Για χρόνια, πολλοί ειδικοί θεωρούσαν το φύλο ως μια κατασκευή δυαδικού τύπου, με τους ανθρώπους να κατατάσσονται είτε από την πλευρά του αρσενικού είτε από την πλευρά του θηλυκού. Αυτές οι ξεκάθαρες κατηγορίες όμως δεν καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις. Για παράδειγμα, τα αμφίφυλα άτομα (bi-gender) αλλάζουν ρόλους φύλου ανάλογα με την κατάσταση. Μπορεί, για παράδειγμα, να είναι θήλεα κατά τη διάρκεια της εργασίας τους και άρρενα στην κοινωνική τους ζωή. Επίσης, υπάρχουν άτομα που δεν προσδιορίζονται ως άνδρες ή γυναίκες, αλλά τοποθετούν το φύλο τους πάνω σε ένα συνεχές, με αποτέλεσμα αυτό να μην προσδιορίζεται 100% ούτε ως ανδρικό ούτε ως γυναικείο.
Το 70% μάλιστα των non-binary (μη δυαδικών) διεμφυλικών ατόμων είχε καταγραφεί ως θήλεα κατά τη γέννηση, ενώ στην ομάδα των ατόμων που δέχονταν το δίπολο των δύο φύλων η καταγραφή ήταν πιο ομοιόμορφη, με το 48% να έχει καταγραφεί ως θήλεα. Επίσης, τα μη δυαδικά ήταν πιο νέα.
Παράλληλα, οι νεότεροι είναι πιο πιθανό να νιώθουν περισσότερο άνετα εκφράζοντας το φύλο τους με έναν τρόπο περισσότερο ρευστό και ακαθόριστο σε σύγκριση με τους μεγαλύτερους σε ηλικία. Βρέθηκε, επίσης, ότι τα non-binary άτομα ζούσαν σε μεγάλες πόλεις όπου ένιωθαν μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης και είχαν περισσότερες πιθανότητες να γνωρίσουν άλλα άτομα που δεν μπορούν να εκφραστούν μέσα από τη δυαδικότητα του φύλου.
Ένα πολύ ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι τα non-binary άτομα απευθύνονταν λιγότερο συχνά στις υπηρεσίες υγείας, ίσως γιατί θεωρούσαν ότι η δική τους οπτική περί φύλου χρειαζόταν λιγότερες θεραπείες, αφού δεν υπήρχε επιθυμία μετάβασης σε ένα από τα δύο φύλα για να νιώσουν ολοκληρωμένα. Αναφορικά με τις προγραμματισμένες θεραπείες όμως η συχνότητα αναζήτησής τους και από τις δύο ομάδες συμμετεχόντων ήταν παρόμοια, με εξαίρεση τις θεραπείες που σχετίζονταν με τα πρωτογενή χαρακτηριστικά φύλου. Τέτοιες θεραπείες προγραμματίστηκαν από το 43% των non-binary και το 20% των υπολοίπων διεμφυλικών ατόμων.
Είναι πολύ σημαντικό οι επαγγελματίες υγείας να αναγνωρίσουν τον διαφορετικό τρόπο αντίληψης του φύλου στους ασθενείς και να είναι ενημερωμένοι για τον τρόπο με τον οποίο τα non-binary άτομα βιώνουν το φύλο τους, το οποίο δεν είναι ούτε αρσενικό ούτε θηλυκό, καθώς και να εκτιμούν ποτέ πρόκειται για ένα φύλο υγιές που εμπίπτει μέσα σ’ ένα ευρύ φάσμα κανονικότητας. Είναι, επίσης, απαραίτητη η επιπλέον κατάρτιση και εξειδίκευση σε θέματα φύλου, έτσι ώστε οι επαγγελματίες υγείας να μάθουν περισσότερα για τις ανάγκες υγείας των ασθενών τους.
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr