Κυριακή απόγευμα. Ημέρα ποδοσφαίρου. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου κάθε Κυριακή, μπαμπάς και αδελφός στημένοι μπροστά στην άρτι αφιχθείσα έγχρωμη τηλεόρασή μας. Λίγων ιντσών αλλά βλέπαμε την γάμπα του Σαργκάνη έγχρωμη με την τρίχα κάγκελο!!!

Τραβούσα από το μανίκι τον αδελφό μου για να παίξουμε MONOPOLI αλλά εκείνη τη στιγμή ξεστόμιζε βαριά κουβέντα που έμελλε να με στιγματίσει: «Σήμερα έχει ποδόσφαιρο. Είναι ημέρα ιερή!»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μούτρωσα. «Δεν θέλω να μου ξαναμιλήσεις για μια ημέρα»,, τσίριξα θυμωμένη. Από τότε έγινε κοινωνός του moto «Ποτέ την Κυριακή».

Ευτυχώς που τα χρόνια της εφηβείας μου είχα διάβασμα για το σχολείο και η Κυριακή περνούσε νερό, αν εξαιρέσεις φυσικά το βράδυ της που στην -προ ιδιωτικής τηλεόρασης- εποχή τα δύο κρατικά κανάλια είχαν αφιερώματα στους γκολκίπερς των ομάδων… Φρίκη. Μία τηλεόραση, ανδρικό χέρι στο κοντρόλ και εγώ πάλι να σκούζω «Πότε την Κυριακή».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Έτσι τα χρόνια περνούσαν και λέξεις όπως Ολυμπιακός, Άρης, Ηρακλής, ΟΦΗ, γήπεδο, αμυντικό χαφ, δεξί μπακ, κόρνερ, κίτρινη και κόκκινη κάρτα ήταν για εμένα Σουαχίλι. Και δεν έβλεπα και εκπαιδευτική τηλεόραση μόνο «Σουσάμι άνοιξε» για να παραμορφωθώ…

«Αναρωτιέμαι δεν σε ενδιαφέρει ένα άθλημα να δεις», μου έλεγε ο αδελφός μου. «‘Όχι, τι να βλέπω δασύτριχους να τρέχουν γύρω-γύρω από ένα πετσί; Εγώ είμαι πνευματώδης.» Αυτό με έφαγε η παραμόρφωση!

Στο γυναικείο μου μυαλουδάκι είχα συνδέσει το ποδόσφαιρο με όλες τις brutal καταστάσεις, όπως ρέψιμο, πουπς – με τα συγχωρήσεως κιόλας- πρωτόγονες κραυγές, νοηματική για κανίβαλους και «δάλτονες» που χωρίς να ξεχωρίζουν καλά- καλά χρώματα δεν δίσταζαν να κάψουν και να σπάσουν κεφάλια! Ουγκ!

Ώσπου γνώρισα τον Τραϊανό… Καθόταν στο διπλανό έδρανο από εμένα στον τμήμα της Φιλοσοφικής για περίπου ένα εξάμηνο. Τον παρομοίαζα με τον ρωμαίο αυτοκράτορα Marcus Ulpius Nerva Traianus, που επί των ημερών του η ρωμαϊκή αυτοκρατορία έφτασε στο απόγειό της,

Αυτό το «απόγειο» ήταν που ερέθιζε και την δική μου φαντασία. Ήθελα να με κατακτήσει όπως την Δακία και να  κινηθεί προς εμένα όπως ο Traianus στην Πάρθα, «την καρδιά και το μυαλό μου, πάρθα, πάρθα…». Τώρα το μόνο που έμενε ήταν το πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα, γιατί είμαι, δεν θέλω αηδίες, να βρει έναν τρόπο να τον προσεγγίσει.

Και τον βρήκε. Ο Τραϊανός ήταν φανατικός, τι λέω, φανατισμένος, αφιονισμένος οπαδός, για να μη πω χούλιγκαν και με πείτε υπερβολική πάλι, με το ποδόσφαιρο! Από εκείνους του Άγγλους ευγενείς που μαζεύονται στο Γουέμπλεϊ κάθε Κυριακή και παίζουν «γυαλιά-καρφιά»! Τα σπάει αυτό το άθλημα.

Τι θα έκανα; Εγώ δεν είχα ιδέα από ποδόσφαιρο, μπάλα και ένα μάτσο άνδρες πράσινους, κίτρινους και κόκκινους –σαν τους κόκκους απορρυπαντικού – να τρέχουν πάνω κάτω. Το μόνο που ήθελα ήταν αυτά τα γυμνασμένα κορμιά να «τρέχουν» για μένα χιλιόμετρα και μετά να «γεύομαι» τον ιδρώτα τους, η λυσσάρα.

Τραϊανός ήταν αυτός, μεγάλη η χάρη του. Αποφάσισα κι εγώ να το παίξω ποδοσφαιρόφιλη. Λατρεία του ο Ολυμπιακός. Ντύθηκα τη «γυναικάρα με τα κόκκινα», κάθισα σχεδόν πάνω του και άρχισα να λέω, «Λοιπόν, Ελένη θα πάμε την Κυριακή στο γήπεδο. Παίζει η ομαδάρα, ο Θρύλος και έχω εισιτήρια για την 7.» Κάγκελο η Ελένη, συμφοιτήτριά μου, που μόνο την ετυμηγορία της λέξης ήξερε. Προέρχεται από το «πους –ποδός», δηλαδή πόδι και «σφαίρα», που στα αρχαία εννοούσαν την μπάλα.

Μπορεί η Ελένη να μην μπήκε στο νόημα, αλλά ο Τραϊανός το είχε πιάσει … «Έχεις εισιτήρια για τον αγώνα του Ολυμπιακού; Έψαξα αλλά δεν βρήκα και ένας εξάδερφός μου που…», για να τον διακόψω απότομα με ύφος Σωτηρακόπουλου, «Έχω για την «7», αν καταλαβαίνεις…».

Η οργανωμένη οπαδός που δεν ήξερε όχι την βασική 11άδα, αλλά ΟΥΤΕ ΕΝΑΝ ΠΑΙΚΤΗ! Συνέχισε ο στρατηλάτης του «Πάρθα όλα, πάρθα όλα μην αφήσεις τίποτε…» της καρδιάς μου, «Με εντυπωσιάζει που εκτός από όμορφη, έξυπνη είσαι και fun του sport». Έτοιμη ήμουν να προδοθώ, ψέλλισα «Ξέρω!» και από πολλά άλλα σπορ, μανάρι μου, συμπλήρωσα νοερά.

«Είσαι και Ολυμπιακός. Τι άλλο θέλει ένας άνδρας; Αν μαγειρεύεις κιόλας σε παντρεύομαι». Άχου, αρχίσαμε. Εκτός από Αλέφαντο, με ήθελε και Μαμαλάκη, όχι δεν προλάβαινα. Ένα- ένα όχι όλα μαζί! Το έπιασε το μήνυμα και η φοιτήτρια της φιλοσοφικής Ελένη – φίλη μου, «Εγώ δεν θα μπορέσω να έρθω», έτοιμη ήμουν να τα κάψω όλα λέγοντας, «Πού;» και ως έκλαμψη ήρθε η τσιμπιά της. «Ωραία θα πάμε μαζί», αποφάσισε ο Marcus Ulpius Nerva Traianus.

Τέλεια ευκαιρία, εγώ και ο Τραϊανός μαζί. Θα τον ξεμονάχιαζα στις καρέκλες του γηπέδου, θα ψιθύριζα στο αυτί του για την φάση – είχα δει Γέμελο την Κυριακή το βράδυ με την Άννα Καραμανλή που μιλούσαν για μια επανάληψη της φάσης. Θα το χρησιμοποιούσα. Πού, όμως; Αφού εισιτήρια δεν είχα για το γήπεδο!

Κυριακή απόγευμα, παίζουμε στην έδρα μας. Τι ποιοι; Εμείς οι Ολυμπιακοί. Ο Τραϊανός έχει περάσει να με πάρει. Πλήρωσα μαύρη αγορά 150 € σε φίλο του αδελφού μου -του Αρειανού, έτσι;- τα εισιτήρια του Παραδείσου!

Με τον Ηλεκτρικό, που δεν μπαίνω ποτέ αλλά για χάρη του ρωμαίου αυτοκράτορα καταπατούσα τον όρκο μου, οδεύαμε στο Καραϊσκάκη. «Ο ναός του Θρύλου», όπως μου διευκρίνισε και εγώ ήμουν έτοιμη να αναφωνήσω εκεί θα σε παντρευτώ, αλλά μαζεύτηκα. Ταμπούρλα, οργανωμένοι «Ουγκ», Ούνοι, Βάρβαροι, Βησιγότθοι με κόκκινα κασκόλ και εγώ σαν την μύγα με στο γάλα. Ένα UFO με πράσινα γιατί τονίζουν και τα μάτια μου και το τακούνι, 20ποντο. Το μόνο κόκκινο το κραγιόν μου.

Φτάσαμε που να μην φτάναμε. Κάγκελα, κάγκελα παντού και τα μυαλά στα κάγκελα. Ανδρίλα, πανό, βρισιές για κάτι παναθηναϊκούς που ήταν στο γήπεδο, συνθήματα… Το «μαμάκας» έδινε και έπαιρνε! Μέσα στους καπνούς, ένα γυμνός να χοροπηδάει και να τραγουδάει, παρά το κρυουλάκι που είχε. Να μας έχουν πιάσει τις θέσεις μας. Πλήρωσα κύριος γιατί βάζεις τα ποδαράκια σου πάνω τους. Πού είναι το ρομαντικό απόγευμα που είχα ονειρευτεί με το μωρό μου;

Marcus Ulpius Nerva Traianus είχε παρασυρθεί από το αλαλάζων πλήθος… Να με σκουντάει σαν φιλαράκι του για κάθε φάση, «Ρε μαλ… κοίτα, κοίτα τι κάνει ο Θεός», αν όμως «αυτός ο Θεός» έχανε τη μπάλα γινόταν αμέσως «κρέας, χαμένος» και τον έστελναν μακρινά υπερατλαντικά ταξίδια. Ο κανιβαλισμός σε όλο του το μεγαλείο! Πάνε τα ρομαντικά τετ-α-τετ που φανταζόμουν. Τώρα είχε μπει ανάμεσά μας ο Ντιόγκο, ο Τοροσίδης με τα τακουνάκια του και ουδόλως τον ερέθιζαν τα δικά μου stilletos. Άσε που είχαμε από έναν χούλιγκαν αγκαλιά.

Έληξε το ματς υπέρ του Ολυμπιακού με 3-1. Χαρούμενος ο Τραϊνός. Είχε απολαύσει άφθονο άρτο και θεάματα (panem et circenses) και είχε ανέβει το ηθικό του. Από ό,τι φάνηκε και το ανήθικό του σε αντίθεση με εμένα που είχα πτοηθεί μετά από 10 σπρωξιές και 3 μελανιές. Άμαχος πληθυσμός το σπασμένο μου τακούνι!

«Ντουντού γαμ…», περιέγραφε σε ένα φίλο του στο τηλέφωνο καθώς αποχωρούσαμε. Μπροστά επεισόδια με ξύλο και κακό. Στραβομουτσούνιασα. Είναι δυνατόν να συνοδεύει εμένα, που για χάρη του είχα γίνει τρόπον τινά θηριοδαμάστρια και να μιλά για μια άλλη. Έτοιμη ήμουν να του πετάξω κι εγώ ένα καδρόνι στο κεφάλι και να τον συμπεριλάβουν στους τραυματίες της συμπλοκής. «Επεξήγηση, για να μην γίνει παρεξήγηση», μου λέει ο Θρυλέων, «παίκτης είναι της ομαδάρας, μην τρελαίνεσαι». Θα μας σκότωναν κι αυτός την ομάδα του…

Έφτασα σπίτι, κατάκοπη και νευριασμένη… Ούτε είχα εκπορθηθεί ούτε είχα ερωτευτεί. Είχα χουλιγκανιστεί. «Μια κυρία στα γήπεδα».

Έπεσα να ξαπλώσω. Η τηλεόραση έπαιζε την Αθλητική Κυριακή και εγώ έβριζα τον εαυτό μου. «Τελικά ότι υποκρινόμαστε πολλές φορές δεν γινόμαστε…», με αυτή τη σκέψη ήταν στην πόρτα μου ο Μορφέας για να με αγκαλιάσει, τουλάχιστον κάποιος θα με αγκάλιαζε εκείνο το βράδυ. Ο ήχος του μηνύματος από το κινητό με ταρακούνησε…

«Είσαι μια ψεύτρα, γιατί η μόνη ομάδα που ξέρεις, κι αυτή αμφιβάλλω, είναι η ομάδα αίματός σου! Έχασες τη μπάλα. Ποτέ Την Κυριακή (ή Τετάρτη που έχει champions league). Είναι μέρα ιερή. Όλες τις άλλες μέρες, δικός σου..». Εγώ ήθελα μόνο να φωνάξω: ΓΚΟΟΟΟΛΛΛ!

Εκείνη τη στιγμή η Άννα Καραμανλή εκφωνούσε τα αποτελέσματα των αγώνων: Τραϊανός – Μελίνα σημειώσατε Χ.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης