Μια εξομολογητική συνέντευξη παραχώρησε στο περιοδικό Down Town και στην Αμάντα Φούντη η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη. Η Ελληνίδα δρομέας, ξεδίπλωσε για πρώτη φορά άγνωστες πτυχές τόσο της προσωπικής της ζωής όσο και της σπουδαίας καριέρας της ως αθλήτρια μιλώντας για την πορεία της μέχρι την κορυφή, τη ζωή της και την οικογένειά της.

-Θέλω να μιλήσουμε αρχικά για την τεράστια αυτή κατάκτηση στο ευρωπαϊκό.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Ως αθλήτρια σίγουρα ξεπέρασα τον εαυτό μου, νιώθω πολύ γεμάτη και πραγματοποιήθηκαν τα όνειρά μου. Σαφέστατα θα ήθελα ένα βάθρο ακόμη σε Παγκόσμιο πρωτάθλημα ή Ολυμπιακούς αγώνες, όπως όλοι οι αθλητές. Βέβαια, στο Παγκόσμιο ήμουν 4η και 8η Ολυμπιονίκης, είναι σαν να είχα πάρει μετάλλιο. Ως Αντιγόνη, 38 ετών, αμφισβητούμενη από πολλούς για το αν θα τα καταφέρω ή όχι, ήθελα πραγματικά να περάσω το μήνυμα ότι δεν μπορεί κανείς να βάλει ημερομηνία λήξης σε όνειρα, ανθρώπους, σχέδια. Μόνοι μας τα βάζουμε αυτά. Αν αποφασίσω να βάλω ημερομηνία λήξης θα τη βάλω εγώ, κανείς άλλος».

-Φοβήθηκες με όλα αυτά τα φώτα που έπεσαν πάνω σου μήπως χάσεις τον εαυτό σου;

«Όχι, ξέρω τι θέλω. Άλλοι μπορεί να είχαν ως προτεραιότητα το να βγάλουν περισσότερα χρήματα, εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα φτωχή. Δεν με ενδιαφέρει να γίνω πλούσια. Με ενδιαφέρει να μπορώ να κάνω όπως πρέπει τη δουλειά μου. Με λίγα πράγματα και καλά, να δουλεύω και να προπονούμαι χωρίς προβλήματα. Για εμάς τους αθλητές μπορεί να είναι σημαντική και μία κουβέντα που μπορεί να μας πει κάποιος, ακόμα και έτσι νιώθουμε τη στήριξη. Μπορεί να σε πάρει ένας χορηγός και να σου πει: «Αντιγόνη, πώς είσαι σήμερα; Πώς τα βλέπεις τα πράγματα; Δεν μας ενδιαφέρει και να μην πετύχεις, εμείς είμαστε δίπλα σου.» Αυτό μπορεί να λειτουργήσει αυτόματα σαν να έχεις εκατό χορηγίες».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

-Τι σκέφτηκες στο βάθρο και λύγισες;

«Άρχισα να σκέφτομαι πώς ξεκίνησα τον αθλητισμό,πώς σταμάτησα, πώς ξαναξεκίνησα, τις δυσκολίες που αντιμετώπισα στη ζωή μου, τα προβλήματα που αντιμετώπισε η οικογένειά μου για να μπορώ να κάνω εγώ αθλητισμό. Ήμουν από μια πολύ φτωχή οικογένεια με τέσσερα παιδιά. Με μία μητέρα που δούλευε απεριόριστες ώρες για να μπορέσει να μας μεγαλώσει και να μας σπουδάσει. Καταλαβαίνεις πως η δυσκολία αυτή με έκανε να φτάσω στο βάθρο και να περνάει όλη η ζωή από μπροστά μου γρήγορα σαν μια μικρή ταινία. Πίστεψέ με, δεν γνωρίζει κανείς ούτε το 1⁄3 από τη ζωή μου. Κάποια στιγμή θα γράψω ένα βιβλίο».

-Είχες σταματήσει για ένα διάστημα τον πρωταθλητισμό και όπως είχες πει ξαναξεκίνησες για να πάρεις κιλά. Γιατί σταμάτησες την πρώτη φορά;

«Ναι, ναι. Τώρα είμαι 50 κιλά, τότε ήμουν 43. Ήταν μία περίοδος πολύ αδιάφορη για τη ζωή μου. Δεν είχα στόχους και όραμα, είχα χαθεί στο τίποτα και έτσι ξαναξεκίνησα. Είχα σταματήσει λόγω προβλημάτων της οικογένειας. Έπρεπε να δουλέψω για να μπορώ να στηρίξω τα μικρά μου αδέρφια. Όταν σταμάτησα, τα αδέρφια μου ήταν στο δημοτικό. Έπρεπε να τα ετοιμάσω για το σχολείο, τα φροντιστήρια… Είχα έναν άλλο ρόλο τότε, πολύ σημαντικό, και έπρεπε να είμαι αφοσιωμένη σε αυτόν. Η μαμά μου δούλευε όλη μέρα. Η μεγάλη αδερφή μου είχε αρραβωνιαστεί και είχα να φροντίζω τα δύο μικρά αδέρφια μου, που έπρεπε να πάρουν το δρόμο τους. Το έβλεπα σαν υποχρέωση, το έκανα με αγάπη, δεν το έκανα με το ζόρι».

-Δεν είχες όμως κι εσύ την ανάγκη να ζήσεις τα παιδικά σου χρόνια πιο ανέμελα;

«Ξέρεις τι κακό πιστεύω ότι έχει ο πρωταθλητισμός; Γιατί είναι κακό. Χάνεις την παιδικότητά σου, το παιχνίδι. Και είναι χρόνια που δεν τα ξαναζείς ποτέ. Φτάνεις σε ένα σημείο που είμαι εγώ I38 ετών – βέβαια εγώ έζησα καλά, έπαιζα, γιατί ήμουν αρκετά δραστήριο παιδί, όμως έχω χάσει άλλα πράγματα που θα μπορούσα να έχω κάνει και δεν έκανα λόγω του πρωταθλητισμού».

-Τι νιώθεις πως θα ήθελες να έχεις κάνει;

«Ίσως θα ήθελα να ζήσω τα φοιτητικά μου χρόνια, να έχω πάει πενταήμερη που δεν πήγα, να μπορούσα να βγαίνω με φίλους βόλτες για καφέ στα 14 μου που ξεκινούσαν τα παιδάκια όλα. Έχοντας παράλληλα και τα προβλήματα στο σπίτι και επειδή ήμουν από φτωχή οικογένεια δεχόμασταν από άλλα παιδιά της ηλικίας μας σχόλια όπως «ααα, δεν την κάνουμε παρέα αυτήν γιατί τα παπούτσια της είναι τρύπια» – αυτό που σήμερα ονομάζεται bullying. Υπήρχαν κοριτσοπαρέες τότε που εμένα και τη μεγάλη αδερφή μου δεν μας έκαναν παρέα γι’ αυτό το λόγο. Επειδή ήμασταν οι φτωχές της γειτονιάς και ήταν τρύπια τα παπούτσια μας. Ήταν δέκα κορίτσια μαζί κι εγώ με την αδερφή μου μόνες. Τώρα είμαστε όλες φίλες πια… δεν φοράω τρύπια παπούτσια».

-Και τελικά με το βάδην πόσα παπούτσια έλιωσες για να φτάσεις μέχρι εδώ;

«Έχω τρυπήσει πολλά. Άσ’ το, είναι πάρα πολλά, δεν μπορώ να σκεφτώ. Η μαμά μου βέβαια τα λιώνει στη δουλειά πιο πολύ από εμένα. Είναι πολύ όμορφο που ο σύζυγός σου είναι πάντα δίπλα σου στηρίζοντας κάθε βήμα σου. Όταν γνωριστήκαμε με τον Άγγελο ήταν η περίοδος που είχα σταματήσει τον αθλητισμό. Eκείνο τον ενάμιση χρόνο που δεν έκανα τίποτα βγαίναμε με φίλους, διακοπές, ταξίδια. Μετά διακόψαμε για πέντε μήνες τη σχέση μας. Ήταν το διάστημα αυτό που άρχισα να ξανακάνω αθλητισμό. Όταν ήρθε πάλι στη ζωή μου, με γνώρισε για δεύτερη φορά ως αθλήτρια με στόχους. Είχα ήδη αρχίσει να μπαίνω στον υψηλό αθλητισμό. Θαύμασε σε μένα το ότι σε σύντομο διάστημα αφοσιώθηκα τόσο πολύ σε αυτό και κατάλαβε πως έχω κάποιο κίνητρο, κάποια σπίθα. Του είπα εξαρχής πως είναι από τα όνειρά μου και δεν θα το στερηθώ για κανέναν. Ήμουν ξεκάθαρη για το τι ζητάω. Έχουμε πολύ διαφορετικές δουλειές, οπότε εξαρχής είχαμε βάλει όρια. Εγώ έκανα αθλητισμό και ο Άγγελος δουλεύει νύχτα –είναι τραγουδιστής–, οπότε κάναμε άλλη ζωή. Πολλές φορές έχει τύχει να συναντιόμαστε στην πόρτα καθώς ο Άγγελος μπαίνει σπίτι το πρωί από τη δουλειά κι εγώ βγαίνω για προπόνηση».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης