Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε απέκρουσε τις επικρίσεις σε βάρος του περί του ότι καθυστέρησε πολύ να απαγορεύσει την πρακτική που επέτρεπε σε δύο νομικά πρόσωπα να ισχυρίζονται ότι τους ανήκε η κυριότητα μετοχών ή άλλων αξιόγραφων και υπολογίζεται ότι στοίχισε το γερμανικό Δημόσιο δισεκατομμύρια ευρώ σε απολεσθέντα έσοδα από φόρους.

Το «παραθυράκι» αυτό, βάσει του οποίου και τα δύο νομικά πρόσωπα μπορούσαν να διεκδικούν φοροαπαλλαγές, έκλεισε το 2012. Η αποκάλυψη της πρακτικής αυτής των χρηματομεσιτών προκάλεσε οργή στη γερμανική κοινή γνώμη και έφερε σε αμηχανία τον Σόιμπλε, ο οποίος συχνά κάνει διαλέξεις στις κυβερνήσεις άλλων κρατών για την ανάγκη να παταχθεί η φοροδιαφυγή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για το θέμα συνεχίζει να πραγματοποιεί έρευνα μια επιτροπή της ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας και ο Σόιμπλε, που έγινε υπουργός Οικονομικών στα τέλη του 2009, κατέθεσε ενώπιόν της την Πέμπτη.

Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επιχειρηματολογεί πως ενημερώθηκε για αυτό το «παραθυράκι» μερικούς μήνες αφότου ανέλαβε το υπουργείο. Στα μέσα του 2010, αποφάσισε να προχωρήσει στο κλείσιμό του, αλλά η διαδικασία αυτή πήρε υπερβολικά πολύ χρόνο, κατά τον ίδιο. Επιπλέον, οι τράπεζες χρειάστηκαν χρόνο για να προσαρμοστούν στους νέες κανόνες και οι αλλαγές τέθηκαν σε εφαρμογή μόλις τον Ιανουάριο του 2012.

Το σκάνδαλο έχει στο επίκεντρό του τις πρακτικές «σορταρίσματος», τις πωλήσεις δανεισμένων μετοχών. Μια τράπεζα μπορούσε να δανείζει μετοχές κατά τρόπο ώστε τόσο η ίδια όσο και ο αγοραστής να εμφανίζονται ως νόμιμοι κάτοχοί της ταυτόχρονα. Αυτό επέτρεπε και στα δύο μέρη να εξασφαλίζουν επιστροφή φόρων για τα μερίσματα των μετοχών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Σόιμπλε υπερασπίστηκε τον φορέα ρυθμιστικού ελέγχου των χρηματαγορών, τον BaFin. «Δεν είναι αρμοδιότητα του BaFin να ελέγχει την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας» επεσήμανε, προσθέτοντας πως η αποστολή του είναι να εξασφαλίζει τη φερεγγυότητα των τραπεζών και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης