Φίλες και Φίλοι,
από τότε που η «Εξέλιξη των Ειδών» απεφάσισε να μάς προσφέρει σκανδαλώδη εύνοια
και να μάς απομακρύνει από τούς μαλλιαρούς ζουγκλόβιους προγόνους μας,
πλήθος μυστηρίων περιβάλλουν την περίεργη και παρεμβατική ύπαρξή μας.
Ε, λοιπόν,
ανάμεσα στα ήδη καθιερωμένα ερωτήματα όπως το «Υπάρχουν εξωγήϊνοι;»,
το «Τι συμβαίνει στο “Τρίγωνο των Βερμούδων”;», το «Πού βρίσκεται η “Χαμένη Ατλαντίδα”;»,
ήρθε πλέον να προστεθεί και ένα ακόμη, το οποίο είναι ίσως το πιο δυσεπίλυτο και γριφώδες:
«Τι είναι η Πουτίγκα;».

Σάς βλέπω, γελάτε ήδη, αλλά απάντηση δεν έχετε.
Ωπ…, τι έγινε; Σάς κόπηκε ξαφνικά το γελάκι;
Θα σάς το επαναφέρω, αφού πρώτα ξεμπροστιάσω την άγνοιά σας  (και άγνοιά μου).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η μαγείρισσα τής εκπομπής «Πρωΐαν σε είδον» ενημερώνει τούς δύο παρουσιαστές
ότι έχει ετοιμάσει -ως πρόταση για τούς τηλεθεατές- μία πουτίγκα
και η συμπαθέστατη Τζένη Μελιτά εκφράζει ευλόγως και αυθορμήτως την απορία της,
καθώς θέλει να μάθει σε ποια τροφική κατηγορία ανήκει το εν λόγω παρασκεύασμα.
Αμηχανία απλώνεται στο στούντιο και αποδεικνύεται ακαριαία
ότι αν όντως υπάρχουν εξωγήϊνοι
και θελήσουν να μάθουν λεπτομέρειες για την «Ανθρώπινη “Κουζίνα”»,
στην ερώτηση «Τι είναι το Μακαρόνι;» θα τούς απαντήσουμε «Ζυμαρικό.»,
στην ερώτηση «Τι είναι η Φακή;» θα τούς απαντήσουμε «Όσπριο.»,
στην ερώτηση «Τι είναι το Κουνουπίδι;» θα τούς απαντήσουμε «Λαχανικό.»,
όμως στην ερώτηση «Τι είναι η Πουτίγκα;»
θα τούς απαντήσουμε ωσάν να είμαστε ο «Αντιπρόεδρος τού Εδεσσαϊκού»
ή θα ακολουθήσουμε την ακόμη πιο ασφαλή -και συνάμα, ξεκαρδιστική- οδό
που επέλεξε ο Φώτης Σεργουλόπουλος.
Δείτε το απολαυστικό απόσπασμα και συνεχίζουμε…

Είναι πουτίγκα.
Πουτίγκα.
Τι δεν καταλαβαίνεις;
Ε μα πια…
Πουτίγκα.
«Τι είν’ η Πουτίγκα;». ΑΥΤΟ. Είναι πουτίγκα.
Δις ιζ ε πούτινγκ.
Μα μία ώρα «Τι είναι πουτίγκα;».
Αυτό είναι. ΑΥΤΟ. Το βλέπεις; Αυτό είναι πουτίγκα.
Ποιος εξωγήϊνος θα έμενε στη Γη μετά από αυτήν την… εμπεριστατωμένη εξήγηση;
Κι όμως,
εν μέσω τού ακατάσχετου γέλωτα που μάς προκαλεί το γεγονός
ότι η Εξήγηση μετετράπη εν προκειμένω σε αμιγώς οπτική διαδικασία,
συνειδητοποιούμε πως δεν δυνάμεθα να προσδιορίσουμε επακριβώς
-και πόσω μάλλον, να ομαδοποιήσουμε- τη συγκεκριμένη τροφή,
οπότε προστρέχουμε στο παντογνωστικό Διαδίκτυο.
Και τι διαπιστώνουμε..;
Ακόμη και το «Google» αδυνατεί να απαντήσει με σαφήνεια
στο αμείλικτο ερώτημα «Τι είναι η Πουτίγκα;»
και περιορίζεται στους ντροπιαστικά αόριστους προσδιορισμούς «Επιδόρπιο» και «Έδεσμα».

Εκεί είναι που πεισμώνεις, εκεί είναι που τρελαίνεσαι,
εκεί είναι που αρνείσαι να γίνεσαι ρεζίλι στους εξωγήϊνους,
εκεί είναι που μονολογείς
«Όχι, μωρή Πουτίγκα, όσο και να κρύβεσαι, εγώ θα ξετρουπώσω ποια είσαι.».
Αρχίζεις και ψάχνεις, αλλά το μπέρδεμα ολοένα και μεγαλώνει,
αφού ναι μεν πρόκειται για φαγώσιμο που συνήθως έχει γλυκιά γεύση,
όμως συχνά συναντάται και με αλμυρή γεύση.
Εκεί, δε, που καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει περίπτωση να βγάλεις άκρη,
είναι όταν διαβάζεις τον παντελώς ανεπαρκή όρο «συμπαγής μάζα»
(με δεδομένο ότι και το σπίτι σου είναι συμπαγής μάζα,
φτάνεις να αναρωτιέσαι μήπως και το σπίτι σου είναι… πουτίγκα).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Παρά ταύτα, δεν το βάζεις κάτω και κορυφώνεις την έρευνα,
ενώ ταυτόχρονα «στολίζεις» την Πουτίγκα
με κάθε λογής θεσμοθετημένα ή αυτοσχέδια «μπινελίκια»,
αφού έχεις φτάσει να αμφισβητείς ασυζητητί τον λόγο ύπαρξης αυτού τού θολού κατασκευάσματος
που επί τής ουσίας είναι ένα αλλοπρόσαλλο συνονθύλευμα.
Εν τέλει,
βρίσκεις μετά κόπων και βασάνων συγκεχυμένες πληροφορίες στην αγγλόφωνη «Wikipedia»
(με δειλή αναφορά ακόμη και στην εποχή τού Ομήρου)
και -κυρίως- την ακόλουθη αξιόλογη ανάρτηση
(https://m.popaganda.gr/table/christougenniatiki-poutigka-i-amartoli/),
η οποία ναι μεν προσφέρει σημαντικά ιστορικά και τριβιαλικά στοιχεία
που σημειολογούν στην επερχόμενη εορταστική περίοδο,
αλλά και πάλι αδυνατεί να απαντήσει επαρκώς στο θεμελιώδες ερώτημα «Τι είναι η Πουτίγκα;».
Σάς παραθέτω ευθύς αμέσως το σταχυολόγημα,
καθώς -όπως έχει αποδείξει αναρίθμητες φορές η Ζωή-
η Γνώση είναι πλούτος που -ενίοτε- εξαργυρώνεται σε Ανύποπτο Χρόνο.

Η ιστορία τού αγαπημένου χριστουγεννιάτικου γλυκού των Αγγλοσαξόνων
Η πρώτη (χριστουγεννιάτικη) πουτίγκα χρονολογείται τον 14ο αιώνα στη Βρετανία,
ως ένα είδος κουάκερ, αρχικά γνωστό ως «frumenty»,
το οποίο έχει ελάχιστη ομοιότητα με το επιδόρπιο που γνωρίζουμε σήμερα.
Το frumenty ήταν φτιαγμένο από αποφλοιωμένο σιτάρι βρασμένο σε γάλα,
καρυκευμένο με καννέλα και χρωματισμένο με σαφράν.
Συνδέθηκε με τις μέρες που δεν έτρωγαν κρέας (ήτοι, με τη νηστεία τους)
και συχνά σερβιριζόταν ως απλό πιάτο.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν παλιές συνταγές που περιελάμβαναν προσθήκες κρέατος,
διάφορες ποικιλίες από σταφίδες, δαμάσκηνα, κρασιά και μπαχαρικά, και ήταν σαν σούπα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό ήταν το βασικό φαγητό για την παραμονή των Χριστουγέννων,
αν και στο Γιορκσάϊρ ήταν το πρώτο φαγητό που έτρωγαν το πρωΐ των Χριστουγέννων.
Μέχρι το τέλος του 14ου αιώνα είχε αλλάξει πολλά ονόματα,
όπως «Πουτίγκα Δαμάσκηνου», «Πουτίγκα Χριστουγέννων» ή απλά «Pud»
(συναντάται και με τον όρο «Pudding»).
Μετά τον 16ο αιώνα,
τα αποξηραμένα φρούτα έγιναν πιο διαθέσιμα
και η Πουτίγκα άλλαξε σιγά-σιγά από αλμυρή σε γλυκιά.
Η «Πουτίγκα Δαμάσκηνου» έγινε το συνηθισμένο χριστουγεννιάτικο επιδόρπιο γύρω στο 1650,
αλλά το 1664 οι πουριτανοί στην Αγγλία προσπάθησαν να την απαγορεύσουν.
Λέγεται πως,
οι πουριτανοί θεωρούσαν ότι η χριστουγεννιάτικη πουτίγκα ήταν «αμαρτωλά πλούσια»
και «ακατάλληλη για θεοσεβούμενους ανθρώπους».
Το ενδιαφέρον είναι ότι η παραδοσιακή πουτίγκα δαμάσκηνου δεν περιέχει δαμάσκηνα
και αυτό οφείλεται στη βικτωριανή πρακτική τής αντικατάστασης των αποξηραμένων δαμάσκηνων
με άλλα αποξηραμένα φρούτα,
όπως οι σταφίδες.
Τα αποξηραμένα δαμάσκηνα -και εν γένει, τα δαμάσκηνα- ήταν τόσο δημοφιλή,
ώστε όλα τα προϊόντα που περιείχαν αποξηραμένα φρούτα
αποκαλούνταν «Κέϊκ Δαμάσκηνου» ή «Πουτίγκες Δαμάσκηνου».
Το 1714, 
ο Bασιλιάς Γεώργιος Α’ επανέφερε το συγκεκριμένο γλυκό
ως μέρος του χριστουγεννιάτικου γεύματος,
όταν εδοκίμασε την πουτίγκα δαμάσκηνου και ξετρελάθηκε.
Έτσι, από τα μέσα του 18ου αιώνα, 
η χριστουγεννιάτικη πουτίγκα έγινε και πάλι
το συνηθισμένο επιδόρπιο ενός χριστουγεννιάτικου γεύματος.
Την ίδια περίοδο έγιναν μεγάλες αλλαγές στη συνταγή·
το μείγμα ήταν παχύρρευστο,
με αβγά, τριμμένη φρυγανιά, αποξηραμένα φρούτα, μπύρα ή οινοπνευματώδη ποτά,
και έμοιαζε περισσότερο με γλυκιά πουτίγκα.
Ωστόσο, ήταν οι βικτωριανοί που διεμόρφωσαν τη συνταγή,
ώστε να έμοιαζε στη χριστουγεννιάτικη εκδοχή που πολλοί από εμάς απολαμβάνουμε σήμερα.
Μία χριστουγεννιάτικη πουτίγκα πρέπει να έχει 13 συστατικά,
τα οποία αντιπροσωπεύουν τον Ιησού και τους 12 μαθητές του.
Παραδοσιακώς, λοιπόν, αυτά τα συστατικά είναι τα εξής..:
σταφίδες ξανθιές, σταφίδες μαύρες, λίπος, μαύρη ζάχαρη,
τριμμένη φρυγανιά, κίτρο, φλούδα λεμονιού, φλούδα πορτοκαλιού,
αλεύρι, ανάμεικτα μπαχαρικά, αβγά, γάλα και κονιάκ.
Το κονιάκ πρέπει επίσης να χύνεται πάνω από την πουτίγκα και να ανάβει,
διότι το φλεγόμενο κονιάκ λέγεται ότι αντιπροσωπεύει το πάθος τού Ιησού.
Οι χριστουγεννιάτικες πουτίγκες έβραζαν παραδοσιακά σε «πανί πουτίγκας»,
αν και σήμερα συνήθως μαγειρεύονται στον ατμό μέσα σε μπολ,
σερβίρονται στο τραπέζι με ένα κλωνάρι από λιόπρινο, περιχύνονται με κονιάκ και ανάβουν.
Η τελευταία Κυριακή πριν την εποχή της «Έλευσης τού Βρέφους»
έγινε γνωστή ως «Stir up Sunday» (Stir up = ξεσηκώνω). 
Οι οικογένειες έφευγαν από την εκκλησία για να πάνε σπίτι
και να μάθουν στα παιδιά πώς να ανακατεύουν τα υλικά για την πουτίγκα με μία ξύλινη κουτάλα
(η οποία κουτάλα συμβολίζει τη φάτνη),
ενώ το ανακάτεμα έπρεπε να γινόταν πάντα δεξιόστροφα
(από την Ανατολή προς τη Δύση,
συμβολίζοντας το ταξίδι που έκαναν οι «Τρεις Μάγοι με τα Δώρα»).
Παραδοσιακώς,
κάθε μέλος τής οικογένειας ανακατεύει την πουτίγκα τρεις φορές και κάνει μια κρυφή ευχή.
Τα αντίστοιχα φλουριά-γούρια που έχουμε κι εμείς στη δική μας βασιλόπιτα,
περιλαμβάνονταν πάντα στην παραδοσιακή πουτίγκα
και όποιος έβρισκε το νόμισμα πιστευόταν ότι θα είχε καλή τύχη την επόμενη χρονιά.
Χάρη στα πολλά της υλικά -και κυρίως, τη ζάχαρη και το αλκοόλ-
η χριστουγεννιάτικη πουτίγκα μπορεί να διατηρηθεί για μερικούς μήνες
και μάλιστα η παλαίωσή της κάνει τη γεύση της πολύ πιο ιδιαίτερη.
Στην Αγγλία συνηθίζουν να την παλαιώνουν και να την τρώνε ένα χρόνο μετά,
αλλά χρειάζεται μια διαδικασία,
καθώς θα πρέπει να φυλαχθεί σε ένα μπολ
(σκεπασμένη με λαδωμένο αντικολλητικό χαρτί),
οι άκρες τού μπολ να είναι σφραγισμένες με κερί, και να γίνονται συχνές «ενέσεις» με αλκοόλ.
Το μόνο που θα χρειαστεί την ημέρα των Χριστουγέννων,
είναι να ξαναζεσταθεί μένοντας πάνω από τον ατμό για μερικές ώρες
και να σερβιριστεί ζεστή -σαν φρέσκια- με κρέμα ή με βούτυρο από μπράντι,
ή ακόμα και με παχύρρευστη κρέμα γάλακτος,
ενώ υπάρχουν και οι τολμηροί που την προτιμούν με παγωτό.
Αν και πρόκειται για βρετανική παράδοση,
η χριστουγεννιάτικη πουτίγκα τρώγεται σε διάφορες χώρες,
συμπεριλαμβανομένων τής Αυστραλίας και τής Νότιας Αφρικής.

Οι Καναδοί έχουν επίσης μια εκδοχή που περιλαμβάνει πατάτες μαζί με καρότα.
Η χριστουγεννιάτικη πουτίγκα έχει κάνει την εμφάνισή της και στην Κλασική Λογοτεχνία,
με αναφορές από τον Κάρολο Ντίκενς έως και την Άγκαθα Κρίστι.

Κατόπιν τούτων, ναι μεν έχουμε εμπλουτίσει το γνωσιακό επίπεδό μας,
αλλά καταλήγουμε αναφανδόν ότι στην εύλογη απορία «Τι είναι η Πουτίγκα;»
που επιμόνως εξέφρασε η αξιαγάπητη καρτουνίζουσα Τζένη Μελιτά,
η πιο τεκμηριωμένη απάντηση είναι αυτή που τής έδωσε ο Φώτης Σεργουλόπουλος:
«Τι είν’ η Πουτίγκα;». ΑΥΤΟ. Είναι πουτίγκα.
Δις ιζ ε πούτινγκ.
Μα μία ώρα «Τι είναι πουτίγκα;».
Αυτό είναι. ΑΥΤΟ. Το βλέπεις; Αυτό είναι πουτίγκα. 
(Που)τίγκα στην Ασάφεια.

μ.Γ.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης