Η χοληστερόλη παράγεται στο ήπαρ κατά το μεγαλύτερο μέρος της, ενώ ένα μικρότερο ποσοστό προέρχεται από τη διατροφή μας και είναι απαραίτητη για τον σχηματισμό κυτταρικών μεμβρανών και ορμονών.
Επειδή δεν διαλύεται στο αίμα η μεταφορά της γίνεται με τη βοήθεια των λιποπρωτεΙνών LDL και HDL. H LDL μεταφέρει την χοληστερόλη από τα ήπαρ στα κύτταρα, ενώ η HDL επιστέφει την περιττή χοληστερόλη από τους ιστούς στο ήπαρ, όπου και αποβάλλεται. Έτσι η LDL χαρακτηρίζεται ως «κακή χοληστερόλη» ενώ η HDL ως «καλή», επισημαίνει η διαιτολόγος – διατροφολόγος Αθηνά Ντενικάρου.
Τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα είναι ένας από τους προδιαθεσικούς παράγοντες αύξησης του κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου μαζί με άλλους όπως το κάπνισμα, η χαμηλή φυσική δραστηριότητα, το αυξημένο σωματικό βάρος, η ηλικία και η κληρονομικότητα.
Ολική χοληστερόλη LDL Χοληστερόλη HDL Χοληστερόλη
Είδος Χοληστερόλη mg
Καλαμάρι 233 mg
Γαρίδες 200 mg
Καραβίδες 133 mg
Μύδια 100 mg
Αστακός 90 mg
Στρείδια 63 mg
Καβούρι 60 mg
Χταπόδι 48 mg
Οι γαρίδες, τα καλαμάρια και τα μύδια έχουν περισσότερη χοληστερόλη, ενώ το χταπόδι αποτελεί ίσως την καλύτερη επιλογή μιας και είναι το πιο χαμηλό σε χοληστερόλη από αυτή την κατηγορία.
Από την άλλη όμως, πέρα από την περιεκτικότητα τους σε χοληστερόλη, τα θαλασσινά είναι πλούσιες πηγές πολλών απαραίτητων ιχνοστοιχείων και μετάλλων, όπως ιωδίου, ψευδαργύρου, καλίου, σεληνίου και φωσφόρου.
Οπότε η θέση τους στη διατροφή μας θα μπορούσε να είναι αντίστοιχη με αυτή του κόκκινου κρέατος δηλαδή με μέτρο. Και αν προσέχουμε ώστε η συνολική ημερήσια πρόσληψη χοληστερόλης να μην ξεπερνάει 300 mg (μέγιστη συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη) μπορούμε να τα συμπεριλάβουμε στη διατροφή μας χωρίς να επιβαρύνουμε την υγεία μας.
Άλλωστε, τα κορεσμένα λιπαρά (τρόφιμα ζωικής προέλευσης) και τα trans λιπαρά οξέα (επεξεργασμένα λίπη, μαργαρίνες, τηγανιτά) επιβαρύνουν πολύ περισσότερο τα επίπεδα χοληστερόλης.
Πηγή: diatrofi.gr
Επιμέλεια: Δήμητρα Μπιλάλη
