Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης Δικηγόρος Αθηνών- Συνταγματολόγος.

Την 24η Ιουλίου 2020 , ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ερντογάν,  μετέτρεψε σε τζαμί την Αγια Σοφιά στην Κωνσταντινούπολη. Προηγουμένως το Συμβούλιο της Επικρατείας της Τουρκίας,  ανώτατο  διοικητικό δικαστήριο που δεν χαρακτηρίζεται για την ανεξαρτησία του, έκρινε παράνομη την κυβερνητική απόφαση του 1934 με την οποία η Αγία Σοφία μετατράπηκε σε μουσείο. Ο τότε υπουργός εξωτερικών των  Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Μάικ Πομπέο, τόνισε  ότι το καθεστώς του μουσείου της Αγίας Σοφίας αποτελούσε «υπόδειγμα» της δέσμευσης της κυβέρνησης της Τουρκίας «να σεβαστεί τις θρησκευτικές παραδόσεις και την ποικιλόμορφη ιστορία» της χώρας και ότι οποιαδήποτε μετατροπή του θα «αμαύρωνε την κληρονομιά» αυτού του «εμβληματικού μνημείου».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η  εν λόγω απόφαση μετατροπής έρχεται να ανατρέψει την  απόφαση του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, τo 1934, όπου στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού της Τουρκίας, μετέτρεψε το τέμενος σε μουσείο.

Έτσι λοιπόν, για 86 χρόνια, ο ναός λειτουργούσε ως μουσείο, ενώ πραγματοποιούνταν σε αυτόν πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Ωστόσο με την απόφαση μετατροπής, μπαίνει οριστικό τέλος στο καθεστώς αυτό και για πρώτη φορά μετά το 1934 επιτρέπεται η προσευχή των μουσουλμάνων στο εσωτερικό της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η χρήση της Αγίας Σοφίας ως τζαμιού συμβολίζει την αυξανόμενη αποξένωση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας. Γαλλία και Γερμανία, ζήτησαν την διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία. Διακοπή που ήδη είχε αποφασιστεί, λόγω προβλημάτων με τα ανθρώπινα δικαιώματα στην χώρα.

Πολλές χώρες, ανάμεσά τους η Ελλάδα και η Ρωσία, οι οποίες παρακολουθούν στενά την κατάσταση της βυζαντινής πολιτιστικής κληρονομιάς στην Τουρκία, καθώς και οι ΗΠΑ και η Γαλλία, είχαν προειδοποιήσει την Τουρκία εναντίον της μετατροπής της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, κάτι που ο Ερντογάν, ηγέτης του ισλαμοσυντηρητικού κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, απαιτούσε εδώ και χρόνια.

Η ΟΥΝΕΣΚΟ καταδικάζει την απόφαση μετατροπής της Αγιάς Σοφιάς σε τζαμί και ζητά επαναφορά στην προτέρα κατάσταση. Απόφαση αναφορικά με την μετατροπή σε μουσουλμανικά τεμένη της Αγίας Σοφίας και της Μονής της Χώρας από την Τουρκία υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια της 44ης Συνόδου της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομίας της Unesco.

Η απόφαση, μεταξύ άλλων, αποτυπώνει την βαθύτατη λύπη της Επιτροπής για την έλλειψη διαλόγου και σχετικής πληροφόρησης των προθέσεων της Τουρκίας για την αλλαγή του χαρακτήρα της Αγίας Σοφίας και της Μονής της Χώρας και τούτο παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις προς την Τουρκία να συμμορφωθεί με τις οδηγίες των κατευθυντήριων γραμμών του Οργανισμού της UNESCO.

Εκφράζει ακόμη την έντονη ανησυχία της για τις επιπτώσεις που αυτές οι αλλαγές θα επιφέρουν στον οικουμενικό χαρακτήρα των δυο μνημείων και καλεί την Τουρκία να γνωστοποιήσει τις προθέσεις της και να προχωρήσει σε διάλογο πριν αποφασίσει οποιαδήποτε άλλη ριζική αλλαγή η οποία θα αφορά τα δύο μνημεία.

Ο πρώτος ναός της Αγίας Σοφίας – τύπου ξυλόστεγης βασιλικής – θεμελιώθηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο το 330 μ.Χ., όταν ο αυτοκράτορας μετέφερε την πρωτεύουσα της παραπαίουσας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την Ρώμη στην Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη αργότερα). Η ανέγερση του ναού ολοκληρώθηκε από τον γιο του Κωνστάντιο και τα εγκαίνια έγιναν στις 15 Φεβρουαρίου του 360.   Ως αρχιτέκτονες του ναού ορίστηκαν οι Μικρασιάτες γεωμέτρες Ανθέμιος από τις Τράλλεις και Ισίδωρος από τη Μίλητο. Το παρόν κτήριο ξεκίνησε να ανεγείρεται το 532 και εγκαινιάσθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 537 επί βασιλείας του Ιουστινιανού Α.

Η ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τουρκία στηλίτευσε τη «σοβαρή οπισθοδρόμησή της» στα δημοκρατικά πρότυπα, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.

Η έκθεση του εκτελεστικού βραχίονα της Ευρωπαϊκής Ενωσης ανέφερε ότι οι διαρθρωτικές ελλείψεις στο δικαστικό σύστημα της Τουρκίας παρέμειναν ανεπίλυτες παρά τις μεταρρυθμίσεις.

«Η έλλειψη αντικειμενικών, αξιοκρατικών, ενιαίων και προκαθορισμένων κριτηρίων για την πρόσληψη και την προαγωγή δικαστών και εισαγγελέων παραμένει πηγή ανησυχίας», ανέφερε η Επιτροπή.

Η προσπάθεια της Τουρκίας να ενταχθεί στην Ε.Ε. έχει παγώσει εδώ και χρόνια μετά την έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών το 2005. Από την πλευρά της, η Αγκυρα έχει κατ′ επανάληψη απορρίψει την κριτική της Κομισιόν ως προκατειλημμένη.     Στην τρέχουσα έκθεση, η Επιτροπή σημειώνει ότι η Τουρκία δεν συμμορφώθηκε με τις αρχές του κράτους δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών στον αγώνα της κατά της τρομοκρατίας.

Την καταδίκη της Τουρκίας για την «αυθαίρετη» προφυλάκιση 427 Τούρκων Δικαστών μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016, αποφάσισε  το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με ομόφωνη απόφαση του .

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε την Τουρκία για την τιμωρία κρατουμένων που «τραγούδησαν ύμνους και απήγγειλαν ποιήματα» το 2016 τιμώντας τους νεκρούς κρατούμενους κατά την επιχείρηση των δυνάμεων ασφαλείας στις τουρκικές φυλακές το 2000.

Ομοφώνως, οι επτά δικαστές του δικαστηρίου του Συμβουλίου της Ευρώπης με έδρα το Στρασβούργο αποφάνθηκαν ότι η Άγκυρα παραβίασε σειρά άρθρων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θέτοντας σε καθεστώς προσωρινής κράτησης πρώην δικαστή του Συνταγματικού Δικαστηρίου και ερευνώντας την κατοικία του την επομένη του αποτυχημένου πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) αποφάνθηκε  ότι τα δικαιώματα ενός Τούρκου εκπαιδευτικού που καταδικάστηκε το 2017 για αδικήματα τρομοκρατίας παραβιάστηκαν, επειδή η υπόθεση εναντίον του βασίστηκε κυρίως στη χρήση μιας κρυπτογραφημένης εφαρμογής ανταλλαγής μηνυμάτων.

Σε πολλές ετήσιες εκθέσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, ζητείται η επαναλειτουργία της θεολογικής σχολής της Χάλκης. Μήνυμα στην τουρκική κυβέρνηση για την επανέναρξη της λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, εξέπεμψαν οι ΗΠΑ με αφορμή και την 50ή επέτειο από το κλείσιμο της σχολής.

Όπως σημείωσε ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Νεντ Πράις, «οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να παροτρύνουν την τουρκική κυβέρνηση να σεβαστεί το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία, όπως κατοχυρώνεται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και να επιτρέψει την επανέναρξη της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Επιπλέον, καλούμε την κυβέρνηση της Τουρκίας να επιτρέψει σε όλες τις θρησκευτικές ομάδες να εκπαιδεύσουν ξανά τους κληρικούς τους στη χώρα».

Στην ανακοίνωσή του, ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπενθυμίζει ότι η σημερινή μέρα σηματοδοτεί 50 χρόνια από τότε που το Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας έκρινε ότι όλα τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πρέπει είτε να εθνικοποιηθούν είτε να κλείσουν. Όπως σημείωσε, «η Θεολογική Σχολή της Χάλκης λειτούργησε για 127 χρόνια και το κλείσιμό της στερεί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο μία σχολή κατάρτισης για τους ορθόδοξους κληρικούς στην Τουρκία, το σπίτι της για 1690 χρόνια. Από το κλείσιμο της Χάλκης και μετά, όσοι επιθυμούν να γίνουν Ορθόδοξοι κληρικοί αναγκάστηκαν να πάνε στο εξωτερικό για την εκπαίδευσή τους».

Πολλά τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία:

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Ιανουαρίου 2021 σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, ειδικότερα την περίπτωση του Selahattin Demirtaş και άλλων κρατουμένων συνείδησης (2021/2506(RSP))

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

– έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την Τουρκία, και συγκεκριμένα τα ψηφίσματα της 8ης Φεβρουαρίου 2018 σχετικά με τη σημερινή κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία(1), της 13ης Μαρτίου 2019 σχετικά με την έκθεση της Επιτροπής του 2018 για την Τουρκία(2), της 19ης Σεπτεμβρίου 2019 σχετικά με την κατάσταση στην Τουρκία, ιδίως την απομάκρυνση εκλεγμένων δημάρχων(3),

–  έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2020, σχετικά με την πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ (COM(2020)0660), και τη συνοδευτική έκθεση του 2020 για την Τουρκία (SWD(2020)0355),

–  έχοντας υπόψη το διαπραγματευτικό πλαίσιο της 3ης Οκτωβρίου 2005 για την Τουρκία,

–  έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/1998 του Συμβουλίου(4) σχετικά με το παγκόσμιο καθεστώτος κυρώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα,

–  έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 10ης και 11ης Δεκεμβρίου 2020, και άλλα σχετικά συμπεράσματα του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με την Τουρκία,

–  έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης, της 22ας Δεκεμβρίου 2020, στην υπόθεση Demirtaş κατά Τουρκίας (14305/17),

–  έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), της 20ής Νοεμβρίου 2018, στην υπόθεση Demirtaş κατά Τουρκίας,

–  έχοντας υπόψη το άρθρο 144 παράγραφος 5 και το άρθρο 132 παράγραφος 4 του Κανονισμού του,

Α.  λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τουρκία είναι χώρα υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ και από μακρού μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ως μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Τουρκία είναι συμβαλλόμενο μέρος στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και δεσμεύεται από τις διατάξεις και τη νομολογία του ΕΔΑΔ·

Β.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, από τα μέσα Σεπτεμβρίου του 2020, η τουρκική αστυνομία διεξάγει αιφνιδιαστικούς ελέγχους μεγάλης κλίμακας σε ολόκληρη την Τουρκία, στο πλαίσιο των οποίων δεκάδες πολιτικοί, πολιτικοί ακτιβιστές, δικηγόροι και άλλοι φορείς της κοινωνίας των πολιτών έχουν τεθεί υπό κράτηση με βάση κατηγορίες σχετικές με «τρομοκρατικές» ενέργειες· λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 31 Δεκεμβρίου 2020 τέθηκε σε ισχύ στην Τουρκία ο νέος νόμος για την πρόληψη της χρηματοδότησης της διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής, του οποίου μόνο έξι άρθρα περιλαμβάνουν μέσα και ρυθμίσεις για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ενώ τα υπόλοιπα παραχωρούν στο τουρκικό Υπουργείο Εσωτερικών και στον Πρόεδρο εκτενή εξουσία να περιορίζουν τις δραστηριότητες των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ), επιχειρηματικών συμπράξεων, ανεξάρτητων ομάδων και ενώσεων, και να υποβαθμίζουν τον ρόλο τους·

Γ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Selahattin Demirtaş, βουλευτής του τουρκικού κοινοβουλίου την περίοδο 2007-2018, πρώην συμπρόεδρος του τουρκικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP) και υποψήφιος για την προεδρία κατά τις εκλογές του 2014 και του 2018 (έλαβε 9,76 % και 8,32 % των ψήφων), έχει τεθεί υπό κράτηση για περισσότερο από 4 χρόνια με αβάσιμες κατηγορίες και παρά τις δύο αποφάσεις του ΕΔΑΔ υπέρ της αποφυλάκισης του·

Δ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κ. Demirtaş συνελήφθη αρχικά στις 4 Νοεμβρίου 2016 με άλλους οκτώ δημοκρατικά εκλεγμένους βουλευτές του HDP, συμπεριλαμβανομένης της πρώην συμπροέδρου του HDP, κ. Figen Yüksekdağ, και διώχθηκε με τις κατηγορίες της «συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση» και της «διάδοσης τρομοκρατικής προπαγάνδας», καθώς και για πολλά άλλα εγκλήματα, και ότι αυτό αποτέλεσε την αρχή της συνεχιζόμενης επίθεσης της τουρκικής κυβέρνησης κατά του κόμματος και μέρος μιας ευρύτερης πρακτικής πολιτικά υποκινούμενων διώξεων και φυλακίσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τη νίκη 65 δήμαρχων σε ολόκληρη τη χώρα σε τοπικές εκλογές το 2019, μόνο έξι δήμαρχοι του HDP παραμένουν σήμερα εν ενεργεία, με τους υπόλοιπους να παύονται από το αξίωμα ή να φυλακίζονται και να αντικαθίστανται από διορισμένους από την κυβέρνηση εντολοδόχους·

Ε.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 20 Σεπτεμβρίου 2019, την ίδια ημέρα κατά την οποία ο κ. Demirtaş έπρεπε να αποφυλακιστεί σύμφωνα με απόφαση του 26ου Κακουργιοδικείου της Κωνσταντινούπολης, ο Γενικός Εισαγγελέας της Άγκυρας επικαλέστηκε μια παλιά και εκκρεμή έρευνα για να δικαιολογήσει την εκ νέου κράτηση του κ. Demirtaş και της κ. Yüksekdağ· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κ. Demirtaş τελεί συνεπώς υπό προσωρινή κράτηση σε συνάρτηση με έρευνα για τις διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 2014 κατά της πολιορκίας της πόλης Κομπάνι από τον ISIS και κατά της αδράνειας και της σιωπής της τουρκικής κυβέρνησης ενόψει μιας επικείμενης σφαγής, και κατά τις οποίες σημειώθηκαν βίαια επεισόδια και χάθηκαν δεκάδες ζωές·

ΣΤ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 22 Δεκεμβρίου 2020, το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του ΕΔΑΔ αποφάνθηκε ότι η τουρκική κυβέρνηση, παρατείνοντας την κράτηση του κ. Demirtaş για περισσότερα από 4 έτη, είχε ως απώτερο στόχο να τον εμποδίσει να ασκήσει τις πολιτικές του δραστηριότητες, στερώντας από τους ψηφοφόρους τον εκλεγμένο εκπρόσωπό τους, καθώς και να «καταπνίξει τον πλουραλισμό και να περιορίσει την ελευθερία του πολιτικού διαλόγου, που αποτελεί τον πυρήνα της έννοιας της δημοκρατικής κοινωνίας», και είχε παραβιάσει το άρθρο 18 της ΕΣΔΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η τελική απόφαση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχαν επαρκείς λόγοι ώστε να συνεχιστεί η κράτηση, και διέταξε εκ νέου την άμεση αποφυλάκισή του κ. Demirtaş· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το ΕΔΑΔ, η Τουρκία παραβίασε επίσης την ελευθερία έκφρασης (άρθρο 10 της ΕΣΔΑ), το δικαίωμα στην ελευθερία και ασφάλεια (άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 3 της ΕΣΔΑ), και το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι (άρθρο 3 παράγραφος 1 της ΕΣΔΑ)· λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΕΔΑΔ δεν διαπίστωσε σαφή σύνδεση μεταξύ των ομιλιών του κ. Demirtaş και των αδικημάτων τρομοκρατίας·

Ζ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 7 Ιανουαρίου 2021, τουρκικό ποινικό δικαστήριο ενέκρινε την καταδίκη 108 κατηγορουμένων, μεταξύ των οποίων οι πρώην συμπρόεδροι του HDP κ. Demirtaş και κ. Yuksekdag, στο πλαίσιο έρευνας για τα θανατηφόρα τρομοκρατικά επεισόδια του 2014, απορρίπτοντας έτσι τα αιτήματα του ΕΔΑΔ για αποφυλάκιση του κ. Demirtas και ζητώντας να επιβληθεί ποινή ισόβιας κάθειρξης σε 38 ακόμη κατηγορουμένους, εκ των οποίων οι 27 τελούν υπό κράτηση·

Η.  λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Τουρκίας, της 9ης Ιουνίου 2020, σύμφωνα με την οποία η μακροχρόνια προφυλάκιση του κ. Demirtaş παραβιάζει τα συνταγματικά του δικαιώματα, αυτός εξακολουθεί να κρατείται σε φυλακή υψηλής ασφάλειας τύπου F στην Αδριανούπολη· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κ. Demirtaş είναι ένας από τους πολλούς κρατούμενους στην Τουρκία που κρατούνται με βάση πολιτικά υποκινούμενες κατηγορίες·

Θ.  λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επαναλαμβανόμενες πολιτικές δηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν σε ανώτατο επίπεδο από αξιωματούχους της τουρκικής κυβέρνησης και ηγέτες του κυβερνώντος συνασπισμού σχετικά με την υπόθεση του κ. Demirtaş, και η χρονική εγγύτητα μεταξύ των πολιτικών δηλώσεων και των σαφώς παράνομων ενεργειών του δικαστικού σώματος, αποδεικνύουν ακόμη περισσότερο τα πολιτικά κίνητρα που οδήγησαν στην υπόθεση και υπονομεύουν σοβαρά την ανεξαρτησία του τουρκικού δικαστικού σώματος·

Ι.      λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε άλλη υπόθεση, στις 10 Δεκεμβρίου 2019, το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η προφυλάκιση του κ. Osman Kavala, εξέχουσας προσωπικότητας της κοινωνίας των πολιτών, συνιστούσε παραβίαση της ΕΣΔΑ και ότι οι τουρκικές αρχές έπρεπε να εξασφαλίσουν την άμεση απελευθέρωση του κ. Kavala· λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά την απόφαση του ΕΔΑΔ, στις 9 Οκτωβρίου 2020, το Δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης παρέτεινε την κράτηση του κ. Kavala με τις κατηγορίες της κατασκοπείας και της απόπειρας ανατροπής της συνταγματικής τάξης κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων στο Πάρκο Gezi το 2013· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τουρκία, μην αποφυλακίζοντας τον κ. Kavala παρά τις εκκλήσεις της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, εξακολουθεί να ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων της ΕΣΔΑ·

1.  ζητεί να αποφυλακιστεί αμέσως και άνευ όρων ο κ. Demirtaş σύμφωνα με την απόφαση του ΕΔΑΔ του 2018, η οποία επικυρώθηκε με την απόφαση του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης της 22ας Δεκεμβρίου 2020, και να αποσυρθούν όλες οι κατηγορίες εις βάρος του ιδίου και εις βάρος της κ. Yüksekdağ, πρώην συμπροέδρων του HDP, κόμματος της αντιπολίτευσης, και των άλλων φυλακισμένων μελών του κόμματος· τονίζει ότι οι τουρκικές αρχές πρέπει να τους επιτρέψουν να ασκούν τη δημοκρατική εντολή τους ανεξάρτητα και απαλλαγμένα από απειλές και εμπόδια· επαναλαμβάνει την υποστήριξή του προς όλους εκείνους που εξακολουθούν να εργάζονται για τον τερματισμό αυτών και άλλων περιπτώσεων γενικότερης αδικίας και για την επάνοδο της Τουρκίας στην πλήρη δημοκρατία·

2.  υπενθυμίζει στις τουρκικές αρχές ότι η μη απελευθέρωση του κ. Demirtaş συνιστά άμεση παραβίαση της ΕΣΔΑ και του εθνικού δικαίου, αδικαιολόγητη παράταση της παραβίασης των δικαιωμάτων του κ. Demirtaş και κατάφωρη παραβίαση της υποχρέωσης της Τουρκίας να εφαρμόζει τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ· εμμένει στην άποψη ότι η απόφαση του ΕΔΑΔ έχει την έννοια ότι οι τουρκικές αρχές πρέπει να τον απελευθερώσουν αμέσως·

3.  τονίζει ότι το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η μακροχρόνια και παράνομη προφυλάκιση του κ. Demirtaş υποκινείτο από πολιτικά κίνητρα· εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις παράτυπες πρακτικές και τις πολιτικές δηλώσεις που έγιναν σχετικά με την υπόθεση αυτή, οι οποίες υποδηλώνουν ότι η τουρκική κυβέρνηση παρενέβη σε δικαστικές υποθέσεις που σχετίζονται με την παρατεταμένη κράτηση του κ. Demirtaş·

4.  καλεί την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης να επανεξετάσει επειγόντως, κατά την επόμενη συνεδρίασή της στις 21 Μαρτίου 2021, την άρνηση της Τουρκίας να εκτελέσει την απόφαση του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Demirtaş κατά Τουρκίας, να εγκρίνει σχετική διακήρυξη και να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει ότι η κυβέρνηση της Τουρκίας θα εφαρμόσει την απόφαση αυτή χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση· είναι απόλυτα πεπεισμένο ότι η Γερμανική Προεδρία της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης θα λάβει όλα τα κατάλληλα και αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την εφαρμογή της απόφασης του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης στην υπόθεση του κ. Demirtaş· καλεί την αντιπροσωπεία της ΕΕ στο Συμβούλιο της Ευρώπης να εντείνει τις προσπάθειές της για να διασφαλίσει την εφαρμογή των αποφάσεων του ΕΔΑΔ σχετικά με την Τουρκία·

5.  καταδικάζει τη μεταχείριση του κ. Demirtaş από τις τουρκικές αρχές, η οποία παραβιάζει τα δικαιώματά του δυνάμει της ΕΣΔΑ, του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και του τουρκικού εσωτερικού δικαίου, και την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Τουρκίας· φρονεί ότι η παράνομη παράταση της κράτησης του κ. Demirtaş για περισσότερα από 4 έτη συνιστά σκληρή και πολιτικά υποκινούμενη τιμωρία που προκαλεί ανεπανόρθωτη προσωπική και πολιτική ζημία στον ίδιο, την οικογένειά του και το κόμμα του· καλεί την Τουρκία να απόσχει από περαιτέρω μέτρα εκφοβισμού εναντίον του και να εγγυηθεί τα ανθρώπινα δικαιώματά του, όπως κατοχυρώνονται στο τουρκικό Σύνταγμα και στο ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο·

6.  παροτρύνει τον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής / Ύπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να θίγουν την υπόθεση του κ. Demirtaş και όλες τις άλλες υποθέσεις υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικηγόρων, δημοσιογράφων, πολιτικών και ακαδημαϊκών που υφίστανται αυθαίρετες κρατήσεις, στους Τούρκους συνομιλητές τους, και να τους παράσχουν διπλωματική και πολιτική στήριξη· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αυξήσουν τη χρήση επιχορηγήσεων έκτακτης ανάγκης για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να διασφαλίσουν ότι η αντιπροσωπεία της ΕΕ και οι διπλωματικές αντιπροσωπείες των κρατών μελών στην Τουρκία εφαρμόζουν πλήρως τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· παροτρύνει την αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Τουρκία να συνεχίσει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την υπόθεση του κ. Demirtaş και άλλων φυλακισμένων, μεταξύ άλλων παρακολουθώντας τις δίκες τους, και να συνεχίσει να θίγει το ζήτημα της κατάστασής τους στις τουρκικές αρχές·

7.  εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για την αδιαφορία που επέδειξαν το τουρκικό δικαστικό σώμα και οι τουρκικές αρχές όσον αφορά τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ, και για την αυξανόμενη μη συμμόρφωση των τουρκικών κατώτερων δικαστηρίων με τις αποφάσεις του τουρκικού Συνταγματικού Δικαστηρίου· καλεί την Τουρκία να διασφαλίσει την πλήρη συμμόρφωση με τις διατάξεις της ΕΣΔΑ και τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ· ζητεί να συνεργαστεί πλήρως με το Συμβούλιο της Ευρώπης για την ενίσχυση του κράτους δικαίου, των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, της δημοκρατίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων· ελπίζει ότι το ΕΔΑΔ θα είναι σε θέση να επισπεύσει τη έκδοσης απόφασης σε πολυάριθμες υποθέσεις που αφορούν την κατάσταση στην Τουρκία· παροτρύνει την τουρκική κυβέρνηση να διασφαλίσει το θεμελιώδες δικαίωμα όλων των ατόμων σε δίκαιη δίκη και ότι οι υποθέσεις τους εξετάζονται από ένα πλήρως ανεξάρτητο και λειτουργικό δικαστικό σύστημα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα·

8.  εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις συνεχείς επιθέσεις και πιέσεις στα κόμματα της αντιπολίτευσης, ιδίως για τη συνεχή ειδική και πολιτικά υποκινούμενη στόχευση του HDP και των οργανώσεων νεολαίας του από τις τουρκικές αρχές, η οποία υπονομεύει την ορθή λειτουργία του δημοκρατικού συστήματος, καλεί δε τις τουρκικές αρχές να σταματήσουν αμέσως την καταστολή σε βάρος τους· εκφράζει ιδιαίτερη ανησυχία για την τρέχουσα συζήτηση σχετικά με την απαγόρευση λειτουργίας του HDP και την άρση των ασυλιών εννέα βουλευτών του HDP, σε αμφότερες τις περιπτώσεις με το πρόσχημα των διαδηλώσεων του Οκτωβρίου του 2014 για την πόλη Κομπάνι, για τις οποίες κρατείται ο κ. Demirtaş· επισημαίνει την υπόθεση του Cihan Erdal, μέλους της πτέρυγας της νεολαίας του τουρκικού Κόμματος των Πράσινων/της Αριστεράς, ο οποίος συνελήφθη στις 25 Σεπτεμβρίου 2020 και του απαγγέλθηκαν κατηγορίες στις 7 Ιανουαρίου 2021 μαζί με περισσότερους από 100 κατηγορουμένους, μεταξύ των οποίων και ο Selahattin Demirtaş, στο πλαίσιο της «υπόθεσης Κομπάνι»· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τη συνεχή πολιτική και δικαστική παρενόχληση του Canan Kaftancıoğlu, προέδρου του Δημοκρατικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος καταδικάστηκε στις Σεπτεμβρίου 2019 σε σχεδόν 10ετή φυλάκιση σε πολιτικά υποκινούμενες υποθέσεις, για τις οποίες εκκρεμεί απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, και ο οποίος κατηγορήθηκε τον Δεκεμβρίου 2020 σε άλλη υπόθεση για την οποία αντιμετωπίζει επιπλέον ποινή 10 ετών·

9.  εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τη συρρίκνωση του πεδίου δράσης της κοινωνίας των πολιτών και τη συνεχιζόμενη επιδείνωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών και του κράτους δικαίου στην Τουρκία· επισημαίνει, ειδικότερα, τον προβληματισμό σχετικά με τη συνεχιζόμενη οπισθοδρόμηση της Τουρκίας όσον αφορά την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης· καλεί τις τουρκικές αρχές να θέσουν τέλος στη δικαστική παρενόχληση υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακαδημαϊκών, δημοσιογράφων, πνευματικών ηγετών, δικηγόρων και μελών της κοινότητας των λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων, διεμφυλικών και μεσοφυλικών ατόμων, των οποίων τα θεμελιώδη δικαιώματα έχουν παραβιαστεί, ιδίως μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος· παροτρύνει την τουρκική κυβέρνηση να απελευθερώσει αμέσως τον εξέχοντα εκπρόσωπο της κοινωνίας των πολιτών Osman Kavala σύμφωνα με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Μαΐου του 2020 και μετά τις επανειλημμένες εκκλήσεις και τα ψηφίσματα της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης·

10.  υπενθυμίζει το πρόσφατα εγκριθέν παγκόσμιο καθεστώς κυρώσεων της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, έναν μηχανισμό παρακολούθησης και επιβολής κυρώσεων για τις σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως στην περίπτωση της Τουρκίας, με στόχο άτομα, οντότητες και φορείς που εμπλέκονται σε ή συνδέονται με σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

11.  εκφράζει την έντονη ανησυχία του για την κατάσταση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης στην Τουρκία· καλεί τις τουρκικές αρχές να απαντήσουν αμέσως και να ενεργήσουν σχετικά με όλες τις προειδοποιήσεις που έχουν εκδοθεί σε σχέση με την Τουρκία στην πλατφόρμα του Συμβουλίου της Ευρώπης και να προωθήσουν την προστασία της δημοσιογραφίας και την ασφάλεια των δημοσιογράφων· καλεί τις τουρκικές αρχές να διασφαλίσουν δίκαιη πρόσβαση στη δικαιοσύνη και να θέσουν τέρμα στις πολιτικά υποκινούμενες μηνύσεις κατά δημοσιογράφων και επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης, όπως για παράδειγμα στην πρόσφατη υπόθεση του δημοσιογράφου Melis Alphan, ο οποίος κατηγορήθηκε για διάδοση τρομοκρατικής προπαγάνδας και αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως και 7 έτη και 6 μήνες· εκφράζει τη σοβαρή του ανησυχία για την παρακολούθηση στην οποία υποβάλλονται οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και καταδικάζει το κλείσιμο προσωπικών λογαριασμών σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης από τις τουρκικές αρχές· θεωρεί ότι τα περιστατικά αυτά συνιστούν περαιτέρω περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης και μέσο καταστολής της κοινωνίας των πολιτών·

12.  λαμβάνει υπό σημείωση την πρόθεση της Τουρκίας να γυρίσει μια νέα σελίδα στις σχέσεις της με την ΕΕ, την αποφασιστικότητά της να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις και την πλήρη προσήλωσή της στη διαδικασία προσχώρησης, όπως εκφράστηκε από τον Πρόεδρο Ερντογάν και άλλους υψηλόβαθμους κυβερνητικούς αξιωματούχους στις 9 Ιανουαρίου 2021· είναι της άποψης ότι ο σεβασμός και η εφαρμογή των αποφάσεων του ΕΔΑΔ θα αποτελούσε σημαντικό βήμα για την επιβεβαίωση της αξιοπιστίας των εν λόγω δηλώσεων με τη χρήση πραγματικών δεδομένων· επαναλαμβάνει ότι η ΕΕ είναι ανοικτή σε μια νέα αρχή· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι οι καλύτερες και βαθύτερες σχέσεις εξαρτώνται πλήρως, μεταξύ άλλων, από απτές βελτιώσεις όσον αφορά τον σεβασμό των δημοκρατικών αρχών, του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων εντός της Τουρκίας·

13.  αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής / Ύπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, στον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, στη Γερμανική Προεδρία της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και στον Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Τουρκίας, και ζητεί να μεταφραστεί το παρόν ψήφισμα στα τουρκικά.

Από την ίδια την διατύπωση των  διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης προκύπτει, με αδιαμφισβήτητη ευκρίνεια, ότι στην μεν περίπτωση των Μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης πρόκειται περί αμιγώς «Θρησκευτικής Μειονότητας», δηλαδή Μουσουλμανική μειονότητα και όχι Τουρκική. Ενώ, στην περίπτωση των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των Περιχώρων, πρόκειται για αμιγώς «Εθνική Μειονότητα», δηλαδή Ελληνική.

Με βάση την Συνθήκη της Λωζάνης, η Τουρκία υποχρεούται να προστατεύει την ελληνική μειονότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα τους, στην Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο. Η Τουρκία έχει δε παραβιάσει κατάφορα άρθρα της Συνθήκης που έχουν να κάνουν με τη ζωή της πολυπληθούς τότε και ισχνής σήμερα ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και την Ίμβρο και την Τένεδο. Οι οποίες, κατά τη Συνθήκη, έπρεπε να χαίρουν αυτόνομου διοικητικού καθεστώτος, που θα προέρχεται από το ντόπιο στοιχείο, μέχρι και οι χωροφύλακες θα έπρεπε να ήταν ντόπιοι. Οι υπερπτήσεις, επίσης απαγορευμένες, είναι καθημερινό φαινόμενο . Σύμφωνα με την Συνθήκη της Λωζάνης, η Τουρκία υποχρεούται να σέβεται την θρησκεία , τις ιδιοκτησίες και την γλώσσα της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο και την διοικητική τους αυτονομία ως ελληνική μειονότητα. Διατάξεις τις οποίες παραβιάζει κατάφορα η Τουρκία, με τους διωγμούς Ελλήνων, την κατεδάφιση ορθοδόξων εκκλησιών, την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, τους διωγμούς ορθοδόξων ιερέων στο παρελθόν, το Τουρκικό κτηματολόγιο που δεν αναγνωρίζει νόμιμους τίτλους Ελλήνων, τον αναγκαστικό νόμο για την δήμευση της Μεγάλης του γένους Σχολής στην Κωνσταντινούπολη(η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δικαιώνει το Οικουμενικό Πατριαρχείο), τους αναγκαστικούς Τουρκικούς νόμους που αποσκοπούν στην διακοπή λειτουργίας των εκεί ελληνικών σχολείων , τα νομικά εμπόδια στην ίδρυση ελληνικών συλλόγων, η υπερφορολογηση Ελλήνων κ.α..

Ήταν Φεβρουάριος του 1947 όταν υπογραφόταν στο Παρίσι, η ΕλληνοΙταλικη Συνθήκη,  η συνθήκη ειρήνης μεταξύ των Συμμάχων Δυνάμεων και της Ιταλίας.

Σύμφωνα με την ιστορική συμφωνία «η Ιταλία εκχωρεί στην Ελλάδα κατά πλήρη κυριότητα τα νησιά της Δωδεκανήσου , ήτοι: Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάρπαθος, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος,Λέρος, Πάτμος, Λίψον, Σύμη, Κως και Καστελόριζο ως και τας παρακειμένας νησίδας».

Η ελληνική πλευρά διευκρίνιζε, κατά την υπογραφή, ότι με τον όρο «παρακείμενες» εννοούνται οι «υπό ιταλικήν κυριαρχίαν» κατά την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεμο. Η Συνθήκη των Παρισίων (ΕλληνοΙταλικη συμφωνία) προβλέπει ύπαρξη στα Δωδεκάνησα στρατού και στρατοχωροφυλακής, σε αντίθεση με τη ρητορική της Τουρκίας περί του αντιθέτου.

Σε κάθε περίπτωση η Τουρκία δεν προσυπέγραψε, ούτε παρακολούθησε ως ενδιαφερόμενη χώρα τη διαδικασία υπογραφής της Συνθήκης με την οποία παραχωρούνταν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα. Σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο 4 της Συνθήκης της Βιέννης που αναφέρεται στην ισχύ των Διεθνών Συνθηκών, η Τουρκία σε κάθε περίπτωση, δεν έχει δικαίωμα να επικαλείται ως μη προσυπογράφουσα, τη Συνθήκη των Παρισίων και τα επιμέρους άρθρα αυτής, καθώς δεν υπήρξε συμβαλλόμενο μέρος κατά την υπογραφή της συνθήκης. .Η παρουσία Ελλήνων στα Δωδεκάνησα μαρτυρείται στην Ιλιάδα (Β 653-680) του Ομήρου, στον κατάλογο των ελληνικών πλοίων που πήραν μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Παρά την κατοχή από διάφορους κατακτητές (Οθωμανούς, Ενετούς, Γάλλους, Ιταλούς, Γερμανούς, Βρετανούς), οι κάτοικοι διατήρησαν την ελληνική ταυτότητά τους. Δωδεκανήσιοι, μεταξύ των οποίων και Καστελοριζιοί, συμμετείχαν σε όλους τους εθνικούς αγώνες των Ελλήνων τόσο για την απελευθέρωση άλλων περιοχών της Ελλάδας όσο και για την ένωση του τόπου τους με τη μητέρα-πατρίδα. Οι προσπάθειές τους ευοδώθηκαν το 1947.

Η συμφωνία συνυπογραφόταν, πέραν της Ελλάδας και της Ιταλίας, από άλλα είκοσι κράτη που είχαν πολεμήσει τον ιταλικό φασισμό. Η Τουρκία ούτε θέση, ούτε λόγο είχε σ’ αυτήν.

Τα Δωδεκάνησα αποδίδονταν στη μητέρα-πατρίδα κατά την κλασική έκφραση της εποχής με καθυστέρηση περίπου δύο χρόνων από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Η ένωση των νησιών αναβλήθηκε, κατά κάποιο τρόπο, επί τρεισήμισι δεκαετίες από μια άτυχη συγκυρία. Είχαν μεταβιβαστεί στην Ιταλία από την Οθωμανική Αυτοκρατορία τον Μάιο του 1912, μετά τον ιταλο-τουρκικό πόλεμο. Έτσι, κατά την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, ιταλοκρατούνταν.

Συνθήκη της Λωζάνης:

ΑΡΘΡΟ 40:

Οι Τούρκοι υπήκοοι, που ανήκουν σε μη μουσουλμανικές μειονότητες, θα απολαμβάνουν νομικώς και πραγματικά της ίδιας προστασίας και των ίδιων εγγυήσεων, τις οποίες απολαμβάνουν και οι λοιποί Τούρκοι υπήκοοι, θα έχουν το δικαίωμα να ιδρύουν, διευθύνουν και εποπτεύουν, με δικές τους δαπάνες, όλων των ειδών τα φιλαθνρωπικά, θρησκευτικά και ή κοινωφελή ιδρύματα, σχολεία και λοιπά εκπαιδευτήρια, με το δικαίωμα να κάνουν ελεύθερη χρήση σε αυτά της γλώσσας τους και να εκτελούν ελεύθερα τη θρησκεία τους.

ΑΡΘΡΟ 41:

Στις πόλεις και περιφέρειες, όπου διαμένει σημαντική αναλογία υπηκόων μη μουσουλμάνων, η Τουρκική Κυβέρνηση θα παρέχει ως προς τη δημόσια εκπαίδευση τις αρμόζουσες διευκολύνσεις για την εξασφάλιση της παροχής της γλώσσας τους στα δημοτικά σχολεία, της διδασκαλίας στα παιδιά των εν λόγω Τούρκων υπηκόων. Η διάταξη αυτή δεν εμποδίζει την Τουρκική Κυβέρνηση να καταστήσει υποχρεωτική τη διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας στα προαναφερόμενα σχολεία.

Στις πόλεις και περιφέρειες, όπου υπάρχει σημαντική αναλογία Τούρκων υπηκόων που ανήκουν σε μη μουσουλμανικές μειονότητες, θα εξασφαλιστεί σ’ αυτές τις μειονότητες δίκαιη συμμετοχή στη διάθεση των χρηματικών ποσών, τα οποία θα χορηγούνται από του δημοσίου χρήματος από τον προϋπολογισμό του κράτους ή των δημοτικών και άλλων προϋπολογισμών για εκπαιδευτικό, θρησκευτικό ή φιλανθρωπικό σκοπό.

Τα ποσά αυτά θα καταβάλλονται στους αρμόδιους αντιπροσώπους των ενδιαφερόμενων καθιδρυμάτων και οργανισμών.

ΑΡΘΡΟ 42:

Η Τουρκική Κυβέρνηση δέχεται να αναλάβει τα κατάλληλα μέτρα απέναντι στις μη μουσουλμανικές μειονότητες, όσον αφορά την οικογενειακή ή προσωπική τους κατάσταση, ώστε τα ζητήματα αυτά να κανονίζονται σύμφωνα προς τα έθιμα αυτών των μειονοτήτων.

Αυτά τα μέτρα θα τα επεξεργαστούν ειδικές επιτροπές, που θα αποτελούνται από ίσον αριθμό αντιπροσώπων της Τουρκικής Κυβέρνησης και καθεμιάς από τις ενδιαφερόμενες μειονότητες. Σε περίπτωση διαφωνίας, η Τουρκική Κυβέρνηση και το Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών θα διορίσουν, από κοινού, επιδιαιτητή, που θα εκλεγεί μεταξύ των Ευρωπαίων νομομαθών.

Η Τουρκική Κυβέρνηση υποχρεούται να παρέχει κάθε προστασία στις εκκλησίες, συναγωγές, νεκροταφεία και λοιπά θρησκευτικά ιδρύματα των προαναφερόμενων μειονοτήτων. Στα ευαγή ιδρύματα, αλλά και τα θρησκευτικά και φιλανθρωπικά καταστήματα των μειονοτήτων, θα παρέχονται όλες οι ευκολίες και οι άδειες, η δε Τουρκική Κυβέρνηση, σε περίπτωση ίδρυσης νέων θρησκευτικών και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, δεν θα αρνηθεί καμία από τις αναγκαίες διευκολύνσεις, οι οποίες έχουν εξασφαλιστεί στα λοιπά ιδιωτικά ιδρύματα όμοιας φύσης.

ΑΡΘΡΟ 43:

Οι Τούρκοι υπήκοοι που ανήκουν στις μη μουσουλμανικές μειονότητες δεν θα είναι υποχρεωμένοι να εκτελούν πράξεις, οι οποίες αποτελούν παράβαση της πίστης ή των θρησκευτικών τους εθίμων, ούτε θα περιέρχονται σε κάποια ανικανότητα σε περίπτωση που αρνούνται να παραστούν ενώπιον των δικαστηρίων .

Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες και θα υπάρχει πλήρης σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα τους και στην αυτονομία τους. Το 1926 μονομερώς κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάνης, η τουρκική κυβέρνηση ακύρωσε με νόμο αυτή τη διάταξη. Για την τροποποίηση μίας Συνθήκης, απαιτείται να συμπράξουν πάλι, όλα τα μέρη και οι μονομερείς πράξεις, είναι άκυρες. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό Διεθνές νομικό καθεστώς, ως Οικουμενικό. Υφίσταται ως η «πρώτη μεταξύ ίσων» στην τάξη των Ορθοδόξων Εκκλησιών διεθνώς (Αρχιεπισκοπή Αμερικής, με έδρα τη Νέα Υόρκη, Αρχιεπισκοπές στην Ευρώπη, στην Αφρική, Επαρχίες στην Τουρκία, Αρχιεπισκοπή Τιράνων, Αρχιεπισκοπή Κρήτης Ελλάδος, Μητροπόλεις Δωδεκανήσων Ελλάδος, Μητροπόλεις των  Νέων χωρών Ελλάδος-Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη, Νησιά Βορείου Αιγαίου , Μητρόπολη Γαλλίας, Μητρόπολη Γερμανίας ,Μητρόπολη Αυστρίας , Μητρόπολη Σουηδίας και πάσης Σκανδιναυΐας ,Μητρόπολη Βελγίου ,Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας ,Μητρόπολη Ελβετίας ,Μητρόπολη Ιταλίας, Μητρόπολη Μπουένος Άιρες ,Μητρόπολη Μεξικού ,Μητρόπολη Χονγκ Κονγκ ,Μητρόπολη Ισπανίας και Πορτογαλίας ,Μητρόπολη Κορέας ,Μητρόπολη Σιγκαπούρης, Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, Αρχιεπισκοπή Καναδά, Αρχιεπισκοπή Μεγάλης Βρετανίας κ.α.).

Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση («μη εγκατάσταση ναυτικής βάσεως») κάποιων νησιών του Αιγαίου (Λήμνος, Σαμοθράκη, Σάμος, Χίος, Λέσβος, Ικαρία). Επιτρέπεται στρατοτοχωροφυλακη. Επιτρέπεται, η ευρωπαϊκή Φρόντεξ για την προστασία των Ευρωπαϊκών συνόρων. Οργανισμός που δημιουργήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2005. Η Frontex ή Οργανισμός Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακης, είναι υπεύθυνος για τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών συνοριοφυλάκων και των συνοριοφυλάκων των κρατών μελών.

Μεταξύ των ανταλλάξιμων περιελαμβάνονταν επίσης οι Έλληνες του Πόντου, αλλά και τουρκόφωνοι Έλληνες, όπως τουρκόφωνοι Πόντιοι και Καραμανλήδες, καθώς και ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι, όπως Τουρκοκρητικοί και Βαλαάδες της Δυτικής Μακεδονίας. Μαζί με τους Έλληνες, πέρασε στην Ελλάδα και αριθμός Αρμενίων και Συροχαλδαίων. Εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή οι Ρωμιοί κάτοικοι της νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης (οι 125.000 μόνιμοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκηπονήσων και των περιχώρων, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι πριν από τις 30 Οκτωβρίου του 1918) και οι κάτοικοι της Ίμβρου και της Τενέδου (6.000 κάτοικοι), ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν 110.000 Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.

Επιπλέον, βάσει του άρθρου 23, η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κύπρου.

Η παράνομη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί:

Η απόφαση αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση τους όρους της Συνθήκης της UNESCO για την προστασία των μνημείων και περιοχών παγκόσμιας κληρονομιάς (1981), που έχει υπογράψει μεταξύ άλλων και η Τουρκία, η οποία ορίζει ρητά πως για κάθε φυσική παρέμβαση και λειτουργικές αλλαγές στα καταγεγραμμένα κτίρια και τοποθεσίες θα πρέπει να υπάρχει η σχετική αδειοδότηση του Συμβουλίου Διατήρησης UNESCO. Που σημαίνει, πως πριν από την παραμικρή παρέμβαση σε ανάλογους χώρους, είναι υποχρεωτικό να αποστέλλεται έγγραφο αίτημα στην UNESCO η οποία προετοιμάζει και συγκαλεί την διακυβερνητική Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς, που καλείται, με τη σειρά της, να εξετάσει την εκάστοτε περίπτωση με βασικό κριτήριο, πάντα, την διατήρηση της αξίας και του οικουμενικού πολιτιστικού χαρακτήρα του μνημείου. Να σημειώσουμε εδώ μέχρι σήμερα η επιτροπή έχει απορρίψει αρκετά εθνικά αιτήματα τα οποία αφορούν σε παρεμβάσεις ή αλλαγή χρήσης αντίστοιχων χώρων.

Η Αγία Σοφία συμπεριλαμβάνεται, από το 1985, στις ιστορικές εκείνες ζώνες της Κωνσταντινούπολης που είναι εγγεγραμμένες στον κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς ως έργο εξαιρετικής οικουμενικής αξίας. Η μετατροπή της σε τζαμί λοιπόν έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις προϋποθέσεις της κήρυξής της ως Παγκόσμιου Μνημείου Πολιτιστικής Κληρονομιάς και συνεπάγεται την άμεση έξοδό της από τον σχετικό κατάλογο. Τέλος, το Συμβούλιο της Επικρατείας της Τουρκίας, δεν θεωρείται πλέον, ανεξάρτητη δικαστική αρχή, μετά τις απολύσεις και φυλακίσεις Τούρκων δικαστών, λόγω πολιτικών φρονημάτων. Άρα και οι αποφάσεις του, δεν είναι ανεξάρτητες, αυτόνομες.

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης