Δια μέσου της ιστορίας οι γυναίκες έχουν θεωρηθεί ως η παρέκκλιση, η ανωμαλία. Ακόμη και φεμινίστριες σύγχρονες της Μποβουάρ θεωρούσαν τους άντρες ως το ιδανικό στο οποίο θα έπρεπε να ανέλθουν οι γυναίκες.

«Αυτή η στάση έχει κρατήσει πίσω τις γυναίκες, διατηρώντας την αντίληψη πως είναι παρείσακτες και προσπαθούν να εξομοιωθούν με το κατεστημένο», είναι η ιστορική της δήλωση. «Αν ο φεμινισμός θέλει να προχωρήσει, πρέπει να καταρρίψει την υπόθεση αυτή.»

Γεννήθηκε ως Simone Lucie-Ernestine-Marie-Bertrand de Beauvoir στις 9 Ιανουαρίου του 1908 στο Παρίσι της Γαλλίας και σπούδασε στο ανώτατο πανεπιστήμιο της École Normale Supérieure. Εκεί συνάντησε το 1921 τον υπαρξιστή Ζαν-Πωλ Σαρτρ, μετέπειτα σύντροφο της ζωής της. Στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η ντε Μποβουάρ συνεργάστηκε με τον Σαρτρ στην έκδοση του Les Temps Modernes, μια πολιτική εφημερίδα. Παρέμεινε εκδότρια ως τον θάνατό της.

Το 1981 συνέγραψε το La Cérémonie Des Adieux (Η Τελετή του Αποχαιρετισμού), μια οδυνηρή εξιστόρηση των τελευταίων χρόνων του Σαρτρ. Η Σιμόν ντε Μποβουάρ επιχειρηματολογεί μέσω ενός φεμινιστικού υπαρξισμού στο «Δεύτερο Φύλο». Ως υπαρξίστρια η Μποβουάρ αποδέχεται την αρχή πως η ύπαρξη προηγείται της ουσίας. Η ανάλυσή της εστιάζει στην ιδέα του Άλλου. Η κατασκευή της γυναίκας ως το τυπικό παράδειγμα Άλλου είναι για την Μποβουάρ το θεμέλιο της καταπίεσης των γυναικών.

Πέθανε από πνευμονία στις 14 Απριλίου του 1986 και θάφτηκε δίπλα στο σύντροφό της, στο Cimetière du Montparnasse του Παρισιού. Θεωρήθηκε η μητέρα του φεμινισμού, με φιλοσοφικά γραπτά που συνδέθηκαν με τον Σαρτριανό υπαρξισμό. Ήταν αρκετά ευέλικτη ως συγγραφέας, φιλόσοφος, μυθιστοριογράφος, πολιτική θεωρητικός, δοκιμιογράφος, καθώς και ως βιογράφος.

Μετά το θάνατό της, έγινε αποδέκτης εξαιρετικού θαυμασμού και επαίνων, εξαιτίας της αυξανόμενης αποδοχής του φεμινισμού στον ακαδημαϊκό χώρο. Είναι μία από τους μεγαλύτερους Γάλλους στοχαστές σ’ ολόκληρη την ιστορία.