Μπορεί το Κρεμλίνο να εμφανίζεται ανοιχτά αισιόδοξο για την έκβαση των συνομιλιών μεταξύ του Βλαντιμίρ Πούτιν και του Κινέζου ομόλογού του Σι Τζινπίνγκ, παρουσιάζει, όμως, ιδιαίτερα χαμηλό προφίλ όσον αφορά στις συνομιλίες που θα έχει ο Ρώσος πρόεδρος με τον Ντόναλντ Τραμπ στο περιθώριο της G20 στο Αμβούργο.
Ωστόσο, παρά τις επιφυλάξεις που διατηρεί η Μόσχα, φαίνεται ότι προσδίδει ιδιαίτερη σημασία στην συνάντηση Πούτιν–Τραμπ, εκτιμώντας ότι θα είναι σημαντική για τις δύο πλευρές.
Την πεποίθηση αυτή εξέφρασε, ο σύμβουλος του Ρώσου προέδρου επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής Γιούρι Ουσακόφ, ο οποίος ανακοινώνοντας ότι έχουν προγραμματισθεί 11 διμερείς συναντήσεις στο πλαίσιο της συνόδου κορυφής της G20, αναφέρθηκε στην συνάντηση των δύο προέδρων λέγοντας ότι «μαζί με τους αμερικανούς εταίρους μας, θα αναζητήσουμε τα διαστήματα εκείνα, τα ιδιαίτερα παράθυρα, που είναι αναγκαία γι αυτή την σημαντικότατη συνάντηση».
Ο σύμβουλος του Ρώσου προέδρου είπε ότι η συνάντηση αυτή «είναι πράγματι σημαντική» για τις διμερείς και τις διεθνείς σχέσεις, ενώ αναφερόμενος στις τηλεφωνικές συνομιλίες που είχαν Πούτιν–Τραμπ, είπε ότι δεν ήσαν «επαρκείς» επειδή οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον βρίσκονται στην ουσία «σε μηδενικό σημείο».
Το Κρεμλίνο, σύμφωνα με τον Ουσακόφ, εκτιμά ότι θα συζητηθούν αρκετά θέματα, μεταξύ των οποίων η κατάσταση στην Συρία και την Ουκρανία, όπως η αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας, ζητήματα που αφορούν τον έλεγχο των εξοπλισμών και τις διμερείς σχέσεις. Αναφερόμενος στο θέμα της Συρίας, ο Ουσακόφ είπε ότι, η θέση της Ρωσίας είναι πρέπει να διατηρηθεί η εδαφική ακεραιότητα της Συρίας και ο κοσμικός της χαρακτήρας.
Ο σύμβουλος του Πούτιν παραδέχθηκε ότι όσον αφορά τις διμερείς σχέσεις υπάρχουν πολλοί «προβληματικοί τομείς».
Όταν μάλιστα ρωτήθηκε αν μπορούν να επιλυθούν τα προβλήματα που έχουν σωρευτεί στις διμερείς σχέσεις, εκτίμησε ότι «η ίδια η ατμόσφαιρα που θα επικρατήσει στην συνάντηση μπορεί να συμβάλλει στο να επιλυθούν πολλά ζητήματα, σε διεθνές επίπεδο».
Το Κρεμλίνο, επίσης ευελπιστεί ότι η Ουάσιγκτον δεν θα αναγκάσει την Μόσχα να προβεί σε αντίμετρα με αφορμή την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων της διπλωματικής αντιπροσωπείας της στις ΗΠΑ, στην οποία είχε προβεί στο παρελθόν, ώστε να μη φιγουράρει ως ένας από τους «παραβάτες της Σύμβασης της Βιέννης του 1961» που αφορά τις διπλωματικές σχέσεις. Μάλιστα ο Γιούρι Ουσακόφ κατέστησε σαφές ότι σε περίπτωση που το ζήτημα αυτό δεν διευθετηθεί «η Ρωσία δεν μπορεί να μην δώσει την δική της απάντηση».
Φυσικά, όπως είπε ο Γιούρι Ουσακόφ, αυτό είναι ένα ζήτημα που μπορεί να μη συζητήσουν οι δύο ηγέτες, εκτιμώντας ότι προφανώς θα αρχίσουν τη συνάντηση τους από τα σημαντικά ζητήματα που άπτονται της διεθνούς πραγματικότητας και των διμερών σχέσεων.
Ωστόσο, παρότι τα ζητήματα αυτά, θα βρίσκονται σύμφωνα με τον σύμβουλο του ρώσου προέδρου στην ημερήσια διάταξη των συνομιλιών Πούτιν–Τραμπ, ο ίδιος απέφυγε να προσδιορίσει την διάρκεια της συνάντησης, θεωρώντας ότι πολλά θα εξαρτηθούν από την ατμόσφαιρα που επικρατήσει σε αυτήν.
«Δεν γνωρίζω πώς θα διαμορφωθεί η συζήτηση και πόσο θα διαρκέσει» είπε χαρακτηριστικά ο Ουσακόφ, επισημαίνοντας ότι «σε διμερές επίπεδο υπάρχουν πολλά ζητήματα, ακόμα και τέτοια, που θεωρούνται ‘μικροζητήματα’, αλλά που πρέπει να επιλυθούν».