«Δεν υπάρχουν λόγια για να εκφράσουν αυτό το οποίο περνά αυτή τη στιγμή η ελληνική κοινωνία, αλλά κυρίως οι οικογένειες οι οποίες έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους», επισήμανε αναφορικά με την τραγωδία στα Τέμπη η γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Ράνια Σβίγκου, σε χθεσινοβραδινή τοποθέτηση της στην ΕΡΤ1.  

Υπογράμμισε ότι «αυτή τη στιγμή είναι μονόδρομος και η αλήθεια και η δικαιοσύνη. Γιατί σεβασμός στα θύματα σημαίνει σεβασμός στην αλήθεια, σημαίνει σεβασμός στη δικαιοσύνη». Σημείωσε ότι «έχουν προκύψει πολύ σοβαρά ερωτήματα», όχι μόνο τώρα, από αυτή την τραγωδία, αλλά εδώ και καιρό, «από τις καταγγελίες και τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων στον ΟΣΕ». «Δεν είμαστε όλοι ίδιοι», είπε, σχολιάζοντας ότι «αυτό που λέγεται από την πλευρά της κυβέρνησης, περί διαχρονικότητας των ευθυνών, είναι ένας τρόπος για να διαχυθούν οι ευθύνες σ’ ένα βάθος δεκαετιών, άρα όταν ευθύνονται όλοι, δεν ευθύνεται επί της ουσίας κανένας».  

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η κ. Σβίγκου ανέφερε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «παρέλαβε μια σύμβαση η οποία ήταν στον αέρα, ολοκλήρωσε το πιο δύσκολο κομμάτι της, που ήταν το έργο της διπλής γραμμής και ολοκληρώθηκε το 2018, και στη συνέχεια παρέδωσε ένα υπό εκτέλεση έργο για την τηλεδιοίκηση στην κυβέρνηση της ΝΔ, που έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο 2020». Σημείωσε ότι «αυτές τις προθεσμίες, για τη μη ολοκλήρωση του έργου, τις καταγγέλλαμε σε όλες τις δηλώσεις των αρμόδιων τομεαρχών, σε όλες τις ερωτήσεις που κάναμε στη Βουλή, ακριβώς επειδή είχαμε μεγάλη αγωνία για την ολοκλήρωση αυτού του έργου και την ασφάλεια των ελληνικών σιδηροδρόμων».

Η κ. Σβίγκου αναφέρθηκε στα εξώδικα των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους, τα οποία «έχουν επιδοθεί εδώ και ενάμιση χρόνο στις αρμόδιες Αρχές, στο υπουργείο Μεταφορών, και στα οποία οι εργαζόμενοι κατήγγειλαν την έλλειψη ασφάλειας στο δίκτυο και επεσήμαναν τους σοβαρότατους κινδύνους για την ασφάλεια τόσο των επιβατών όσο και των εργαζομένων». Τόνισε ότι ταυτόχρονα υπήρχαν «οι κοινοβουλευτικές ερωτήσεις, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ όσο και των υπολοίπων κομμάτων της αντιπολίτευσης που επεσήμαναν επίσης τους κινδύνους για την ασφάλεια των επιβατών». Όμως, πρόσθεσε, όλα αυτά «αγνοήθηκαν προκλητικά από την πλευρά της κυβέρνησης». Σχολίασε ότι «ο ίδιος ο υπουργός, ο κ. Καραμανλής, ο οποίος παραιτήθηκε μετά την τραγωδία, είχε το θράσος ν’ απαντά σε βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, στις 20 Φλεβάρη, και να του λέει ότι “εμείς διασφαλίζουμε την ασφάλεια των επιβατών, θα πρέπει ν’ ανακαλέσετε αυτά που λέτε, είναι ντροπή να λέτε ότι υπάρχει ζήτημα ασφάλειας”, ενώ ταυτόχρονα, λίγους μήνες πριν είχαμε και την παραίτηση του κ. Κατσιούλη, του ίδιου του υπεύθυνου της τηλεδιοίκησης των σιδηροδρόμων». Πρόσθεσε ότι «κανένας κυβερνητικός δεν άκουγε, και αντί γι’ αυτό, είχαμε τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, να έχει προγραμματισμένα εγκαίνια του Κέντρου Τηλεδιοίκησης και Σηματοδότησης Βορείου Ελλάδας την επόμενη μέρα από την τραγωδία». Η γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ τόνισε ότι «αυτά τα ερωτήματα, τα οποία απαντήθηκαν μέσα από την προκλητική αγνόηση της κυβέρνησης όλων όσων είχαν προαναγγελθεί από τους εργαζόμενους, από τα κόμματα, από τους υπεύθυνους ασφαλείας, δείχνουν ότι είχαμε δυστυχώς μια τραγωδία η οποία είχε προαναγγελθεί». Πρόσθεσε ότι δεν υπήρξαν απαντήσεις στην πράξη, όπως «επένδυση στο δίκτυο, αύξηση στον αριθμό των εργαζομένων, οι οποίοι από 1.350 το 2019, έφτασαν να είναι 700» και ότι ταυτόχρονα «δεν υπήρχαν εκπαιδευμένοι σταθμάρχες, δεν λειτουργούσε από το 2020 το Δευτεροβάθμιο Κέντρο Ελέγχου, το οποίο λειτουργούσε τα προηγούμενα χρόνια στην Καρόλου». Είπε ότι τα προηγούμενα χρόνια «δεν συγκρούονταν τα τρένα το ένα με το άλλο, γιατί υπήρχε προσωπικό ασφαλείας, υπήρχαν διαδικασίες οι οποίες λειτουργούσαν ώστε να υπάρχει ασφάλεια στους σιδηροδρόμους. Γιατί υπήρχε Δευτεροβάθμιο Κέντρο Ελέγχου το οποίο σταμάτησε να λειτουργεί από το 2020, όπως επίσης, υπήρχαν έμπειροι σταθμάρχες και κλειδούχοι στους μεγάλους σταθμούς». Σχολίασε ότι «είναι πολύ εύκολο να λέμε γενικά για ευθύνες και είναι πολύ βολικό ίσως για κάποιους να λένε ότι είμαστε όλοι ίδιοι, αλλά η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι είχαν συνειδητό σχέδιο απαξίωσης των σιδηροδρόμων». «Γι’ αυτό», συνέχισε, «και δεν προσλήφθηκαν νέοι εργαζόμενοι, γι’ αυτό και όσες θέσεις εργαζομένων έμεναν κενές λόγω συνταξιοδότησης καλύπτονταν με εργολαβικούς εργαζομένους, γι’ αυτό και δεν υπήρχε η ίδια εκπαίδευση όπως υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια».  

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης