Δεν υπάρχει καταλληλότερο τραγούδι από αυτό παρακάτω για την ιστορία που θα σας πω. Η Gin Wigmore εκφράζει κάθε εκδικητικό ερωτευμένο ή πρώην ερωτευμένο που ετοιμάζει το τέλειο… έγκλημα. «Κανείς δεν θα μάθει ότι δεν θα γυρίσεις στο σπίτι», λέει.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στην πραγματικότητα βέβαια, και όχι στα τραγούδια ή στις ταινίες, η εκδίκηση είναι συνήθως πιο απλή: έρχεται με τη μορφή της επιβεβαίωσης ή της μετάνοιας, ή των παρακαλητών στα γόνατα ή έστω με λουλούδια/ γράμματα/ γύρνα πίσω/ χωρίς εσένα θα πεθάνω. Σε όλους μας έχει συμβεί έστω ένα από τα παραπάνω. Και κάποιοι δεν το απολαμβάνουν. Δεν έχει νόημα η μετάνοια κάποιου όταν τον έχεις ξεπεράσει ή όταν έχεις προχωρήσει, ή έστω, όταν έχεις βάλει τελεία. Για κάποιους άλλους πάλι (τους εκδικητικούς, συνήθως σκορπιούς, σηκώνω το χέρι, είμαι ανάμεσά τους) υπάρχει μία γεύση αλλιώτικη σε όλα αυτά. Ακόμη κι αν έχεις γυρίσει σελίδα ή έχεις προχωρήσει παρακάτω, μία μετάνοια (όχι μόνο στον ερωτικό τομέα, αλλά μιας και σε αυτόν αναφερόμαστε, θα μείνω εδώ) έχει αξία. Δημιουργεί ένα εσωτερικό χαμόγελο, μία ικανοποίηση που δεν την ελέγχεις. Όχι, δεν θέλω να με παρακαλάς ούτε να στεναχωριέσαι αφού πια δεν σημαίνει κάτι για μένα αυτό, αλλά μέσα μου βαθιά, χαίρομαι.

Η ιστορία έχει ως εξής: Όταν η Σ γνώρισε τον Α, ήθελε να δοθεί, να αφεθεί, να μοιραστεί, να ζήσει. Ήξερε/ πίστευε/ ήλπιζε ότι εκείνος θα έβλεπε. Τις ομορφιές, τα χαρίσματά της, αυτά που μπορούσαν να περάσουν μαζί. Θα έβλεπε. Ο Α όμως είχε τις δικές του ανασφάλειες, τις δικές του ανάγκες, τα δικά του κενά. Είχε πάψει να περιμένει πως κάποια θα δει τα δικά του χαρίσματα. Του αρκούσε που τα έβλεπε ο ίδιος. Αυτοπεποίθηση στα ύψη. Ήθελε απλώς μία γυναίκα που μαζί της θα περνάει λίγες αλλά ωραίες στιγμές. Μία γυναίκα που να μην τον κρίνει, να μην τον ελέγχει, να μην θέλει να τον αλλάξει, να μην θέλει καν να έχουν ΚΑΝΟΝΙΚΗ σχέση.

Δεν ξέρω πώς κόλλησαν αυτοί οι δύο άνθρωποι, αλλά πάντως κόλλησαν, παρόλο που ήθελαν τόσο διαφορετικά πράγματα (αυτές οι υποχωρήσεις στα θέλω είναι που μας οδηγούν συνήθως στη μοναξιά, και πληγωμένους από πάνω). Μοιράστηκαν πολλές στιγμές, για καιρό. Κάποιες φορές ήταν πιο “ζεστές” από άλλες. Έδειχναν πως υπήρχαν κοινά σημεία, κοινά ενδιαφέροντα, πως οι δυο τους θα μπορούσαν να ανέβουν ένα σκαλοπάτι μαζί, να χτίσουν κάτι όμορφο μαζί. Αλλά κάποιος από τους δύο δεν τόλμησε (και πιστεύω πως φαντάζεστε ποιος. Εκείνος. Sorry guys, αλλά εσείς συνήθως φοβάστε το χτίσιμο. Στο γκρέμισμα είστε αλάνια). Εκείνος έχτιζε μόνος του. Έναν τοίχο. Ανάμεσά τους. Ώστε ποτέ να μην πλησιάσουν τόσο όσο θα ήταν “επικίνδυνο” για εκείνον, για τη βόλεψή του, για τη μοναξιά του, για τον κόσμο του. Κανείς δεν θέλει να είναι μόνος του, παιδιά. Κι αν κάποιος το λέει αυτό (ειδικά σε μία γυναίκα και όχι στους φίλους του) εννοεί ότι δεν θέλει να είναι με αυτή τη γυναίκα. Απλούστατα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η Σ. επέμεινε και περίμενε. Πίστευε ότι υπήρχαν και από την πλευρά του αισθήματα που θα έβγαιναν στην επιφάνεια. Για να μην σας τα πολυλογώ, δεν βγήκαν. Γιατί δεν υπήρχαν ή γιατί δεν υπήρχε το θάρρος για να βγουν. Και τέλος. Ένα χρόνο μετά, είναι ερωτευμένη, συζεί με έναν άντρα, έχει βρει το άλλο της μισό. Όταν ο Σ εμφανίζεται στα ξαφνικά, ως ο άνθρωπος που πάντα την αγαπούσε αλλά δεν είχε το μυαλό μέσα στο κεφάλι του τότε, αλλά τώρα έχει καταλάβει ότι εκείνη ήταν η ιδανική και θέλει να τη δει σοβαρά. Θέλει να την παντρευτεί. Η πόρτα δεν είναι απλώς κλειστή, είναι σφραγισμένη. Και τον ευχαριστεί πολύ γιατί χάρη στην τότε απορριπτική στάση του, είδε καθαρά, και βρήκε αυτόν που της ταιριάζει. Τον μεγάλο έρωτα. Αυτή όμως η στιγμή, η μικρή στιγμή που βλέπεις ότι αυτός που ΕΣΥ περίμενες, ΕΣΥ γούσταρες/λάτρευες/ερωτευόσουν κάθε μέρα, βλέπει πως ΕΣΥ είσαι αυτό που θέλει πια, είναι … η στιγμή εκδίκησης.

Μα πείτε μου, δεν είναι γλυκιά;

ΥΓ: Αυτή είναι απλά μια ιστορία φαντασίας (και ειπωμένη από την πλευρά της εκδίκησης, όχι του σωστού ή του λάθους ή του δικαίου ή της αγάπης. Απλά της εκδίκησης).

Πηγή: the-red-studio.blogspot.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης