Η είδηση κάνει ήδη τον γύρο διεθνών μέσων. Ο Koνσταντίν Γκαμπόφ, δημοσιογράφος και πρώην ανταποκριτής της DW στη Μόσχα και ο Σεργκέι Καρέλιν, κάμεραμαν και επίσης πρώην συνεργάτης της DW, συνελήφθησαν μέσα στο Σαββατοκύριακο στη Ρωσία. Αμφότεροι κατηγορούνται για «εξτρεμιστική δράση» σύμφωνα με ανακοίνωση των δικαστικών αρχών της Μόσχας.
Συγκεκριμένα, οι καταγγελίες σε βάρος τους σχετίζονται με βίντεο που αναρτήθηκαν στο κανάλι του νεκρού αντιπολιτευόμενου πολιτικού Αλεξέι Ναβάλνι στο YouTube, με το οποίο φέρονται σύμφωνα με τις ρωσικές αρχές να είχαν συνεργασία.
Ακόμη και μετά τον θάνατο του Ναβάλνι σε φυλακή στον Αρκτικό Κύκλο, το κανάλι Navalny LIVE συνέχισε να λειτουργεί από συνεργάτες και μέλη της ΜΚΟ Navalny Anti-Corruption Foundation. Η ομάδα αυτή χαρακτηρίζεται από τις ρωσικές αρχές ήδη «εξτρεμιστική».
Συνεργάτες της DW στη Ρωσία μέχρι την απαγόρευσή της
Από την πλευρά τους Γκαμπόφ και Καρέλιν αρνούνται ότι συμμετείχαν στην παραγωγή διαδικτυακών βίντεο για την ομάδα Ναβάλνι. Και οι δύο εργάζονται εδώ και χρόνια ως συνεργάτες για πολλά μέσα ενημέρωσης, διεθνή και ρωσικά. O Γκαμπόφ για τα ρωσικά δίκτυα Moskva 24 MIR, για τα πρακτορεία Reuters και Belsat, ενώ ο Καρέλιν, Ρωσοϊσραηλινός, μεταξύ άλλων και για το AP.
Πριν από την απαγόρευση της DW στη Ρωσία τον Φεβρουάριο του 2022, αμφότεροι εργάζονταν και για την DW, ο Γκαμπόφ ως ανταποκριτής και ο Καρέλιν ως κάμεραμαν. Την ίδια περίοδο το Κρεμλίνο ανακάλεσε την άδεια αναμετάδοσης του διεθνούς γερμανικού ραδιοτηλεοπτικού δικτύου στη Ρωσία, απέκλεισε την ιστοσελίδα του και ανακάλεσε τις διαπιστεύσεις των ανταποκριτών και των συνεργατών της DW στη Ρωσία.
Προς το παρόν και οι δύο τελούν υπό κράτηση για δύο μήνες, μέχρι τις 27 Ιουνίου. Εάν ευδοκιμήσουν οι εις βάρος τους κατηγορίες, απειλούνται με ποινές φυλάκισης από δύο έως έξι χρόνια. Όπως σημειώνει το γερμανικό πρόγραμμα της DW, οι συλλήψεις αυτές αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου συλλήψεων δημοσιογράφων που επικρίνουν τη ρωσική κυβέρνηση μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Χαρακτηριστικές είναι και οι πρόσφατες, πολιτικά υποκινούμενες, διώξεις άλλων δημοσιογράφων διεθνών και ρωσικών μέσων, όπως το αμερικανικό περιοδικό Forbes, η αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal αλλά και τα ανεξάρτητα δίκτυα SOTAvision, Radio Free Europe/Radio Free Liberty.