Την αγανάκτηση και τη δυσαρέσκεια των γονέων προκαλούν οι εμπορικές πρακτικές των πλανόδιων που εισέρχονται στις παιδικές χαρές με ένα σωρό μπιχλιμπίδια, μπαλόνια, σαπουνόφουσκες κι ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.

Οι πλανόδιοι μετατρέπουν σε «μαγαζάκι» τις παιδικές χαρές, στην ουσία αποσπώντας χρήματα από τους γονείς, οι οποίοι πιέζονται ψυχολογικά (και κοινωνικά) από το κλάμα του παιδιού και αναγκάζονται να αγοράζουν προϊόντα που δεν έχουν καμία αξία και διάρκεια πέρα από την πρόσκαιρη ικανοποίηση του παιδιού.

Τα κάθε λογής μπαλόνια, σπαθιά και φωσφορούχα μικροαντικείμενα προσφέρονται στην κυριολεξία με το ζόρι ως εμπορεύματα στις κούνιες, στις τσουλήθρες, δίπλα από τις τραμπάλες, μπροστά στα μάτια των παιδιών που… τα θέλουν όλα.

Παιγνίδια που διαρκούν πολλές φορές λιγότερο ακόμη και από τη βόλτα στην παιδική χαρά κοστίζουν 2, 5 ή ακόμη και πιο πολλά ευρώ.

Έτσι, μια βόλτα για να ξεδώσουν τα παιδιά στη δημόσια παιδική χαρά μετατρέπεται σε άγχος για τους γονείς που δεν θέλουν, δεν έχουν τη δυνατότητα ή απλώς δεν μπορούν να δίνουν 5 και 10 ευρώ κάθε φορά για να κάνουν τα παιδιά να μην κλαίνε, όταν υπάρχουν ανάγκες για το νοικοκυριό πιο επιτακτικές, όπως η αγορά τροφίμων ή άλλων ειδών πρώτης ανάγκης.

Φανταστείτε πόσο βάρβαρο μπορεί να είναι να αναγκάζεσαι να κλείνεσαι μέσα, να μη πηγαίνεις το παιδί σου στην παιδική χαρά, επειδή φοβάσαι ότι όλοι θα σε κοιτούν περίεργα όταν εκείνο κλαίει κι εσύ δεν του αγοράζεις τίποτα για να το κάνεις να ηρεμήσει.

Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο στους γονείς με παιδιά από 2-6 χρόνων, τα οποία δεν έχουν μάθει ακόμη το όχι ως απάντηση στο κάθε παράλογο, πολλές φορές, ή επιβαρυντικό οικονομικά για τον γονέα αίτημα.

Την «εισβολή» κάθε είδους πλανόδιου στις παιδικές χαρές ευνοεί και το γεγονός ότι συνήθως είναι αφύλακτες, ενώ κανονικά, με την παρουσία τόσων παιδιών και γονέων (στις μεγάλες παιδικές χαρές το Σαββατοκύριακο μιλάμε για εκατοντάδες ανθρώπους), θα έπρεπε να παρέχεται τουλάχιστον αίσθηση ασφάλειας…

Ρεπορτάζ: Νίκος Τσιαμτσίκας