Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης δικηγόρος – συνταγματολόγος – συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα-νομικός συνεργάτης Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα – νομικός σύμβουλος Βορειοηπειρωτών Ελλάδος – ΔΣ πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων – ΔΣ ιδρύματος Μπότσαρη
Με βάση την αμετάκλητη απόφαση 2377/2022 του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της χώρας μας, κρίνονται Αντισυνταγματικές διατάξεις των νόμων Θεοδωρικάκου 4623/2019 και 4625/2019 για τον τρόπο συγκρότησης της οικονομικής επιτροπής των Δήμων, της επιτροπής ποιότητας ζωής των δήμων και για τον τρόπο εκλογής των προέδρων τοπικών συμβουλίων τοπικών κοινοτήτων Δήμων. Η αμετάκλητη αυτή απόφαση του ΣτΕ, δεν έχει αναδρομική ισχύ και ισχύει από την δημοσίευση της δικαστικής απόφασης και έπειτα. Από την δημοσίευση της δικαστικής απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, υφίσταται και ποινική ευθύνη των μελών οικονομικών επιτροπών δήμων, των μελών επιτροπών ποιότητας ζωής δήμων και των Προέδρων τοπικών κοινοτήτων Δήμων, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Οι νόμοι Θεοδωρικάκου για την τοπική αυτοδιοίκηση, αποσκοπούσαν στην «κυβερνησιμότητα» των δήμων, στην καλύτερη λειτουργία και στην ευκολότερη λήψη αποφάσεων, λόγω των εμποδίων που έθετε η απλή αναλογική, καθώς κατά πολλούς στην χώρα μας δεν είναι διαδεδομένες οι ευρείες συναινέσεις- συνεργασίες που χρειάζεται η απλή αναλογική. Παλαιότερα, το Συμβούλιο της Επικρατείας ως ανώτατο διοικητικό δικαστήριο, είχε κρίνει Αντισυνταγματικές τις περικοπές που επιβλήθηκαν στις κύριες και επικουρικές συντάξεις με μνημονιακούς νόμους του 2012(νόμος 4093/2012), Αντισυνταγματική την περικοπή των επιδομάτων εορτών και αδείας του νόμου 4093/2012 και άλλα.
Η απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας να κρίνει αντισυνταγματικές, με την απόφαση 2377/2022, τις διατάξεις των νόμων 4623/2019 και 4625/2019, με τις οποίες θεσπίσθηκαν αλλαγές στον τρόπο συγκρότησης της οικονομικής επιτροπής και της επιτροπής ποιότητας ζωής των δήμων, δημιούργησε κύμα αποχής μελών από οικονομικές επιτροπές και επιτροπές ποιότητας ζωής δήμων, καθώς και προσφυγές κατά προέδρων κοινοτήτων, λόγω της ακυρότητας εκλογής τους.
Ποινικές και αστικές ευθύνες, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης:
Οι ως άνω επιτροπές χαρακτηρίζονται στο εξής «παράνομες» και «όσοι συμμετέχουν στις Επιτροπές αυτές έχουν πλέον ποινικές και αστικές ευθύνες». Η νομοθετική πρωτοβουλία και η ερμηνευτική εγκύκλιος του υπουργείου εσωτερικών, εάν δεν συμμορφώνονται πλήρως στην απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, θα είναι και αυτές παράνομες.
Οι συνεδριάσεις ως και η σχετική λήψη αποφάσεων της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής ,δεν είναι πλέον νόμιμες έχοντας υπόψη τα νέα δεδομένα που προκύπτουν από την πρόσφατη υπ’ αρ. 2377/2022 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που κρίνει οριστικά αντισυνταγματικές τις διατάξεις των άρθρων 2 (παρ. 1) και 6 (παρ. 1, 2, 4) του Ν. 4623/2019 και 10 παρ. 6 περ. α’ του Ν.4625/2019, καθώς και του άρθρου 177 παρ. 3 του Ν. 4635/2019”, . Οι ανωτέρω επιτροπές θα πρέπει να προβούν σε ανασυγκρότηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα του Ν. 4555/2018. Εάν δεν γίνει αυτό, υπάρχει κίνδυνος ακύρωσης των αποφάσεων τους. Η ακύρωση εκλογής των προέδρων των τοπικών κοινοτήτων Δήμων, θα επιφέρει προσφυγές κατά των προέδρων και αποφάσεων τους και υποχρεωτική εφαρμογή του προηγούμενου νόμου, δηλαδή 4555/2018.
Μετά την απόφαση 2377/2022 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές, οριστικά και αμετάκλητα, οι διατάξεις των νόμων Θεοδωρικάκου 4623/2019 και 4625/2019 με τις οποίες θεσπίσθηκαν αλλαγές στον τρόπο συγκρότησης της Οικονομικής Επιτροπής και της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής των Δήμων και μεταφέρθηκαν αρμοδιότητες σε αυτές από το Δημοτικό Συμβούλιο, τα θέματα των επιτροπών αυτών παραπέμπονται προς λήψη αποφάσεων στο Δημοτικό Συμβούλιο.
Αναμένουμε η απόφαση να καθαρογραφεί και να κοινοποιηθεί στο Υπουργείο Εσωτερικών.
Η απόφαση του ΣτΕ δεν έχει κοινοποιηθεί ακόμη στο ΥΠΕΣ. Μόλις το Υπουργείο παραλάβει την απόφαση , ο υπουργός εσωτερικών οφείλει να προβεί σε νομοθετικές ρυθμίσεις. Η ποινική και η αστική ευθύνη, όμως, ξεκινούν από την δημοσίευση της δικαστικής απόφασης.
Ανεξάρτητα από την εξειδίκευση που θα κάνει το υπουργείο εσωτερικών, με νομοθετική ρύθμιση, όλες οι αποφάσεις της Οικονομικής Επιτροπής είναι νομικά αίολες και μπορούν να προσβληθούν και να ακυρωθούν για λόγους μη νόμιμης σύνθεσής τους. Το πιο σημαντικό στοιχείο που αφορά στην ασφαλή λειτουργία των Δήμων και των αποφάσεών τους ,είναι το ζήτημα νομιμότητας της σύνθεσης.
Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ ελήφθη κατά πλειοψηφία και έκρινε αντισυνταγματικές τις διατάξεις που άλλαξαν τον τρόπο συγκρότησης των Οικονομικών Επιτροπών και των Επιτροπών Ποιότητας Ζωής των Δήμων, καθώς και τις διατάξεις που μετέφεραν αρμοδιότητες των δημοτικών συμβουλίων στις Επιτροπές. Αντιθέτως, το ΣτΕ έκρινε ότι δεν αντίκεινται στο Σύνταγμα οι διατάξεις που αφορούν την ανάδειξη μελών στα διοικητικά συμβούλια δημοτικών οργανισμών και επιχειρήσεων (π.χ. ΔΕΥΑ), καθώς δεν συνδυάστηκαν και με μεταφορά αρμοδιοτήτων.
Μείζον ζήτημα, εγείρεται για τις αποφάσεις που θα ληφθούν εφεξής: είναι δυνητικά πληττόμενες, δηλαδή, , μπορούν να προσβληθούν. Εγείρεται ένα ζήτημα νομιμότητας, αλλά κάποιος πρέπει να το θέσει, με προσφυγή.
Σε κάθε περίπτωση οι συγκεκριμένες Επιτροπές είναι πλέον πολιτικά απονομιμοποιημένες.
Η απόφαση του ΣτΕ αφορά εμμέσως και τις αντίστοιχες διατάξεις για τις Περιφέρειες. Αν και η προσφυγή στο ΣτΕ -κατ’ επέκταση και η απόφαση της Ολομέλειας- αφορά αποκλειστικά και μόνο τις νομοθετικές διατάξεις για τους δήμους, έχει ήδη διαμορφωθεί μια νομολογία βάσει της οποίας πιθανολογείται ότι θα ευδοκιμήσουν και προσφυγές που αφορούν τον δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης.