Επιμέλεια: Περικλής Χαλάτσης
Η «ομπρέλα» της Renault δείχνει πλέον μικρή στο άνοιγμα μπροστά στο άλμα που έκανε η προστατευόμενη της Dacia. Οι πωλήσεις στην Ευρώπη το 2022 ξεπέρασαν κάθε προσδοκία των Γάλλων που εποπτεύουν την ρουμάνικη φίρμα.
Τα αυτοκίνητα της Dacia έχουν ποιότητα, αξιοπιστία, τεχνολογία και το βασικότερο ανταγωνιστικές τιμές. Κάτι που οι ευρωπαίοι αγοραστές οι οποίοι είναι απαλλαγμένοι από το κόμπλεξ της φίρμας, προτίμησαν τα αξιόλογα αυτοκίνητα και ανέβασαν το ποσοστό των πωλήσεων. Σε σύγκριση με το 2021, σε μια φθίνουσα αγορά, η Dacia το 2022 πούλησε 573.800 αυτοκίνητα και κατέγραψε αύξηση 6,8%.
Είναι γνωστό ότι στην παγκόσμια αγορά με το που ξεκίνησε ο εφιάλτης του κορονοϊού ήρθαν όλα τα πάνω κάτω. Οι γραμμές παραγωγής «κόλλησαν» και οι πωλήσεις των αυτοκινήτων μειώθηκαν δραματικά.
Οι αγορές που δραστηριοποιείται εμπορικά η Dacia συρρικνώθηκαν κατά 5,5% σε σχέση με το 2021. Η Dacia όχι μόνο δεν έχασε αλλά ανέβασε το μερίδιό της. Το 2022, η Dacia πέτυχε μερίδιο αγοράς ρεκόρ στην Ευρώπη, με 7,6%, στις πωλήσεις επιβατικών οχημάτων σε πελάτες λιανικής, ενισχύοντας τη θέση της για δεύτερη συνεχή χρονιά (έχοντας κατακτήσει μερίδιο 6,2% το 2021).
Το παρελθόν της Dacia έκανε ζημιά. Σήμερα όχι. Τα περισσότερα εξαρτήματα η ακόμη και κινητήρες είναι Renault. Τα αυτοκίνητα είναι ανταγωνιστικά και δεν υστερούν σε τίποτα από τον ανταγωνισμό. Μόνο αυτοί που εθελοτυφλούν παραμένουν κολλημένοι στην παλιά ιστορία της ρουμάνικης φίρμας.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Dacia κέρδισε έδαφος στην Ευρώπη, με τους όγκους πωλήσεων των επιβατικών να εμφανίζονται κατά 15,4% αυξημένοι, παρά τη συρρίκνωση της αγοράς κατά 4%. Στη Γαλλία, που είναι και η μεγαλύτερη αγορά της μάρκας, καταγράφηκαν 130.800 πωλήσεις επιβατικών ΙΧ της Dacia το 2022, που αντιπροσωπεύουν αύξηση 4,5% σε σχέση με το 2021, και αυτό παρά την πτώση της αγοράς κατά 7,8%.
Στη Γερμανία, μια αγορά που κυριαρχούν τα μοντέλα της κατηγορίας C, η Dacia κατέγραψε την καλύτερη μέχρι σήμερα επίδοσή της, επιτυγχάνοντας αύξηση 50% στον όγκο πωλήσεων, με 60.300 οχήματα που πωλήθηκαν σε πελάτες λιανικής, νούμερο που αντιστοιχεί, για πρώτη φορά, σε πάνω από το 2% των συνολικών πωλήσεων επιβατικών ΙΧ οχημάτων, και στο 5% των πωλήσεων επιβατικών, σε πελάτες λιανικής. Η Dacia ξεπέρασε αρκετές καταξιωμένες μάρκες, καταλαμβάνοντας την 6η θέση στη γερμανική αγορά λιανικής.
Στην Ισπανία, η Dacia πούλησε 37.800 Ιδιωτικά οχήματα – 2,7% περισσότερο από το 2021 – παρά τη συρρίκνωση της αγοράς κατά 5,3%.
Στην Αγγλία, η Dacia υπερδιπλασίασε τον όγκο των πωλήσεών της, σημειώνοντας αύξηση 55% σε σχέση με το 2021, παρά την πτώση της αγοράς κατά 2%.
Στην Ελλάδα, η Dacia πέτυχε εντυπωσιακή αύξηση πωλήσεων της τάξης του 39,7% σε σχέση με το 2021, ενώ το μερίδιό της αυξήθηκε από το 2,3% το 2021, στο 3,0% τη χρονιά που μας πέρασε. Αξίζει να σημειωθεί ότι το μερίδιο λιανικής της Dacia στην ελληνική αγορά αυξήθηκε από το 3,1% (2021) στο 4,4% (2022).
Οι Γάλλοι αποφάσισαν να διευρύνουν τη γκάμα των εξηλεκτρισμένων οχημάτων της. Το Jogger HYBRID 140 – το πρώτο υβριδικό μοντέλο της Dacia – είναι εξοπλισμένο με την κορυφαία και δοκιμασμένη υβριδική τεχνολογία της Renault, διαθέτει αυτόματο κιβώτιο χωρίς συμπλέκτη, ενώ προσφέρει στους πελάτες ισχύ, άνεση και οικονομία καυσίμου, με εκπομπές CO2 από 108 g/km.
Το 2022 πουλήθηκαν 48.900 μονάδες του αμιγώς ηλεκτρικού Spring (αύξηση 75% σε σχέση με το 2021). Από την κυκλοφορία του το 2021, το Spring έχει κερδίσει περισσότερους από 100.000 πελάτες, τα τρία τέταρτα των οποίων είναι πελάτες λιανικής.
Κατά τον πρώτο χρόνο του στην αγορά, το 2022 το Jogger πούλησε 56.800 μονάδες, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση στην κατηγορία C (εκτός των SUV), που πωλούνται στην ευρωπαϊκή αγορά λιανικής.
Πάνω από το 70% των πελατών συνεχίζει να επιλέγει τις καλύτερα εξοπλισμένες εκδόσεις των μοντέλων Dacia, ενώ ένας στους τρεις πελάτες της Dacia, αλλά και το 58% των πελατών του Jogger, επιλέγουν τον κινητήρα διπλού καυσίμου βενζίνης/LPG που έχει κατά μέσο όρο 10% λιγότερες εκπομπές CO2 (118g/km) από έναν αντίστοιχο βενζινοκινητήρα, ενώ, με τα δύο ρεζερβουάρ γεμάτα, το μοντέλο προσφέρει πάνω από 1.000 χιλιόμετρα αυτονομίας. Μόνο όσοι καταλαβαίνουν πόσο οικονομικά μπορεί να κινηθεί ένα αυτοκίνητο που είναι εξοπλισμένο με κινητήρα διπλού καυσίμου βενζίνης/LPG, αντιλαμβάνονται τα οφέλη που έχουν.