Η σημαντική τεχνογνωσία και δυναμική που διαθέτει η ναυτιλία αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό προς αξιοποίηση όπλο για την ενίσχυση της οικονομίας, ιδιαίτερα στη σημερινή δύσκολη κατάσταση που βιώνουν οι πολίτες.

Η ναυτιλία αποτέλεσε τις προηγούμενες δεκαετίες κλάδο αιχμής για την ελληνική οικονομία στην οποία βασίστηκε η επιβίωση και ευημερία πολλών Ελλήνων και Ελληνίδων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σήμερα διανύουμε διεθνώς μία μεταβατική περίοδο η οποία επιβάλλει να επανεξετάσουμε την θέση της Ελλάδας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας σε σχέση πάντοτε με τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και τον τρόπο με τον οποίο αυτές εξυπηρετούνται τώρα και στο μέλλον.

Ωστόσο χρόνο με το χρόνο η προσφορά της ελληνόκτητης ναυτιλίας στην εθνική οικονομία βαίνει συνεχώς μειούμενη.

Η σημαντική μείωση του αριθμού των ελλήνων ναυτικών τις τελευταίες δεκαετίες, πέραν των αρνητικών συνεπειών που έχει στα εισοδήματα και στο ΝΑΤ, οδηγεί αναπόφευκτα και στην απώλεια πολύτιμης τεχνογνωσίας, φορείς της οποίας ήταν οι ναυτικοί είτε όταν ταξίδευαν είτε ως στελέχη ναυτιλιακών επιχειρήσεων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δεν είναι μόνο ότι αποδυναμώνεται ο Πειραιάς ως ναυτιλιακό κέντρο αλλά και συνολικά η ελληνική κοινωνία χάνει τη ναυτική της ταυτότητα, ιστορικό και δυναμικό στοιχείο του πολιτισμού της.

Κεντρικής σημασίας παράμετρος στην εξέλιξη αυτή είναι και η αναντίστοιχη συμμετοχή της ναυτιλίας στα δημόσια βάρη. Τα φορολογικά έσοδα του ελληνικού κράτους από τη ναυτιλιακή δραστηριότητα συγκριτικά είναι ελάχιστα, ενώ οι εισροές συναλλάγματος συνοδεύονται από εκροές που μειώνουν την αξία τους.

Παράλληλα η ακτοπλοϊκή εξυπηρέτηση της νησιωτικής Ελλάδας βρίσκεται σε οριακό σημείο ενώ η ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία έχει οδηγηθεί στο μαρασμό και στην εγκατάλειψη. Τέλος η έλλειψη συνολικού και μελετημένου σχεδίου λιμενικής πολιτικής ευθύνεται για την αδυναμία αξιοποίησης του συγκριτικού γεωγραφικού πλεονεκτήματος που διαθέτει η χώρα.

Είναι λοιπόν σαφές ότι η κρίση που βιώνει το μοντέλο ανάπτυξης και λειτουργίας της ελληνικής οικονομίας αγγίζει και τη ναυτιλία, παρά το γεγονός ότι σε μεγάλο βαθμό η ναυτιλιακή δραστηριότητα συναρτάται κυρίως με τις συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια οικονομία.

Οι προσπάθειες που (δεν) κατέβαλλε το ελληνικό κράτος προκειμένου να αυξήσει τις ναυτιλιακές εισροές για την εθνική οικονομία κινήθηκαν σε λάθος κατεύθυνση και δεν πέτυχαν τους διακηρυγμένους στόχους που έθεσαν κατά καιρούς οι κυβερνήσεις.

Τα μέτρα για την ενίσχυση του ελληνικού νηολογίου όχι μόνο δεν οδήγησαν στην ουσιαστική αύξηση του αλλά είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας των ελλήνων ναυτικών. Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι  χρειάζεται ένας συνολικός επανασχεδιασμός της ναυτιλιακής μας πολιτικής.

Φορέας αυτού του επανασχεδιασμού και βέβαια πρέπει να είναι ένα αυτόνομο Υπουργείο Ναυτιλίας που θα λειτουργήσει όμως ως πολιτικό, επιτελικό και παραγωγικό υπουργείο με στόχο τη μεγιστοποίηση των ωφελειών από τη ναυτιλιακή δραστηριότητα, δηλαδή, ένα Υπουργείο όχι σαν και αυτό που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια αλλά και όχι σαν το παλιό ΥΕΝ.

Παράλληλα είναι αναγκαίο, ενόψει της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης να ανοίξει μία ουσιαστική συζήτηση αναφορικά με τις συνταγματικές ρυθμίσεις που απαλλάσσουν ουσιαστικά τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις από τη φορολογία, ενώ στο μεσοδιάστημα θα πρέπει εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες για την αποκατάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης και την πάταξη της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής στο χώρο της ναυτιλίας.

Θα πρέπει επίσης να αναληφθούν συγκεκριμένες δράσεις για την ενίσχυση της απασχόλησης των ελλήνων ναυτικών κατοχυρώνοντας με αυτό τον τρόπο τη σημαντική τεχνογνωσία που εξασφαλίζει η ναυτική εργασία στη ναυτιλία.

Αντίστοιχες πρωτοβουλίες θα πρέπει να υπάρξουν για την ενίσχυση της ναυπηγοεπισκευαστικής δραστηριότητας στη βάση μίας ολοκληρωμένης αναπτυξιακής πολιτικής.

Παρά το γεγονός ότι η ναυτιλία είναι μία εξωγενής δραστηριότητα, η εσωτερική κατάσταση της χώρας δεν την αφήνει ανεπηρέαστη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ακτοπλοΐα η οποία πλήττεται από τη μείωση της επιβατικής κίνησης εξαιτίας της πολιτικής λιτότητας που εφαρμόζεται, την ίδια ώρα που η ολιγοπωλιακή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά των καυσίμων αυξάνει το κόστος λειτουργίας των πλοίων.

Χωρίς να απαλλάσσονται οι ακτοπλοϊκές εταιρείες από τις ευθύνες τους και χωρίς κανείς να παραγνωρίζει το σκανδαλώδες καθεστώς των επιδοτήσεων στις άγονες γραμμές η κατάσταση αυτή δημιουργεί αρνητικά δεδομένα για το χώρο της ακτοπλοΐας.

Όμως η διέξοδος δεν μπορεί να είναι η παραπέρα συρρίκνωση των μισθολογικών και εργασιακών κατακτήσεων των ναυτικών. Οι λύσεις πρέπει να αναζητηθούν σε άλλες κατευθύνσεις.

Για παράδειγμα είναι ανάγκη να συνδεθεί η ακτοπλοϊκή δραστηριότητα με τη ναυπηγοεπισκευή.

Εδώ αναδεικνύεται και η ανάγκη για δημόσιο έλεγχο των τραπεζών ώστε να μπορέσουν να στηριχθούν τέτοιου είδους πρωτοβουλίες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ έχει προτείνει συγκεκριμένα μέτρα και δράσεις για την αποτροπή των πολιτικών λιτότητας, τον έλεγχο των τιμών των καυσίμων και για τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος που μπορούν να επηρεάσουν θετικά τις εξελίξεις και στην ακτοπλοΐα.

Κυρίως δε, έχει προτείνει τη συγκρότηση ενός δημόσιου φορέα με συμμετοχή και της αυτοδιοίκησης και των νησιωτικών κοινωνιών για το σχεδιασμό, τον έλεγχο και την ανάπτυξη των ακτοπλοϊκών μεταφορών.  

Ο περιορισμένος χώρος αυτού του άρθρου δεν επιτρέπει εκτεταμένες αναφορές σε μια σειρά από άλλα σημαντικά ζητήματα που αφορούν στη ναυτιλία όπως είναι η ναυτική εκπαίδευση, το ΝΑΤ, ο Οίκος Ναύτου, το ΓΕΝΕ για τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ – ΕΚΜ έχει επίσης διατυπώσει συγκεκριμένες θέσεις.

Σε κάθε περίπτωση όμως για να υπάρξουν πολιτικές που θα πετυχαίνουν τη μεγιστοποίηση του οφέλους για την ελληνική κοινωνία από τη ναυτιλιακή δραστηριότητα, αυτές θα πρέπει να στηρίζονται σε μια δυναμική διαδικασία γενικευμένης διαβούλευσης.

Πηγή: TheSeaNation.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης