Όταν την είδα για πρώτη φορά σε τηλεοπτική συνέντευξή της
-και δη, στην εκπομπή «Μουσικοί Διάλογοι» που προβάλλεται από το «Κανάλι τής Βουλής»-
είχα γοητευθεί από την αύρα της, από την ύπαρξή της,
από τον υπέροχον τρόπο με τον οποίο συνδυάζει τις έννοιες «Γυναίκα» και «Κορίτσι».
Αυτή η 37χρονη που διατηρεί άσβεστον τον εφηβικό κοριτσισμό της,
αυτό το μαγ(νητ)ικό πλάσμα που ανάγει τη Γυναικεία Φύση σε «Μοίρα»,
έχει την πεπρωμένη ιδιότητα να προσδίδει θετικό πρόσημο
σε μεταιχμιακές καταστάσεις όπως η Συστολή, η Ανασφάλεια, η Αμηχανία,
και συνάμα μετατρέπει το Βλέμμα, τα Μάτια και -εν γένει- το Πρόσωπο
σε ακαταμάχητα χαρακτηριστικά που σαγηνεύουν αβιάστως την ίδια τη Ζωή.
Γεννημένη Καλλιτέχνις. Γεννημένη Όμορφη. Γεννημένη Ωραία.
Γεννημένη για να είναι ηρωΐδα μυθιστορήματος, αλλά και εικαστική Μούσα.
Γεννημένη για να πρεσβεύει την Αναγέννηση·
η Μαρίνα Σάττι με την ανήσυχη ψυχή και με το ανήσυχο πνεύμα,
μοιάζει να αποτελεί την ιδανική θηλυκή εκδοχή τής αυτοβιογραφικής φράσης
που εξεστόμισε κάποτε ο μέγας ζωγράφος και γλύπτης τής Αναγέννησης,
ο Μικελάντζελο Μπουοναρότι (γνωστός και ως «Μιχαήλ-Άγγελος»):
«Η εσωτερική μου γαλήνη επέθανε μέσα μου την ημέρα τής γέννησής μου.».

Η Μαρίνα, η αγαλήνευτη και συνάμα τόσο γαλήνια,
η περιπετειώδης και συνάμα τόσο ισορροπημένη,
η εναλλακτική και συνάμα αποδεκτή από τη Μάζα,
η αντισυστημική και συνάμα αποδεκτή από το Σύστημα,
έμελλε το φθινόπωρο τού 2023 να αντιμετωπίσει μία απρόσμενη πρόκληση,
καθώς τής προτάθηκε να εκπροσωπήσει την Ελλάδα
στον περίφημο και περιβόητο διαγωνισμό τής «Eurovision».
Πώς να πεις «Όχι» σε μια τέτοια ευκαιρία;
Πώς να πεις «Όχι» σ’ έναν τέτοιον πειρασμό;
Το «Ναι» που μετανιώνεις, αντέχεται.
Το «Όχι» που μετανιώνεις, δεν αντέχεται.
Η Μαρίνα είπε το «Ναι»!

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ηρωΐδα Μυθιστορήματος. Εικαστική Μούσα.
Η Τελειότητα επιτυγχάνεται αποκλειστικώς μέσω τής Ατέλειας.
Ετούτο εδώ το κορίτσι έπρεπε πια να διδαχθεί
ότι η «Μοιραία Γυναίκα» σμιλεύεται μέσα από τις συντριβές της.
Η πρόταση-πρόκληση είχε στεφθεί με κατάφαση,
αλλά -όπως αποδείχθηκε- δεν υπήρχαν οι απαιτούμενες βάσεις
και τα απαραίτητα θεμέλια που θα οδηγούσαν στην Επιτυχία.
Η Ευσυνειδησία, το Φιλότιμο, η Υπευθυνότητα, το Ταλέντο,
υπέστησαν υστερική πολτοποίηση και μετετράπησαν σε μπούμερανγκ·
η πολύπτυχη-πολυσυλλεκτική-πολυεθνική-πολυπολιτισμική Μαρίνα Σάττι
κατέστη η -απευκταίως ιδανική- ενσάρκωση τής σοφής ρήσης
«Όταν μπεις σε λάθος τρένο, όλοι οι σταθμοί θα είναι λάθος.».
Και εγένετο «Ζάρι».

Συνονθύλευμα. Αχταρμάς.
Το «Ζάρι» ήταν η εκκωφαντική πιστοποίηση
ότι η Σάττι δεν είχε απογαλακτιστεί από το πρόσφατο «Tucutum» της,
το οποίο -ήταν μεν ενδιαφέρουσα σουρεαλιστική παρωδία τής εγχώριας trap, αλλά…-
δεν ήταν δα και για χόρταση.
Με δεδομένες την πίεση χρόνου και την ανάγκη παραγωγής ενός ανταγωνιστικού προϊόντος,
η μποέμ Μαρίνα βρέθηκε εμφανώς έξω από τα νερά της
και επεχείρησε να κρύψει το αδιέξοδό της θολώνοντας τα νερά·
έτσι,
ακολουθώντας την προσωπική πεπατημένη της
και βαδίζοντας στις ίδιες νόρμες δημιουργίας κι αντίληψης,
μετήλθε ξανά την «Ωδική Αριστοφανικότητα»,
προσδοκώντας ότι τοιουτοτρόπως θα πιστωνόταν την «Παρεμβατικότητα τής Τέχνης».
Η παρωχημένη και απολύτως μικροαστική προσέγγιση
ότι οι «ξένοι» γνωρίζουν από την Ελλάδα μόνο το Συρτάκι και το Σουβλάκι
(άντε και τον «Μουζάκα» και το Τζατζίκι, με ολίγον από «Ακρόπολη»),
αποτελεί εν τέλει βολικό ημεδαπό αφήγημα
προκειμένου να αποτινάσσεται η «Μπανανία» που ελλοχεύει εντός μας.

Το «Ζάρι» είναι συνονθύλευμα.
Το «Ζάρι» είναι αχταρμάς.
Το «Ζάρι» είναι οπτικώς και ακουστικώς ένας φιγουρατζίδικος λαβύρινθος·
βλέπεις το βίντεο-κλιπ, ακούς τούς στίχους,
και νομίζεις ότι πρόκειται για παράλληλες ευθείες.
Το «Ζάρι» είναι θεωρητικώς ένα «Σπονδυλωτό Τραγούδι»,
το οποίο επεχείρησε να αντιγράψει το κινηματογραφικό είδος
που καλείται ως «Σπονδυλωτή Ταινία»
(κλασικά φιλμ που ανήκουν στο συγκεκριμένο είδος
είναι «Η Κάλπικη Λίρα» τού Γιώργου Τζαβέλλα
και το «Πέρα από τα Σύννεφα» των Μικελάντζελο Αντονιόνι, Βίμ Βέντερς),
αλλά -εν προκειμένω- στην πράξη προέκυψε πνιγηρό και άκυρο αποτέλεσμα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το «Ζάρι» εκπέμπει Απελπισία.
Το «Ζάρι» παραπέμπει σε απελπισμένα άτομα,
που από το πρώτο ραντεβού αρχίζουν να (σού) μιλάνε για γάμο και παιδιά,
όπως παραπέμπει και σε άτομα που πηγαίνουν σε αγγελία για εργασία
και αυτοπροτείνονται για όλες τις θέσεις τής εταιρείας.
«Ιδιοκτήτη ψάχνετε; Σκορπιός είναι για ’σένα. ΠΑΜ’.».
«Διευθυντή ψάχνετε; Σκορπιός είναι για ’σένα. ΠΑΜ’.».
«Λογιστή ψάχνετε; Σκορπιός είναι για ’σένα. ΠΑΜ’.».
«Γραμματέα ψάχνετε; Σκορπιός είναι για ’σένα. ΠΑΜ’.».
«Κυλικειάρχη ψάχνετε; Σκορπιός είναι για ’σένα. ΠΑΜ’.».
«Θυρωρό ψάχνετε; Σκορπιός είναι για ’σένα. ΠΑΜ’.».
«Σεκιουριτά ψάχνετε; Σκορπιός είναι για ’σένα. ΠΑΜ’.».
«Πρωτιά στη “Eurovision” ψάχνετε; Σάττι είναι για ’σένα. ΖΑΡ’.».

Εν κατακλείδι (χωρίς να μ’ ενδιαφέρει κατ’ ελάχιστον η 11η θέση),
το «Ζάρι» πάσχει από παντελή απουσία προσήλωσης στον στόχο,
εμπεριέχει «πολλή πληροφορία», εμπεριέχει ανυπόφορη πληροφορία,
είναι ένα ανερμάτιστο «άρπα-κόλλα» με χαοτικό μήνυμα,
είναι μία θλιβερή καρικατούρα τής «Guernica»,
είναι ένα «μπακάλικο» με πολλά «τυράκια» μπας και τσιμπήσει το Κοινό.

Αρχής γενομένης από το υψίφωνο φαλτσέτο που υπάρχει στην εισαγωγή
και θυμίζει έντονα την αλήστου μνήμης παρατραγουδιάρικη γηραιά κυριούλα
που κάποτε έκρωζε «Πού είν’ ο Βάγκνερ; Πού είν’ ο Πουτσίνι;»,
μεταφερόμαστε κατόπιν στα κίβδηλα «ευρήματα»
(«τα-τα-τα» και «put your hands up»),
ο ρυθμός αλλάζει διαρκώς, ουδεμία εμπέδωση αίσθησης ή συναισθήματος είναι εφικτή,
η στιγμιαία διακοπή τής μουσικής και η ατάκα «Ώπα, ώπα, ώπα… Κάτσε, κάτσε, κάτσε…»
είναι μεν αστείο happening
αλλά καταλήγει να είναι απλώς ένα ακόμη κομμάτι στο «Παζλ τής Φλυαρίας»,
η εμφάνιση τής Μαρίνας στη σκηνή τής «Eurovision»
ήρθε να βάλει την οριστική «Σφραγίδα τής Αποτυχίας».

Η επιμονή για μικρόφωνο -αντί για το σαφώς πιο λειτουργικό χειλόφωνο-
(επ)έφερε ηχητική υποτονικότητα και έτι περαιτέρω αποπροσανατολισμό,
ενώ σε χορευτικό-κινησιολογικό επίπεδο
η παρουσίαση τού τραγουδιού ήταν φτωχική, πρόχειρη, έως και κομπογιαννίτικη·
μία ποζεριά χωρίς το παραμικρό καλλιτεχνικό ενδιαφέρον,
η επιλογή για «Μονοκάμερο» ήταν θλιβερό κατάλοιπο τού «TikTok»,
η αοιδός εθύμιζε ξελιγωμένη χωριατοπούλα
που έχει φορέσει τα «καλά» της και κάνει πασαρέλα Σάββατο βράδυ στο «νυφοπάζαρο»
(ήτοι, στην επαρχιακή κεντρική πλατεία,
όπου αμφιπλεύρως τής περίοπτης περατζάδας
είναι καθήμενοι και ακροβολισμένοι οι επίδοξοι γαμπρούληδες),
το μαντίλι που ανασυρόταν μέσα από τη χοντροκομμένη μπότα τής Σάττι
ήταν μία απεγνωσμένη απομίμηση τής περίφημης σκηνής με τη λύρα τής Έλενας Παπαρίζου,
τα ανεμίζοντα μαντίλια από τη Σάττι κι από το καθολικώς κακόγουστο μπαλέτο της
ήταν κάτι ανάμεσα σε «Έχετε ’γειά, βρυσούλες, κι εσείς Σουλιωτοπούλες…»
και σε «Ντάρι-ντάρι, ντάρι-ντάρι, στον γιαλό πετούν οι γλάροι…».
Βλαχαδερισμός. Μικροαστίλα. Ξεπέτα.

Και φτάνουμε στο απόλυτο παρατράγουδο τής φετινής ελληνικής συμμετοχής στη «Eurovision»,
το οποίο συνέβη κατά τη διάρκεια τής συνέντευξης Τύπου
που έδιναν από κοινού οι συμμετέχουσες εθνικές αποστολές.

Το χασκοχαμόγελο και το χασμουρητό τής Μαρίνας Σάττι
εν όσω ομιλούσε η τραγουδίστρια τού Ισραήλ,
δεν ήταν μία πολιτική-πολιτικοποιημένη ενέργεια,
παρά μόνον ένας θλιβερός και ντροπιαστικός χαβαλές
που επί τής ουσίας απετελούσε ασέβεια -έως και περιΰβριση-
προς τούς 35.000 νεκρούς και τούς πολλαπλάσιους τραυματίες και άστεγους Παλαιστίνιους
(χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποβαθμίζω τα θύματα
από τη βάρβαρη επίθεση τής «Χαμάς» στις 7 Οκτωβρίου 2023).
Δείτε το σχετικό στιγμιότυπο, διότι θα παίξει ρόλο στο επιμύθιό μας…

Η ίδια η Σάττι -και τονίζω προκαταβολικώς ότι δεν πιστεύω τα λεγόμενά της-
προσεπάθησε να δικαιολογηθεί και έκανε χειρότερα τα πράγματα.
Αρχικώς, την παραμονή τού σαββατιάτικου Τελικού,
ανήρτησε βίντεο στα «Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης» όπου έλεγε τα εξής:
«Δεν είχα την πρόθεση να προσβάλω κανέναν.
Νομίζω -όλες αυτές τις μέρες που είμαστε ’δώ πέρα-
και εγώ, αλλά και ολόκληρη η ελληνική αποστολή,
έχει φέρει μόνο θετική ενέργεια στην Κοινότητα, και χαρά όπου κι αν πηγαίναμε.
Είμαστε ’δώ για τη Μουσική και έχουμε φτάσει στον τελικό μας στόχο.
Αύριο είμαστε στον Τελικό και θα κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε,
θα δώσουμε τα δυνατά μας,
και σάς ευχαριστούμε πάρα-πάρα πολύ για όλην τη διαδρομή,
και όλην τη στήριξη και την αγάπη μέχρι σήμερα.».

Και μετά από αυτήν τη θολή απάντηση που εμπίπτει στη λαϊκή φράση
«Άλλα ’ντ’ άλλα, τής Παρασκευής το γάλα.»,
η Σάττι ρωτήθηκε για το ίδιο θέμα -άμα τη αφίξει της στα πάτρια εδάφη-
και είπε αυτολεξεί τα εξής:
«Υπήρχε ένα γκρουπ Ελλήνων μπροστά μου,
με τούς οποίους -ας πούμε- χαζολογούσαμε καθ’ όλην τη διάρκεια τής συνέντευξης Τύπου.
Τώρα…, το αν το συγκεκριμένο κομμάτι απομονώθηκε…,
το συγκεκριμένο μόνο, και ταξίδεψε, και ερμηνεύθηκε…
Τέλος πάντων…, εγώ αυτό που θα ’θελα να πω είναι ότι,
αν ήθελα να ’χω κάνει ένα official statement επί τού θέματος,
δεν θα το έκανα μ’ αυτόν τον τρόπο.».

Ακριβώς η ίδια «Ξύλινη Γλώσσα» που χρησιμοποιούν οι υπόλογοι πολιτικοί,
ακριβώς η ίδια αποκρουστική ρητορική όπου κυριαρχούν σεσημασμένα ρήματα
σαν τα «απομονώθηκε», «παρερμηνεύθηκε», «διαστρεβλώθηκε».
Αν ήθελε η Μαρίνα Σάττι να έκανε «επίσημη δήλωση επί τού θέματος»,
διατείνεται πως δεν θα το έκανε μ’ αυτόν τον τρόπο.
Παρ’ ότι θεωρώ, λοιπόν, πως πρόκειται για αναίσχυντο ψέμα
-καθώς είναι πασίδηλο ότι το χαμόγελο, το χασμουρητό, η ξάπλα της
και άπασες εν τω συνόλω τους οι αντιδράσεις της,
εκπέμπουν απολύτως συνειδητά επιδεικτικότητα και ειρωνεία-
ας δεχθώ ότι ανήκω στους αναρίθμητους ανθρώπους
που έχουν σχηματίσει την ίδια «λανθασμένη» άποψη με τη δική μου.

Τι μάς λέει, λοιπόν, η Σάττι..;
Μάς λέει ότι,
τη στιγμή που η εκπρόσωπος μίας εκ των δύο χωρών που εμπλέκονται σε πόλεμο
-και ενώ εξελίσσονται τραγικά γεγονότα που προσιδιάζουν σε «Γενοκτονία»-
αυτή ακριβώς η στιγμή είναι ιδανική για Χαζολόγημα, για Χαμόγελο, για Χασμουρητό,
αλλά και για χαλαρή ξάπλα στο ευρύχωρο τραπέζι τής αίθουσας Τύπου.
Όπερ μεθερμηνευόμενον, η Μαρίνα Σάττι μάς λέει «Είμαι ασόβαρη, είμαι γελοία, είμαι σαχλή.».
Η Σάχλα είναι η Απελπισία τού Χιούμορ,
η Σάττι είναι η Απελπισία τής Σοβαρότητας
(δεν το λέω εγώ· η ίδια το παραδέχεται και το διατυμπανίζει με την ομολογία της).

Η παρούσα κατάντια περιγράφεται μέσω τής έννοιας «Εκμαυλισμός».
Αυτό το ιδιοφυές πλάσμα με το καθηλωτικό φυζίκ,
με την ομορφιά που συνδυάζει έξοχα τη Μεσόγειο και την Ανατολή,
με τη φρεσκάδα, με το πάθος και με την τρέλα έφηβης,
αυτή η μαγ(νητ)ική γυναίκα που διαθέτει παιδεία, αγωγή, καλλιέργεια
και μέχρι πρότινος εξέφραζε ρητά τις κοινωνικές και πολιτικές ευαισθησίες της,
αυτή η χαρισματική και χαριτωμένη γυναίκα φτάνει να κατρακυλάει στη Χαριτωμενιά,
απαρνούμενη τον εαυτό της και τις αξίες της μόλις εισήλθε επισήμως στο «Σύστημα».

Από το «Ζάρι» μέχρι τα χασμουρητά και τα χασκοχαμόγελα,
κοινός τόπος είναι ότι
η Σάτιρα εκπίπτει στην απόπατη μορφή αστεϊσμού που λέγεται «Χαβαλές».
Η Μαρίνα Σάττι κατήντησε καρικατούρα τής σάτιράς της,
προέβη σε αυτο-τυποποίηση, υπέστη τυποποίηση, κατέστη στερεότυπη·
αυτή η τυπάρα, αυτή η υπέροχη τύπισσα, εξέπεσε σε «στερεοτυπάκι».
Ως εκ τούτου, αναστέλλω την αποθεωτική διάθεσή μου επ’ αόριστον,
καθώς θα περιμένω να διαπιστώσω
αν ετούτη η «Ηρωΐδα Μυθιστορήματος και Εικαστική Μούσα»
θα σμιλευθεί μέσα από τη συντριβή της και δεν θα καταρρεύσει σαν χάρτινο ζάρι.

Κλείνω με την ατάκα που έχω εμπνευστεί για χάρη της·
μία ατάκα που πλέον -μετά τα πρόσφατα τεκταινόμενα- φαντάζει ως ειρωνεία:
Καμία σα(ν) τη Σάττι!

Ο Υπο-Κοσμικός
(Twitter: @Ypokosmikos
https://twitter.com/Ypokosmikos)

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης