Ζήσης Ψάλλας

Ερευνητές από το αμερικανικό Institute for Systems Biology έδειξαν ότι οι διαφορετικές αποκρίσεις των ασθενών στις στατίνες μπορούν να εξηγηθούν από τη διακύμανση στο ανθρώπινο μικροβίωμα. Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Med και προσφέρουν υποσχόμενους τρόπους για τη βελτιστοποίηση των θεραπειών ακριβείας με στατίνες για μεμονωμένους ασθενείς.

Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι η σύνθεση και η ποικιλομορφία του μικροβιώματος του εντέρου είναι προγνωστική για την αποτελεσματικότητα των στατινών και το μέγεθος των παρενεργειών.

«Ανακαλύψαμε ότι ένα μικροβίωμα εμπλουτισμένο με Bacteroides και με χαμηλότερα επίπεδα ποικιλομορφίας συσχετίστηκε με ισχυρότερη απόκριση μείωσης της LDL χοληστερόλη με τις στατίνες, αλλά επίσης συνέπεσε με μεγαλύτερη διαταραχή στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα», δήλωσε ο Tomasz Wilmanski, επικεφαλής της μελέτης.

Η ομάδα διαπίστωσε επίσης ότι τα άτομα με μικροβίωμα εμπλουτισμένο με Ruminococcaceae προστατεύονταν από τις αρνητικές παρενέργειες των στατινών και την αντίσταση στην ινσουλίνη, ενώ είχαν επίσης μια σαφή απόκριση στη μείωση της LDL χοληστερόλης.

Ο Wimanski και οι συνεργάτες του δημιούργησαν στατιστικά μοντέλα για το μικροβίωμα, το μεταβολισμό, το ανθρώπινο γονιδίωμα και τα κλινικά αρχεία από μια αμερικανική ομάδα 1.800 ατόμων και έκαναν τις αρχικές τους ανακαλύψεις σχετικά με τις μεταβλητές επιδράσεις των στατινών τόσο στη χοληστερόλη όσο και στους δείκτες γλυκόζης στο αίμα. Στη συνέχεια, επικύρωσαν τα αποτελέσματά τους σε μια ανεξάρτητη ευρωπαϊκή ομάδα 1.000 ατόμων.

Ο μοναδικός συνδυασμός μικροβιώματος και γονιδιωματικών πληροφοριών σε αυτή τη μελέτη παρέχει συναρπαστικές νέες γνώσεις σχετικά με πιθανές προσεγγίσεις σε θεραπείες ακριβείας με φάρμακα.

Το γενετικό αποτύπωμα ενός ασθενούς, το οποίο περιλαμβάνει γνωστούς δείκτες απόκρισης στη θεραπεία με στατίνες, έχει ήδη αξιοποιηθεί στην κλινική πράξη για να καθοδηγήσει εξατομικευμένα σχήματα θεραπείας. Σε αυτή τη μελέτη, οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι η μεταβλητότητα στις αποκρίσεις των στατινών που εξηγείται από το μικροβίωμα ήταν εντελώς ανεξάρτητη από τη μεταβλητότητα που καταγράφεται από το γονιδίωμα. «Είναι ένας εντελώς διαφορετικός άξονας μεταβλητότητας, επομένως είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε μοντέλα που περιλαμβάνουν τόσο τη γενετική όσο και το μικροβίωμα του εντέρου για να βελτιώσουμε τις προβλέψεις μας απόκρισης στις στατίνες», είπε ο Wilmanski. «Το γονιδίωμα και το μικροβίωμα, μαζί, φαίνεται να παρέχουν μια πιο ολοκληρωμένη και συμπληρωματική εικόνα των εξατομικευμένων αντιδράσεων στα φάρμακα».