Του Παύλου Κρούστη
Πληροφορίες
Τίτλος: Mirror’s Edge Catalyst
Πλατφόρμες: PlayStation 4 / Xbox One / PC
Tested on: PlayStation 4
Εταιρεία Ανάπτυξης: DICE
Εκδότρια Εταιρεία: EA
Είδος: First-Person Platformer / Action-Adventure
Ηλικίες: 16+
Εισαγωγή
Για όσους δε γνωρίζουν:
«Το παρκούρ (γαλλικά και αγγλικά: parkour), γνωστό και ως Τέχνη της Κίνησης, είναι μια γαλλικής καταγωγής μη-ανταγωνιστική σωματική και πνευματική τέχνη που έχει ως στόχο την ταχύτατη και βέλτιστη δυνατή μετακίνηση από οποιοδήποτε σημείο του χώρου Α σε διαφορετικό σημείο Β, χρησιμοποιώντας μόνο τις ανθρώπινες σωματικές ικανότητες.» (Wikipedia)
Η DICE, η εταιρεία που μας έχει δώσει τη σειρά Battlefield, ανάμεσα σε άλλα, αλλά και το πιο πρόσφατο Star Wars Battlefront, κυκλοφόρησε το 2008 έναν ιδιαίτερα πρωτότυπο τίτλο, με την ονομασία Mirror’s Edge. Με πρωταγωνίστρια την Faith, μια Runner/αθλήτρια παρκούρ, αλλά και ένα πολύ ιδιαίτερο art direction έφερε μια νέα πνοή στον ιδιαίτερα κορεσμένο τομέα των First-Person games.
Χρησιμοποιώντας πολλές από τις αρχές του παρκούρ σε συνδυασμό με την gaming λογική των platform παιχνιδιών, το Mirror’s Edge απέκτησε φανατικούς οπαδούς, ενώ πολλοί περίμεναν ένα sequel. Δυστυχώς, οι πωλήσεις του δεν ήταν οι αναμενόμενες (μετά βίας έφτασε τα 2,5 εκ. κομμάτια, ενώ η EA υπολόγιζε να φτάσει τα 3 εκ.) και έτσι το sequel δυσκολεύτηκε να βρει το δρόμο του.
Έπειτα από αρκετές καθυστερήσεις και αναβολές, η EA ανακοίνωσε ότι το επόμενο παιχνίδι του franchise αναπτύσσεται από μια μικρή ομάδα εντός της DICE και θα αργήσει λίγο παραπάνω. Η αναμονή τελικά διήρκεσε οκτώ χρόνια, ενώ υπήρξε μια σύγχυση ως προς το αν το παιχνίδι θα ήταν sequel/prequel ή κάτι άλλο. Τελικά ανακοίνωσαν ότι πρόκειται για reboot, που θα μας παρουσιάσει εκ νέου την πρωταγωνίστρια Faith, αλλά και την Glass City, την πόλη στην οποία διαδραματίζεται το παιχνίδι.
Σενάριο
Το Mirror’s Edge Catalyst διαδραματίζεται στην πόλη Glass, που αποτελεί την πρωτεύουσα του κράτους Cascadia. H πόλη διοικείται από το Conglomerate, έναν συνασπισμό διαφόρων φατριών, που κυβερνούν απολυταρχικά και με γνώμονα το όφελος που έχουν από το διαχωρισμό των κοινωνικών στρωμάτων. Με λίγα λόγια, έχουμε την εκδοχή της DICE για ακόμα μία dystopia, ενώ αξίζει να αναφέρουμε ότι διαθέτει πολλές λεπτομέρειες, που την κάνουν να φαίνεται ζωντανή.
Η πρωταγωνίστρια του παιχνιδιού, Faith Connors, είναι μία Runner/Δρομέας. Οι δρομείς είναι μια κοινότητα που αντιτίθεται στην δυναστεία του Conglomerate και είναι χωρισμένη σε ομάδες. Όπως μαθαίνουμε από την εισαγωγή του παιχνιδιού, ο αρχηγός της ομάδας της πρωταγωνίστριας, ο Noah, μάζεψε την Faith όταν σκοτώθηκαν οι γονείς της σε κάποιες αναταραχές και την μεγάλωσε.
H EA για να μας βάλει στο κλίμα, κυκλοφόρησε μέσω της Dark Horse Comics μια σειρά από κόμικς που ονομάζονται Mirror’s Edge Exordium και εξιστορούν το πώς κατέληξε ακριβώς η Faith στη φυλακή στην αρχή του Catalyst. To συγκεκριμένο κόμικ χρειάζεται να το διαβάσετε (ή να το δείτε), γιατί δυστυχώς δε θα μπορέσετε να αντιληφθείτε αρκετά πράγματα κατά τη διάρκεια της εξέλιξης της ιστορίας αλλιώς.
Το πρώτο παιχνίδι Mirror’s Edge, που κυκλοφόρησε το 2008, έφερε ένα τσουβάλι νέες ιδέες και μας παρουσίασε μια εκπληκτική πρωταγωνίστρια, λίγους και όχι σύνθετους δευτερεύοντες χαρακτήρες και έναν «κακό», που έκανε τη δουλειά του. Η οκταετής ανάπτυξη του Catalyst απ’ ότι φαίνεται έφερε πολλά προβλήματα όμως.
Για αρχή, είναι πασιφανές ότι η DICE δεν ήξερε προς ποια κατεύθυνση να κινηθεί: στην αρχή είχαν δηλώσει ότι θα δούμε το prequel, όπως και την αρχή της ιστορίας της Faith, ενώ στην πορεία ανακοίνωσαν ότι θα είναι νέο ξεκίνημα για τη σειρά (reboot). Μετά από ένα μόλις παιχνίδι… το reboot φαίνεται κάπως αχρείαστο. Ούτε οι ίδιοι δεν πίστεψαν στο υλικό που είχαν. Κατά συνέπεια, το Catalyst κατέληξε να είναι μια νέα αρχή. Οι προβληματικές πωλήσεις του αρχικού παιχνιδιού, δεν άφησαν το καλλιτεχνικό ταλέντο να εξελιχθεί κόβωντάς του τα φτερά. Τι πήραμε τελικά;
Το σενάριο του Mirror’s Edge Catalyst είναι μέτριο στην καλύτερη. Είναι πιο πολύπλοκο από το πρώτο, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, ενώ οι δευτερεύοντες χαρακτήρες είναι ο ένας χειρότερος από τον άλλον. Από την «tech freak» Plastic, στον «πιο-αδιάφορος-πεθαίνεις» Icarus και μετά στον «cool-πατρική-φιγούρα» Noah. Ο χαρακτήρας της Faith υποτίθεται έχει κάποια εξέλιξη μέσα από το κόμικ και μέχρι το τέλος του παιχνιδιού, αλλά αυτή η εξέλιξη έχει να κάνει απλά με το να μάθει πράγματα για το παρελθόν της, την αδερφή της και απλά να μάθει πώς να εκτιμά τα όσα της δίνονται. Ένας δυνατός χαρακτήρας είναι ο Dogen, ο οποίος είναι και ο πιο αξιομνημόνευτος, ενώ ο βασικός antagonist, Gabriel Kruger, σίγουρα δεν αποτελεί πρότυπο.
Η εξέλιξη του παιχνιδιού δυστυχώς είναι αρκετά βαρετή με δύο σημεία-κλειδιά/ανατροπές, που φαίνονται από χιλιόμετρα νωρίτερα, ενώ η κατάληξη αφήνει πολλά μέτωπα ανοιχτά, μόνο και μόνο για να μπορέσει να συνεχίσει σε επερχόμενα sequels. Δυστυχώς ο τρόπος που γίνεται κάτι τέτοιο είναι άτσαλος και φαίνεται ότι από το παιχνίδι έχουν κοπεί αρκετά πράγματα, είτε για να μπουν στο Exordium, είτε απλά επειδή η ανάπτυξη πήρε παραπάνω από όσο έπρεπε. Ενώ το setting του παιχνιδιού έχει πολλές δυνατότητες, δυστυχώς το σενάριο κατέληξε να είναι χειρότερο όχι μόνο των προσδοκιών, αλλά και του μέτριου σεναρίου από το πρώτο παιχνίδι. Το prequel-comic είναι αισθητά πιο ενδιαφέρον και αυτό λέει πολλά δυστυχώς…
Gameplay
Ευτυχώς δε θα χρειαστεί να δώσετε ιδιαίτερη σημασία στο σενάριο, καθώς ο βασικός πυλώνας του παιχνιδιού είναι η εξερεύνηση μέσω του free-running/παρκούρ. Μια βασική αλλαγή σε σχέση με το πρώτο παιχνίδι είναι ότι πλέον ο τίτλος είναι open-world. Η Glass City χωρίζεται σε 10 περιοχές, στις οποίες θα έχετε διάφορα πράγματα για να ασχοληθείτε. Θα βρείτε 15 βασικές αποστολές και 15 side missions, που έχουν σχέση με τους δευτερεύοντες χαρακτήρες, ενώ θα βρείτε σε αφθονία τα Time Trials του προηγούμενου τίτλου, που πλέον έχουν μετονομαστεί σε Dashes, αλλά και άλλες αποστολές, που θα σας αναγκάσουν να μεταβείτε από το σημείο Α στο σημείο Β, όσο πιο γρήγορα μπορείτε, όπως η μεταφορά ευαίσθητων αντικειμένων για παράδειγμα.
Επιπρόσθετα θα βρείτε κάποια security hubs, τα οποία προστατεύουν οι φύλακες της KrugerSec, στα οποία θα πρέπει πρώτα να μοιράσετε ένα χέρι ξύλο, στη συνέχεια να καταστρέψετε το hub και τέλος να ξεφύγετε από τους φρουρούς. Επίσης, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι πύργοι, οι οποίοι λειτουργούν σαν αυτούς του Far Cry, όπου θα πρέπει να τους σκαρφαλώσετε, ώστε να αποκτήσετε πρόσβαση σε κάποιο τερματικό και να μπορείτε μετά να χρησιμοποιείτε το fast travel στις βάσεις της κάθε περιοχής. Τα collectibles επίσης έχουν αυξηθεί κατάλληλα με εκατοντάδες πλέον να βρίσκονται γύρω σας σε διάφορες μορφές: ηχογραφημένα μηνύματα, έγγραφα, μυστικές τσάντες (όπως και στο προηγούμενο), αλλά και τα gridNotes (κίτρινες σφαίρες στον αέρα), που θα βρείτε διάσπαρτα παντού, ώστε να σας δοθεί κίνητρο προς εξερεύνηση της πόλης.
Το παρκούρ αυτή τη φορά είναι εμπλουτισμένο σε σχέση με το παιχνίδι του 2008 και προσδίδει πιο φυσική ροή στις κινήσεις της Faith.Όσο περισσότερες αποστολές ολοκληρώνετε ή όσο μαζεύετε collectibles, τότε αυξάνονται τα experience points σας και σας δίνονται πόντοι, τους οποίους μπορείτε να ξοδέψετε στο ολοκαίνουριο upgrade system της Faith. Μπορείτε να αγοράσετε νέες κινήσεις για το free-running, νέες κινήσεις για τις μάχες ή τεχνολογία, που μπορεί να σας βοηθήσει στον αγώνα σας. Πέρα από τα upgrades για το παρκούρ πάντως, το upgrade system ήταν ελαφρώς άχρηστο, καθώς θα σπαταλήσετε τους πόντους σας και δε θα καταλάβετε διαφορά στο gameplay. Χρειαζόταν μεγαλύτερη προσπάθεια στον συγκεκριμένο τομέα…
Ένα απ’ τα upgrades, που θα λάβετε κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού είναι το Magrope. Πρόκειται στην ουσία για ένα μαγνητικό σχοινί, που μπορεί να «κολλήσει» επάνω σε κάποια συγκεκριμένα σημεία και να σας βοηθήσει να περάσετε πάνω από χάσματα. Επίσης θα βρείτε πολλές νέες κινήσεις στο ρεπερτόριο της Faith, όπως το springboard, το πιάσιμο από τις κάθετες λαβές για να στρίψετε, τα διάφορα είδη περασμάτων και άλλα πολλά, που κάνουν το παρκούρ ακόμα πιο ρευστό.
Το open-world στοιχείο έφερε μια ωραία ροή στον τίτλο, που έλειπε από τον προηγούμενο, όμως έχει χαλάσει ελαφρώς αυτό το compact στοιχείο του, που σας έδινε σαφώς τον στόχο σας χωρίς πολλά πολλά. Ενώ πλέον σας δίνονται περισσότερες επιλογές και για παράδειγμα τα dashes έχουν πλέον τη δυνατότητα να τερματιστούν μέσω διαφορετικών διαδρομών, το open world στοιχείο έχει φέρει και τα προβλήματά του. Δε θα ξέρετε ποτέ πού θα πρέπει να πάτε και θα πρέπει απαραίτητα να χρησιμοποιείτε τον οδηγό ή αλλιώς Echo: μια κόκκινη (είναι customizable) θολούρα, που σας δείχνει το δρόμο και είναι ελαφρώς εκνευριστική, όταν την ακολουθείτε, αλλά δυστυχώς αναγκαίο κακό, καθώς ο χάρτης είναι αχανής και όλα τα κτίρια μοιάζουν μεταξύ τους. Επιπρόσθετα, όταν βάζετε κάποιο σημείο στο χάρτη, που θέλετε να πάτε, τότε γίνονται κόκκινα κάποια αντικείμενα στα περιβάλλοντά σας για να σας δείξουν το δρόμο. Το σύστημα της περιπλάνησης έχει στα θετικά τις εκπληκτικές κινήσεις της Faith, που θα σας κάνουν να νιώσετε το υψόμετρο στο οποίο βρίσκεστε, αλλά και την ένταση σε κάθε άλμα, όμως θα πρέπει να έχετε το νου σας για την κατεύθυνση, που έχετε πάρει, καθώς πολλές φορές είναι εύκολο να χαθείτε, ειδικότερα όταν η echo δε δουλεύει σωστά και δεν εμφανίζεται.
Ένα άλλο βασικό κομμάτι, για το οποίο είχε επικριθεί μάλιστα το προηγούμενο παιχνίδι, είναι οι μάχες. Πλέον δε θα αγγίξετε κανένα όπλο και δε θα πυροβολήσετε ούτε σφαίρα. Από την άλλη, έχει αλλάξει εντελώς το σύστημα, με το οποίο θα αντιμετωπίζετε τους εχθρούς σας, ενώ σε κάθε πιθανή μάχη, σας προτρέπει να μην παλεύετε μαζί τους, αλλά να τους αποφεύγετε. Θα λέγαμε ότι δε φτιάχτηκε ώστε να είναι διασκεδαστικό, αλλά να σας ωθεί ώστε να τους αποφύγετε. Πλέον έχετε δύο επιθέσεις: μία γρήγορη, που αυξάνει την μπάρα της ταχύτητάς σας και μια πιο δυνατή επίθεση. Μπορείτε να συνδυάσετε τις κλωτσιές και τις γροθιές σας με διάφορα ακροβατικά, όπως το slide ή το wallrun για μεγαλύτερη ζημιά. Δυστυχώς, οι επιθέσεις των εχθρών αποφεύγονται πολύ εύκολα με το R2 (RT) και είναι πολύ λίγες. Η μάχη του Catalyst είναι ένα από τα σημεία, που όχι μόνο δεν διορθώθηκε, αλλά έγινε και χειρότερη, θα λέγαμε.
Το Mirror’s Edge Catalyst έρχεται να προσθέσει και το διαδικτυακό κομμάτι , όπου μπορείτε να αναμετρηθείτε με τους φίλους σας σε custom προκλήσεις σε ασύγχρονο παιχνίδι. Μπορείτε να δημιουργήσετε το δικό σας σημείο στο χάρτη, για να προκαλέσετε τους φίλους σας να φτάσουν εκεί που φτάσατε και εσείς ή μπορείτε να δημιουργήσετε το δικό σας αγώνα με μια διαδρομή δική σας. Επιπρόσθετα, παντού υπάρχουν leaderboards και τέλος θα μπορείτε να χακάρετε τις γιγαντό-οθόνες και τα πάνελ στο παιχνίδι, ώστε να δείχνουν το δικό σας σήμα και να το βλέπουν οι φίλοι σας.
Οι μάχες πλέον έχουν μεγαλύτερη ποικιλία, αλλά στο σύνολο είναι ένα απ’ τα κακά στοιχεία του τίτλου.
Τεχνικός Τομέας
Το παιχνίδι είναι βασισμένο στη μηχανή γραφικών, που χρησιμοποιεί η EA πλέον σχεδόν σε όλους τους AAA τίτλους της, την Frostbite 3. Η μετάβαση από την Unreal 3 έγινε για λόγους budget και οφείλουμε να πούμε ότι μας φάνηκε αρκετά ομαλή. Το art design παραμένει πρότυπο, όπως ξεχώρισε και το 2008, αλλά δυστυχώς δεν είδαμε την ποικιλία ή τις νέες ιδέες, που θα θέλαμε.
Πέρα από τα μοντέλα των βασικών χαρακτήρων, τα υπόλοιπα έχουν ελλείψεις στην λεπτομέρεια, όπως επίσης και τα περιβάλλοντα, τα οποία ναι μεν είναι κενά επίτηδες, αλλά θα έπρεπε έστω να παρουσιάσουν κάτι φρέσκο, αφού όλα μοιάζουν μεταξύ τους, ενώ φέρνουν κατά νου και το πρώτο παιχνίδι. Κατά κύριο λόγο θα βρίσκεστε σε ταράτσες κτιρίων, ενώ θα περάσετε και μέσα από κατοικίες, γραφεία, υπονόμους, οικοδομές κ.α.
Το art direction διατηρεί το χαρακτήρα του παιχνιδιού, κάνοντάς το να ξεχωρίζει, όπως ακριβώς και στον προηγούμενο τίτλο, ενώ πλέον έχουμε και το κύκλο ημέρας-νύχτας να φωτίζει τις τοποθεσίες διαφορετικά και να τις κάνει σχεδόν αγνώριστες. Τo open-world στοιχείο φαίνεται να δουλεύει σωστά και υπάρχει αρκετή ποικιλία σε όλες τις περιοχές, όσον αφορά τη γεωμετρία. Θα θέλαμε όμως οι περιοχές να έχουν πιο έντονα ξεχωριστά χαρακτηριστικά, ώστε να μένουν στη μνήμη.
Το Catalyst απογοητεύει ως νέο Mirror’s Edge, αλλά δεν παύει να προσφέρει απλόχερα ικανοποίηση μέσα από το gameplay του και το εθιστικό free-running.Τα animations της Faith είναι εξαιρετικής ποιότητας με ιδιαίτερη βάση να έχει δοθεί στη ροή των κινήσεων, ενώ τα cutscenes, που θα δείτε στην αρχή και στο τέλος των βασικών αποστολών είναι εξαιρετικής ποιότητας (αν και με μέτρια συμπίεση). Τα υλικά στους τοίχους, στα έπιπλα, στα κτίρια κλπ. κάνουν επίσης πολύ καλά τη δουλειά τους, αν και σε πολλές περιπτώσεις διακρίναμε pop-up (τα textures εμφανίζονταν μετά από κάποια δευτερόλεπτα) ή οι υφές αργούσαν να φορτώσουν στην καλύτερη ποιότητα. Επιπρόσθετα, κάτι το οποίο δημιουργεί αρκετά αρνητικό κλίμα για το παιχνίδι είναι το εκτενές loading.
Η μουσική επένδυση, μετά τη μεγάλη επιτυχία του προηγούμενου παιχνιδιού αφέθηκε και πάλι στον Solar Fields, ο οποίος έβαλε τα δυνατά του και μπορεί να μην έχουμε πλέον ένα κομμάτι ανά πίστα, αλλά έχει επενδύσει πολύ ταιριαστά την κάθε κατάσταση που θα βιώσετε εντός παιχνιδιού με άλλοτε γρήγορους ηλεκτρονικούς ρυθμούς και άλλοτε ατμοσφαιρικούς. Το κομμάτι των τίτλων, που δημιουργήθηκε σε συνεργασία με το συγκρότημα Chvrches δυστυχώς αποτελεί μια τραγική στιγμή και δεν έχει ουδεμία σχέση με το εκπληκτικό τραγούδι της Lisa Miskovsky, που είχε φτιαχτεί για πρώτο παιχνίδι.
Τα ηχητικά εφέ του παιχνιδιού βρίσκονται σε εξαιρετικά επίπεδα με τα πατήματα της Faith, αλλά και την ανάσα της να μας μεταδίδει την ένταση της στιγμής. Τα voice-overs θα μπορούσαν να είναι σε πολύ καλύτερα επίπεδα, με κάποιους χαρακτήρες, όπως τον Dogen ή τον Noah να είναι στα θετικά και άλλους, όπως τον Icarus και την εκνευριστική Plastic να μην πείθουν, αλλά να κάνουν τη δουλειά τους απλά.
Το παιχνίδι τρέχει στα 60 καρέ το δευτερόλεπτο, κάτι το οποίο αξίζει να παινέσουμε, αλλά δυστυχώς η ανάλυση στο PS4 και στο Xbox One δε φτάνουν τα στάνταρντς της εποχής, όπως και πολλά από τα παιχνίδια που τρέχουν στην Frostbite 3, με το PS4 να είναι στα 900p και το Xbox One στα 720p. Οι καλές επιδόσεις χρειάζονται σε έναν τίτλο που απαιτεί να χρησιμοποιήσετε τα αντανακλαστικά σας και ευτυχώς, πλην μερικών εξαιρέσεων, ο ρυθμός ανανέωσης είναι κοντά στα 60 fps συνεχώς. Αυτό που κάνει εντύπωση είναι τα stutters στο video playback των cutscenes, όπως και μερικά dips, ενώ θα τρέχετε και θα εξερευνάτε στην Glass City. Ο χειρισμός χάρη σε αυτό το ρυθμό ανανέωσης είναι ιδιαίτερα άμεσος και τελικά επιτυγχάνεται αυτό, στο οποίο στόχευε η εταιρεία: η γρήγορη απόκριση.
Συνολικά, το Catalyst δεν μας εντυπωσίασε τεχνικά στο PS4, όπου το δοκιμάσαμε, αλλά έχει τις όμορφες στιγμές του και κυρίως καταφέρνει να είναι κοντά στα 60 fps. Η έλλειψη λεπτομέρειας σε πολλά σημεία σε συνδυασμό με την έλλειψη ποικιλίας φέρνουν το παιχνίδι ένα κλικ πιο κάτω από τις υπόλοιπες κυκλοφορίες, που έχουμε δει στην Frostbite 3.
Συμπέρασμα
To Mirror’s Edge Catalyst σίγουρα δεν είναι αυτό που περιμέναμε έπειτα από οκτώ χρόνια αναμονής. Ο θρίαμβος του προηγούμενου παιχνιδιού ήταν οι καινοτομίες, που έφερε στον τομέα των First-Person games και η γερή δόση δημιουργικότητας. Το Catalyst φέρνει… απλά περισσότερο Mirror’s Edge gameplay σερβιρισμένο σε open world. Το Free-Running είναι υπέροχο, όπως και η μουσική και το μοναδικό art design, που κάνει το παιχνίδι να ξεχωρίζει από τα άλλα, αλλά δεν είμαστε σίγουροι αν έπρεπε να γίνει η μετάβαση σε open-world. Ίσως χρειαζόταν κάτι άλλο.
Ίσως να ήταν σωστή επιλογή ή ίσως όχι, όμως η αλλαγή αυτή έπρεπε να συνοδεύεται και από άλλες ιδέες, ώστε να θεωρείται πλήρες σαν πακέτο. Το Catalyst γι’ αυτό το λόγο καταλήγει να είναι κάπως βαρετό και τα λιγοστά είδη αποστολών δε βοηθούν την κατάσταση. Το πρωτογενές υλικό υπάρχει, όμως δε διορθώθηκαν τα λάθη του παρελθόντος και επιπρόσθετα έχουμε νέα προβλήματα χάρη στην open-world φύση.
Η EA ανέφερε ότι οι πωλήσεις του Catalyst ήταν ικανοποιητικές και αυτό πιθανότατα σημαίνει ότι θα δούμε και συνέχεια. Αυτό που θα θέλαμε όμως να δούμε είναι τη σειρά επιτέλους να πατά στα πόδια της και στα δυνατά της σημεία. Το πρωτογενές υλικό υπάρχει. Αν μπορεί τώρα να αναλάβει τη σειρά κάποιος, που έχει πιο στιβαρές ιδέες για την κατεύθυνσή της, θα ήμασταν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι. Και μακάρι να μη χρειαστούν άλλα οκτώ χρόνια για κάτι τέτοιο.