Για τα αδικήματα της νόθευσης εγγράφου με κακουργηματική μορφή, της απιστίας σχετικά με την υπηρεσία σε βαθμό κακουργήματος και της παράβασης καθήκοντος, παραπέμπει με το πόρισμά του το ΚΚΕ τον πρώην υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου.
Στο πόρισμα που κατέθεσε λίγο μετά την λήξη των εργασιών της επιτροπή, ο Σπύρος Χαλβατζής, περιγράφονται ακόμα «σοβαρές τουλάχιστον πολιτικές ευθύνες για τον μετέπειτα υπουργό Οικονομικών, τον κ.Βενιζέλο, καθώς και σοβαρές πολιτικές ευθύνες για τον τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου για νόθευση της λίστας».
Το πόρισμα
Το ΚΚΕ, από τον πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η ύπαρξη της λίστας «Λαγκάρντ», ζήτησε επανειλημμένα την διερεύνηση όλων των πτυχών της υπόθεσης και με όλους τους δυνατούς τρόπους, ώστε να αποδοθούν οι όποιες πολιτικές και ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες υπάρχουν.
Για τον λόγο αυτό, το ΚΚΕ πήρε μέρος στην συγκρότηση της Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης της υπόθεσης, για να αξιοποιήσει κάθε δυνατότητα διερεύνησής της και απόδοσης των πολιτικών και ποινικών ευθυνών όπου υπάρχουν, αναδεικνύοντας παράλληλα ότι η εμπειρία από την λειτουργία παρόμοιων επιτροπών κατά το παρελθόν έδειχνε ότι οι επιτροπές αυτές λειτουργούν στην ουσία με στόχο την συγκάλυψη των προβλημάτων.
Αυτό άλλωστε είχε διαφανεί και από την συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής και την απόφαση της πλειοψηφίας, που περιόριζε τη συζήτηση σε επί μέρους πλευρές, με προφανή στόχο να μη διερευνηθεί σε βάθος το πρόβλημα.
Υπενθυμίζεται ότι το ΚΚΕ είχε ταχθεί και είχε ψηφίσει υπέρ της συγκρότησης της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής για τη διερεύνηση ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών:
1. Του πρώην υπουργού Γ. Παπακωνσταντίνου για τα αδικήματα : α) της παράβασης καθήκοντος για τη μη αξιοποίηση της λίστας, β) της απιστίας περί την υπηρεσία από την ζημιά που προκλήθηκε από τη μη αξιοποίηση της λίστας, γ) την υπεξαγωγή εγγράφου, δ) την πλαστογραφία και ε) τη νόθευση
2. Του πρώην υπουργού Ευαγ. Βενιζέλου για τα αδικήματα: α) της παράβασης καθήκοντος από την μη αξιοποίηση της λίστας και β) της απιστίας περί την υπηρεσία από την ζημιά που προκλήθηκε από την μη αξιοποίηση της λίστας.
Τελικά με ευθύνη των κομμάτων της τότε τρικομματικής συγκυβέρνησης (ΝΔ –ΠΑΣΟΚ –ΔΗΜΑΡ ), η διερεύνηση περιορίσθηκε μόνον στον Γ. Παπακωνσταντίνου και μόνον για τα αδικήματα που σχετίζονταν με την διαγραφή από την λίστα των τριών συγγενικών του προσώπων.
Εκ των υστέρων μόνον και λίγο πριν ολοκληρωθούν οι εργασίες της Ειδικής Επιτροπής, προστέθηκε το αδίκημα της απιστίας, σχετικά με τη ζημιά από τη μη αξιοποίηση της λίστας .
Οι πιο πάνω εκτιμήσεις μας όσον αφορά τις προθέσεις για την ουσιαστική και σε βάθος διερεύνηση της υπόθεσης αυτής, επιβεβαιώθηκαν και από την λειτουργία της Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης για την λίστα «Λαγκάρντ».
Η όλη συζήτηση, με ευθύνη όχι μόνον των κομμάτων της πλειοψηφίας που στήριζαν την προηγούμενη Τρικομματική Κυβέρνηση ( ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ ), αλλά και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, περιορίσθηκε στο ζήτημα του εάν υπήρχε ή δεν υπήρχε πρόθεση να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή.
Χωρίς να υποτιμηθεί αυτή η πλευρά, οδηγούμαστε έτσι στην συγκάλυψη του βασικού προβλήματος.
Ότι δηλαδή η υπόθεση με την λίστα Λαγκάρντ, όπως και οι άλλες λίστες, δείχνουν τον τεράστιο πλούτο που έχει συγκεντρωθεί στα χέρια της πλουτοκρατίας, σαν αποτέλεσμα της απομύζησης του μόχθου του λαού μας.
Ότι το αστικό κράτος διαχρονικά με όλες τις κυβερνήσεις του στήριξε και στηρίζει το μεγάλο κεφάλαιο απλόχερα και με ζεστό χρήμα μέσα από διάφορα κίνητρα, μείωση της φορολογίας του κεφαλαίου, των μεγάλων επιχειρήσεων, συνεχείς φοροαπαλλαγές κλπ. Χαρακτηριστικά σημειώνουμε ότι για το εφοπλιστικό κεφάλαιο έχουν θεσμοθετηθεί 57 φοροαπαλλαγές από όλες τις μέχρι σήμερα αστικές κυβερνήσεις.
Την ίδια ώρα που μειώνεται η φορολόγηση του μεγάλου κεφαλαίου και ενισχύεται η απλόχερη στήριξή του, την ίδια ώρα με πρόσχημα την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, επιβάλλονται συνεχώς νέοι, δυσβάστακτοι φόροι και χαράτσια στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων.
Επομένως το ζήτημα της πρόθεσης για την κάλυψη της φοροδιαφυγής, είναι ενταγμένο στην συνολική στρατηγική για την στήριξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου και την πολιτική φοροαπαλλαγής της πλουτοκρατίας.
Σαν συνέπεια αυτής της πολιτικής εκδηλώνεται και η πρωτοφανής δυσκινησία των αρμόδιων ελεγκτικών μηχανισμών, μέχρι και την ανοιχτή άρνηση της πολιτικής ηγεσίας να πάρει συγκεκριμένα μέτρα, ακόμη και για τον στοιχειώδη έλεγχο της πλουτοκρατίας, όπως δείχνει και η διαχρονική αντιμετώπιση της υπόθεσης με τη λίστα «Λαγκάρντ», σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει όταν πρόκειται να προωθήσει και να εφαρμόσει αντεργατικά – αντιλαϊκά μέτρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι επί εννέα μήνες έχουν «καταφέρει» να ελέγξουν και μάλιστα όχι ολοκληρωμένα, μόνον τις τρεις περιπτώσεις συγγενών του Γ. Παπακωνσταντίνου.
Με τον ίδιο τρόπο αποκρύπτεται και η άλλη πλευρά της υπόθεσης: η ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων (με βασικό πυλώνα τη συνθήκη του Μάαστριχτ) που, μεταξύ άλλων, δίνει τη δυνατότητα στην πλουτοκρατία να αξιοποιεί τους «φορολογικούς παραδείσους».
Και αυτή η πλευρά μένει έξω από το πεδίο αντιπαράθεσης των ευρωενωσιακών κομμάτων που έχουν αποδεχθεί και υπερψηφίσει την συνθήκη του Μάαστριχτ.
Η όποια συζήτηση γίνεται σήμερα σε επίπεδο της ΕΕ και των G-8 δήθεν για το πρόβλημα των λεγόμενων φορολογικών παραδείσων, δεν αφορά τα προκλητικά προνόμια του κεφαλαίου, αλλά την προσπάθεια για έξοδο από την κρίση με την δημιουργία προϋποθέσεων για την καπιταλιστική ανάκαμψη, την ανάκαμψη της κερδοφορίας του.
Είναι γνωστό ότι επανειλημμένα το ΚΚΕ έχει ζητήσει από την δεκαετία του 90 την λήψη συγκεκριμένων μέτρων για να μπορεί να ασκείται στοιχειώδης έστω έλεγχος , αφού η ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος προϋποθέτει μια άλλη οργάνωση της κοινωνίας, ριζικά διαφορετικής από την σημερινή, όπου ο πλούτος θα ανήκει σε αυτούς που τον παράγουν.
Στα πλαίσια αυτά το ΚΚΕ έχει κάνει συγκεκριμένες προτάσεις όπως:
– Την μετατροπή όλων των μετοχών, των τίτλων του δημοσίου και των άλλων χρηματοοικονομικών προϊόντων από ανώνυμους σε ονομαστικούς.
– Το έλεγχο στην εξαγωγή και εισαγωγή κεφαλαίων.
– Την απαγόρευση στην λειτουργία των off shore εταιριών.
– Την άρση όλων των απορρήτων τραπεζικού, φορολογικού, εμπορικού, επιχειρηματικού.
Και αυτά όμως τα στοιχειώδη μέτρα σκοντάφτουν στην άρνηση των αστικών κομμάτων, που επικαλούνται τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς και τις Συνθήκες της ΕΕ.
Αποκαλυπτικό της υποκρισίας των αστικών κομμάτων είναι η φορολογική ασυλία, με επανειλημμένες νομοθετικές ρυθμίσεις για τον επαναπατρισμό κεφαλαίων που είχαν εξαχθεί στο εξωτερικό, ανεξάρτητα από τον τρόπο εξαγωγής και την προέλευση τους (ακόμη και αν προέρχονταν από εγκληματικές δραστηριότητες).
Βασικά σημεία που προέκυψαν κατά το έργο της ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής. Ο κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, ενώ παρέλαβε επισήμως από την κυβέρνηση της Γαλλίας το cd με την λίστα των ονομάτων, που το έστειλε κατόπιν αιτήματος της ελληνικής πλευράς στα πλαίσια διακρατικής συμφωνίας, όπως αυτό επιβεβαιώνεται και από το πρόσφατο έγγραφο του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Μοσκοβισί, δεν το πρωτοκόλλησε ώστε να καταστεί δημόσιο έγγραφο, όπως όφειλε, ώστε να μπορούν να κινηθούν και οι προβλεπόμενες διαδικασίες.
Το κράτησε άτυπα και το παρέδωσε όχι στη μορφή που το παρέλαβε ως cd, αλλά σε άλλη μορφή ως usb και πάλι άτυπα χωρίς πρωτόκολλο, στον τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ Ιωάννη Διώτη.
Δεν έκανε καμία ουσιαστική προσπάθεια όσο ήταν υπουργός οικονομικών για να αξιοποιηθεί το περιεχόμενο της λίστας προκειμένου να ελεγχθούν τα ονόματα που περιέχονταν στη λίστα και να αντιμετωπισθούν περιπτώσεις φοροδιαφυγής και επομένως από τη στάση του αυτή ζημιώθηκε το δημόσιο.
Και μόνον από τις πράξεις αυτές προκύπτουν ενδείξεις για τη διάπραξη εκ μέρους του αδικήματος της παράβασης καθήκοντος. Η απόφαση όμως της πλειοψηφίας της Βουλής είχε αποκλείσει από την έρευνα την πράξη αυτή, δηλαδή την μη αξιοποίηση της λίστας.
Από το πόρισμα της έρευνας του ΣΔΟΕ προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ότι οι τρεις συγγενείς του Γ. Παπακωνσταντίνου, τα ονόματα των οποίων συμπεριλαμβάνονταν στην λίστα, συν η σύζυγος του ενός εξ αυτών, απέκρυψαν από την εφορία εισοδήματα που ξεπερνούν τα 6 εκατομ. ευρώ. Συνεπώς από τη μη αξιοποίηση της λίστας από τον Γ. Παπακωνσταντίνου, όσο αυτός είχε τα καθήκοντα του υπουργού οικονομικών, προκύπτουν ενδείξεις ότι προέκυψε εν γνώσει του ζημιά σε βάρος του δημοσίου προερχόμενη από τη μη είσπραξη φόρων από την φοροδιαφυγή τουλάχιστον για τους συγγενείς του Παπακωνσταντίνου που συμπεριλαμβάνονται στην λίστα. Ζημιά που, με βάση τα φερόμενα ως αποκρυβέντα εισοδήματα, ξεπερνά κατά πολύ το ποσό που ορίζει ο νόμος, προκειμένου η πράξη της απιστίας σχετικά με την υπηρεσία να χαρακτηριστεί ως κακούργημα.
Από την έρευνα που έγινε, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα του ελέγχου του ΣΔΟΕ, προκύπτουν σε βάρος του κ. Παπακωνσταντίνου ενδείξεις για την αλλοίωση της λίστας, με την αφαίρεση των ονομάτων των τριών συγγενών του. Και μάλιστα αλλοίωση που φέρεται να έγινε με σκοπό να προσπορίσει αθέμιτο όφελος στους συγγενείς του. Επίσης και για παράβαση καθήκοντος από την μη παράδοση στις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές έστω και ατύπως, του συνόλου της λίστας.
Ενδείξεις που στηρίζονται:
α) στο γεγονός ότι έγινε μεταφορά των στοιχείων της λίστας από το cd που του παραδόθηκε σε usb, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το cd χάθηκε. Ο ίδιος ισχυρίσθηκε ότι το παρέδωσε σε συνεργάτη του που δεν τον κατονομάζει, όλοι όμως οι συνεργάτες του αρνούνται ότι τους παραδόθηκε cd.
β) το διάστημα που η λίστα βρίσκονταν στα χέρια του κ. Παπακωνσταντίνου με την μορφή usb, φαίνεται να έγινε επεξεργασία και μάλιστα περισσότερο από μία φορές.
γ) δεν δόθηκε καμία πειστική εξήγηση για το ποιος άλλος είχε το κίνητρο να διαγράψει τους τρεις συγγενείς του από την λίστα.
Κατά συνέπεια θεωρούμε ότι έχουν προκύψει ενδείξεις και χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης για τα παρακάτω αδικήματα για τον κ. Παπακωνσταντίνου:
1. Το αδίκημα της νόθευσης εγγράφου με κακουργηματική μορφή (άρθρο 242 παρ 2 και 3 του ΠΚ)
2. Το αδίκημα της απιστίας σχετικά με την υπηρεσία σε βαθμό κακουργήματος (άρθρο 256 παρ. 1γ στοιχεία αα και ββ του ΠΚ)
3. Το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος (άρθρο 259 του ΠΚ)
Θεωρούμε ότι με βάση τα μέχρι τώρα στοιχεία, υπάρχουν σοβαρές τουλάχιστον πολιτικές ευθύνες για τον μετέπειτα υπουργό των οικονομικών, τον κ. Βενιζέλο, για το γεγονός της μη αξιοποίησης της λίστας, κατά το διάστημα που διετέλεσε Υπουργός Οικονομικών.
Θεωρούμε ότι σοβαρές πολιτικές ευθύνες έχει και ο τότε πρωθυπουργός κ. Παπανδρέου, ο οποίος επίσης γνώριζε την ύπαρξη της λίστας. Το γεγονός ότι έδωσε την κατεύθυνση να «γίνουν τα δέοντα» δεν τον απαλλάσσει από την πρώτη πολιτική ευθύνη.
Σε κάθε περίπτωση στο βαθμό που υπάρξουν ουσιαστικά στοιχεία, ουσιαστικές ενδείξεις για παραπέρα ευθύνες, το ΚΚΕ θα συμβάλλει κατά το δυνατόν στη διερεύνησή τους.
Σημειώνουμε πάντως το γεγονός ότι παρότι έχουν περάσει σχεδόν τρία χρόνια από τότε που έφθασε η λίστα με τα ονόματα, οι έλεγχοι προχωρούν με πολύ αργούς ρυθμούς , σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει όταν προωθούνται αντιλαϊκά μέτρα. Και αυτό δείχνει διαχρονικά την έλλειψη βούλησης να αντιμετωπισθεί ακόμα και το πρόβλημα της φοροδιαφυγής του κεφαλαίου από εκείνες τις δυνάμεις που υπερασπίζονται την επιχειρηματικότητα ως βάση της οικονομίας.
Τέλος, σημειώνουμε ότι με το παράδειγμα της λίστας Λαγκάρντ αναδείχτηκαν σημαντικά προβλήματα που μπορεί να αξιοποιήσει το εργατικό – λαϊκό κίνημα:
-Αναδείχθηκε η συγκέντρωση τεράστιου πλούτου στα χέρια των καπιταλιστών.
-Έγινε ακόμα πιο συγκεκριμένη η συνειδητή πολιτική των φοροαπαλλαγών του κεφαλαίου που ακολουθούν οι αστικές κυβερνήσεις και κόμματα.
-Αποκαλύφθηκε η εσκεμμένη κάλυψη της φοροδιαφυγής της πλουτοκρατίας.
-Αποδείχθηκε για άλλη μια φορά ότι τα παραπάνω είναι πλευρές της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της πολιτικής που χτυπάει τα εργατικά, λαϊκά δικαιώματα.
Συνεπώς, οι εργαζόμενοι, οι άνθρωποι του μόχθου μπορούν να βγάλουν ουσιαστικά συμπεράσματα, χρήσιμα στην πάλη για την ανατροπή του εκμεταλλευτικού καθεστώτος, για να γίνουν λαϊκή ιδιοκτησία τα εργαλεία της οικονομίας και ο πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι.
Ο Βουλευτής του ΚΚΕ
Σπύρος Χαλβατζής.
Επιμέλεια: Άννα Μορφούλη