Γράφουν οι Κοτσαλίδου Αγγελική, Ρευματολόγος, Επιμελήτρια Ρευματολογικού Τμήματος, ΥΓΕΙΑ και Κήτας Γεώργιος, Ρευματολόγος,Διευθυντής Τμήματος Ρευματολογίας, ΥΓΕΙΑ.
Η οστεοπόρωση ανήκει στα μεταβολικά νοσήματα των οστών. Ορίζεται ως η μείωση της οστικής πυκνότητας που σε συνδυασμό με την διαταραχή της δοκίδωσης των οστών, οδηγεί σε αύξηση της ευθραυστότητας τους και πιθανότητας κατάγματος ακόμα και με μικρή άσκηση βίας (απότομη κίνηση, μικρή άρση βάρους, ακόμα και μετά από έντονο βήχα, φτάρνισμα ή μια σφιχτή αγκαλιά).
Πότε εμφανίζεται η οστεοπόρωση και σε ποιους;
Η οστεοπόρωση δεν θεωρείται αμιγώς γυναικεία νόσος, αφού 1 στις 2 γυναίκες αλλά και 1 στους 5 άντρες άνω των 50 ετών παρουσιάζουν οστεοπορωτικά προβλήματα. Ο κίνδυνος να εμφανισθεί οστεοπόρωση είναι μεγαλύτερος σε γυναίκες άνω των 65 ετών και άνδρες άνω των 70 ετών. Ωστόσο η νόσος μπορεί να εμφανιστεί και σε νεότερα άτομα υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις καθώς και σε άμεσα μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Ποιοι παράγοντες συμμετέχουν στην εμφάνιση οστεοπόρωσης;
- Η κληρονομικότητα
- Το φύλο
- Η ηλικία
- Ο σωματότυπος
- Το είδος της διατροφής
- Ορμονικοί παράγοντες
- Η παρουσία συγκεκριμένων χρόνιων νοσημάτων
- Η μακροχρόνια λήψη συγκεκριμένων φαρμάκων
- Η παρατεταμένη ακινησία ή η έλλειψη άσκησης
- Το κάπνισμα
- Η κατάχρηση αλκοόλ ή καφέ
- Πως θα υποπτευθούμε ότι έχουμε οστεοπόρωση;
Δυστυχώς η οστεοπόρωση δεν παρουσιάζει πρόδρομα συμπτώματα και δεν μας προειδοποιεί. Για αυτόν τον λόγο την αποκαλούν και «σιωπηλή νόσο». Οι ασθενείς παρουσιάζουν μετά από μικρή άσκηση βίας και χωρίς να μπορούν να το αιτιολογήσουν τις περισσότερες φορές, οξύ και έντονο πόνο σε κάποιο οστό (σπονδυλική στήλη, ισχίο, καρπό) και αφού απευθυνθούν στον ιατρό τους, διαπιστώνεται κάταγμα.
Πως μπορούμε να διαγνώσουμε την οστεοπόρωση πριν συμβεί το κάταγμα;
Απευθύνεστε στον ειδικό ιατρό που, αφού συνεκτιμήσει όλες τις παραμέτρους (λεπτομερές ιατρικό ιστορικό για νοσήματα και φάρμακα που λαμβάνετε, εργαστηριακές εξετάσεις, ακτινογραφίες και μέτρηση της οστικής πυκνότητας (DEXA), θα εκτιμήσει τον καταγματικό κίνδυνο που βρίσκεστε και ανάλογα θα υπάρξει η ενδεικνυόμενη θεραπευτική παρέμβαση ή συμβουλευτική.
Τι περιλαμβάνει η θεραπεία για την οστεοπόρωση;
α) συντηρητική (φαρμακευτική) αντιμετώπιση
β) επεμβατική-χειρουργική αντιμετώπιση
Η φαρμακευτική θεραπεία έχει ως στόχο τη μείωση του κινδύνου κατάγματος και την αποφυγή κατ΄επέκταση συνοδών νοσηροτήτων και θνητότητας. Αποσκοπεί στην συμπτωματική ανακούφιση/αντιμετώπιση των καταγμάτων όταν συμβούν, με αναλγητική αγωγή (απλά αναλγητικά/οπιοειδή από το στόμα ή ενδοφλεβίως) ή χρήση κηδεμόνων για περιορισμό της κινητικότητας, όπως απαιτείται ανάλογα με την κλινική εικόνα του ασθενούς.
Η επεμβατική αντιμετώπιση (σπονδυλοπλαστική και κυφοπλαστική) έχει συγκεκριμένες ενδείξεις και αφορά σε δύο μικροεπεμβατικές τεχνικές που διενεργούνται διαδερμικά από εξειδικευμένους χειρουργούς σπονδυλικής στήλης. Η απόφαση λαμβάνεται ανάλογα με τη χρονιότητα του κατάγματος, του αριθμού των καταγμάτων, της έντασης των συμπτωμάτων, της ανταπόκρισης του πόνου στην αναλγητική αγωγή, της ηλικίας του ασθενούς και της συνύπαρξης άλλων νοσημάτων. Η εφαρμογή των ανωτέρω υπερτερεί των ανοικτών χειρουργικών επεμβάσεων στη σπονδυλική στήλη.
Τελικά προλαμβάνεται η οστεοπόρωση;
Η ιατρική μη φαρμακευτική παρέμβαση στο πρόβλημα της οστεοπόρωσης αποσκοπεί ακριβώς στην πρόληψη η οποία είναι πολυεπίπεδη και ανάλογη της ηλικιακής ομάδας που απευθύνεται. Ξεκινάει από τη παιδική ηλικία, με τη σωστή διατροφή και την άσκηση. Συνεχίζεται στην ενηλικίωση με την πρόσληψη συμπληρωμάτων ασβεστίου και Βιταμίνης D, την αλλαγή του τρόπου ζωής και κάποιων συνηθειών και την αποφυγή επιβαρυντικών παραγόντων, μέχρι και την γεροντική ηλικία. Ιδιαίτερα στις μεγάλες ηλικίες λαμβάνουμε υπόψη όλα τα παραπάνω και με αλλαγές που υποδεικνύουμε στον τρόπο ζωής, βάδισης και φαρμακευτικής αγωγής μειώνουμε τον κίνδυνο πτώσεων, που μπορεί σε αυτές τις ηλικίες να οδηγήσουν σε κατάγματα.
Συμπερασματικά, η οστεοπόρωση αποτελεί συχνή νόσο, τόσο για γυναίκες όσο και άνδρες. Συνιστά σημαντικό πρόβλημα για το άτομο αλλά και συνολικά για την Δημόσια Υγεία για λόγους επιδημιολογικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς. Οι συνέπειες της (πρόκληση καταγμάτων, λειτουργική ανικανότητα, απώλεια ωρών εργασίας, υψηλό κόστος αντιμετώπισης – αποκατάστασης), δεν αφορούν μόνο στο άτομο που την παρουσιάζει αλλά και στο κοινωνικό σύνολο. Υπάρχουν κριτήρια διάγνωσης καθώς και τρόποι πρόληψης και θεραπευτικής αντιμετώπισής της. Ας είμαστε λοιπόν ευαισθητοποιημένοι.