Συνάντηση με τουλάχιστον 20 επικεφαλής εκ των μεγαλύτερων πολυεθνικών, βιοφαρμακευτικών εταιρειών και ενώσεων παγκοσμίως έχει σήμερα, Τετάρτη, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η ελίτ της φαρμακοβιομηχανίας βρίσκεται από χθες στην Αθήνα, συμμετέχοντας στη Στρογγυλή Τράπεζα Διευθυντών Βιοφαρμακευτικών Επιχειρήσεων (BCR). Πρόκειται για τα μέλη της Διεθνούς Ομοσπονδίας Φαρμακευτικών Κατασκευαστών και Ενώσεων (International Federation of Pharmaceutical Manufacturers and Associations – IFPMA), η οποία εκπροσωπεί περισσότερες από 90 φαρμακευτικές εταιρείες και ενώσεις σε όλο τον κόσμο και πρόεδρός της είναι ο Έλληνας Άλμπερτ Μπουρλά της Pfizer.
Στο πλαίσιο της συνόδου της IFPMA -πραγματοποιείται συνήθως δύο φορές το χρόνο- για φέτος επελέγη η ελληνική πρωτεύουσα. Χθες βράδυ πραγματοποιήθηκε γεύμα στο Μουσείο της Ακρόπολης. Στη συζήτηση θα συμμετέχουν 25 στελέχη, οι Υπουργοί Οικονομικών, Ανάπτυξης και Υγείας καθώς και μέλη του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ).
Η βιοφαρμακευτική καινοτομία και οι προκλήσεις της εποχής αναμένεται να κυριαρχήσουν στη συζήτηση κατά τη διάρκεια του Φόρουμ, αλλά και των συναντήσεων με τον Πρωθυπουργό και τα κυβερνητικά στελέχη. Μεταξύ των θεμάτων θα είναι και η ελληνική φαρμακευτική πραγματικότητα.
Συνολικά η ατζέντα απαριθμεί επτά θέματα πολιτικής διεθνούς, ως επί το πλείστον, εμβέλειας με κυρίαρχα τις επόμενες πανδημίες και τους τρόπους προστασίας των εθνικών συστημάτων υγείας του πλανήτη, τη μάχη κατά της μικροβιακής αντοχής (AMR), αλλά και τα δεδομένα που φέρνει η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ).
Ακόμη θα συζητηθούν τα θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας (IP) και των ρυθμιστικών τους πλαισίων, αναζητώντας τρόπους δημιουργίας ανθεκτικών, ισχυρών και αποτελεσματικών IP συστημάτων, αλλά και η αναθεώρηση της ευρωπαϊκής φαρμακευτικής πολιτικής. Αναπόφευκτα, μέρος της συζήτησης θα αφορά και στο ελληνικό πλαίσιο για την καινοτομία και συγκεκριμένα πως η χώρα μας αξιοποιεί και προωθεί την καινοτομία, οι προκλήσεις, τα εμπόδια και οι ευκαιρίες.
Επενδυτικό clawback
Ο κλάδος του φαρμάκου, εδώ και περισσότερο από 10 χρόνια, «μαστίζεται» από τις υψηλές υποχρεωτικές επιστροφές (clawback), οι οποίες «απορροφούν» σημαντικά κεφάλαια των εταιρειών που θα μπορούσαν να κατευθυνθούν σε επενδύσεις. Το 2019 θεσμοθετήθηκε η δυνατότητα συμψηφισμού των υποχρεωτικών επιστροφών με επενδύσεις (επενδυτικό clawback), δίνοντας κίνητρο στις εταιρείες να προχωρήσουν σε επενδυτικές κινήσεις. H εφαρμογή του μέτρου ξεκίνησε, με πόρους από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων (ΠΔΕ), ενώ στο τέλος του 2021 εντάχθηκε στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανεκτικότητας «Ελλάδα 2.0».
Το ποσό του συμψηφισμού clawback – επενδύσεων για την περίοδο 1 Οκτωβρίου 2021 έως 31 Δεκεμβρίου 2023 είχε οριστεί στα 250 εκατ. ευρώ, τα οποία συμψηφίζονται με το clawback που καταβάλλουν οι εταιρείες σε ετήσια βάση. Η ενσωμάτωση του επενδυτικού clawback στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης προκάλεσε σημαντικές αλλαγές, μεταξύ των οποίων και η άρση του διαμοιρασμού των διαθέσιμων κεφαλαίων σε ερευνητικά και επενδυτικά (50%-50%). Ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) επισημαίνει ότι με την εξέλιξη αυτή τα 250 εκατ. ευρώ απορροφώνται κατά 95% από παραγωγικές επενδύσεις, στα οποία θα προστεθούν άλλα 150 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2024 – 2025.
Το μέτρο έδωσε μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας, η οποία προχώρησε σε μεγάλες επενδύσεις, που αναμένεται να προσφέρουν σημαντική προστιθέμενη αξία στην οικονομία και την απασχόληση. Εντούτοις, σύμφωνα με την καινοτόμο φαρμακοβιομηχανία, η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) που εκδόθηκε στο τέλος του 2021 με σκοπό να εντάξει τον μηχανισμό επιδότησης επενδύσεων στο Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» και να εξασφαλίσει πιο σταθερή και μόνιμη χρηματοδότησή του, έβαλε «φρένο» στα επενδυτικά πλάνα των διεθνών εταιρειών για Έρευνα & Ανάπτυξη (Ε&Α), που είχαν δρομολογηθεί με το προηγούμενο καθεστώς.
Σύμφωνα με τον ΣΦΕΕ το νέο σχήμα αποδείχθηκε «όχι και τόσο ελκυστικό» για τις κλινικές μελέτες, καθώς εξακολουθεί να παρατηρείται υστέρηση στον αριθμό τους στην Ελλάδα, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρώπη επενδύονται ετησίως πάνω από 44 δισ. ευρώ σε Ε&Α (2023), με την Ελλάδα να απορροφά μόλις 100 εκατ. ευρώ. Ο Σύνδεσμος κρίνει αναγκαίο τον καθορισμό στρατηγικών στόχων και κινήτρων για την προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων σε κλινικές μελέτες, προκειμένου να ενισχυθεί η επιστημονική και οικονομική πρόοδος της χώρας και να αναστραφεί το brain drain. Σε κάθε περίπτωση, ο κλάδος του φαρμάκου, στο σύνολό του, κρίνει το επενδυτικό clawback ως σημαντικό μέτρο. Επισημαίνεται ότι ο Υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, εξέφρασε προ ημερών, την πρόθεση της κυβέρνησης να επεκταθεί το μέτρο και μετά το 2025, μέσω του ΠΔΕ.
Εκτός από τον Αλμπερτ Μπουρλά της Pfizer, η αποστολή στην Αθήνα περιλαμβάνει ακόμη εκπροσώπους των εξής εταιριών: BoehringerIngelheim, BMS, Menarini, MSD, Johnson & Johnson, Lundbeck, TEVA, Novo Nordisk, Almirall, Merck Group, Incyte, Sanofi, Gilead, Bayer, Chugai, Eli Lilly, Mitsubishi Tanabe, Biogen, Takeda. Επίσης, Προέδρους και στελέχη των ενώσεων IFPMA, JPMA, EFPIA, PHRMA.