που γνωρίζει το μεγαλείο του, φωτίζοντας ιδιοφυώς τα ανθρώπινα πάθη, τα σκοτάδια του ανθρώπινου χαρακτήρα. Από κοντά και ο σκηνογράφος Φερντινάρντο Σκαρφιότι, αλλά και ο Ζορζ Ντελερού με τη διακριτική μουσική του. Η συμβολή όλων τεράστια. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι η ταινία του Μπερτολούτσι επηρέασε καθοριστικά και την επόμενη γενιά Αμερικανών σκηνοθετών, όπως ο Κόπολα, ο Σκορτσέζε, ο Ντε Πάλμα και ο Σρέιντερ.

Τρεντινιάν και Σαντρέλι, Σαντά

 Βεβαίως υπάρχει και το καστ της ταινίας που θα σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων του σκηνοθέτη. Με πρώτο τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν στον ρόλο του Μαρτσέλο, που εντυπωσιάζει με τη βαθιά εσωτερική ερμηνεία του, καταφέρνοντας να προσδώσει μία ανεξήγητη γοητεία στον χαρακτήρα, ενός γελοίου ανθρωπάκου. Εξαιρετική η Στεφάνια Σαντρέλι, θελκτική και απροστάτευτη από την άγουρη ομορφιά της και στον αντίποδα η Ντομινίκ Σαντά με την καθηλωτική γοητεία της. Δίπλα τους ο ζουμερός και αγαπημένος Γκαστόνε Μοσκίν και ο Πιέρ Κλεμεντί.

Η ταινία του Μπερτολούτσι, μπορεί να φανερώνει σε ορισμένα σημεία κάποιες ρυτίδες από τον χρόνο, όπως οι υπερβολικοί συμβολισμοί που τότε προκαλούσαν αίσθηση, αλλά μάλλον μοιάζουν περισσότερο με τα σημάδια γοητείας, όπως σε μια πραγματική, αυθεντικά όμορφη, γυναίκα. Είναι μια ταινία, όπως εύστοχα σχολίασε ένας απλός θεατής, «απ’ αυτές που δεν γυρίζονται πλέον». Και ο λόγος είναι τόσο απλός: Μπορεί να υπάρχουν σήμερα καλύτερα καταρτισμένοι σκηνοθέτες και τεχνικές ευκολίες, αλλά δεν υπάρχει η έμπνευση, που θα υπηρετήσει ιδέες και μάλιστα κόντρα στο ρεύμα και στα νύχια που δείχνει η «κανονικότητα» κάθε φορά, με οποιαδήποτε μορφή…

 Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ 

 

 

 

 

 

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης