Η Ιταλία συνεχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα στην διαχείριση της ιστορικής μνήμης. Ποια είναι η στάση της σημερινής κυβέρνησης απέναντι στο φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι;
Όπως γράφει η εφημερίδα La Repubblica μεγάλο μέρος των μελών του υπουργικού συμβουλίου της κυβέρνησης Μελόνι είναι πιθανόν να μην πάρει μέρος στις τελετές για την απελευθέρωση της χώρας από τον ναζισμό και τον φασισμό. Πρόκειται για την επέτειο της 25ης Απριλίου, στην οποία γιορτάζεται, κυρίως, ο αγώνας των ανταρτών Παρτιζάνων κατά των δυνάμεων του Χίτλερ και του Μουσολίνι.
Ο ιταλικός Τύπος υπογραμμίζει ότι η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι παρά το ότι πρόσφατα δήλωσε ότι δεν έχει καμία σχέση με τους νοσταλγούς του «Ντούτσε», δεν έχει αναφερθεί ποτέ ξεκάθαρα στον αντιφασιστικό αγώνα, η αξία του οποίου αναγνωρίζεται και από το Σύνταγμα της χώρας.
Ο δε πρόεδρος της Γερουσίας, Ινιάτσιο Λα Ρούσα, από το κόμμα της Ιταλίδας πρωθυπουργού Fratelli di Italia, αναφέρθηκε πρόσφατα με απαξιωτικό τρόπο σε επιθέσεις των παρτιζάνων κατά μελών των γερμανικών στρατευμάτων, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν το 1944.
Δεν μπορούν να εξισωθούν δημοκρατία και δικτατορική καταπίεση
Από την μεριά του και ο γραμματέας της Λέγκα και νυν υπουργός Yποδομών, Ματέο Σαλβίνι, στο παρελθόν προτίμησε να τιμήσει τον αγώνα κατά της μαφίας, αντί για εκείνον κατά των Ναζί και των φασιστών.
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα πληροφορίες, η Μελόνι στη γιορτή της 25ης Απριλίου, πρόκειται να καταθέσει στεφάνι μαζί με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, Σέρτζιο Ματαρέλα, στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Δεν έχει ανακοινωθεί όμως, αν θα πάρει μέρος στην πορεία μνήμης που οργανώνεται κάθε χρόνο στην ιταλική πρωτεύουσα.
Το ζήτημα είναι απλό, τονίζουν οι σχολιαστές, τα μέλη της νέας κυβέρνησης της Ρώμης, πρέπει να διαλέξουν: ή θα αναγνωρίσουν -οριστικά- την αδιαμφισβήτητη αξία του αντιφασιστικού αγώνα ή θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν (όπως συνέβη συχνά στο παρελθόν) ότι οι αντάρτες, αλλά και οι στρατιώτες του Μουσολίνι, πολέμησαν για να υπερασπίσουν ο καθένας τα δικά του ιδεώδη. Με την προφανή διαφορά, όμως, ότι δεν μπορεί να υπάρξει εξίσωση της δημοκρατίας, με τη δικτατορική καταπίεση.
Πηγή: Deutsche Welle