Μία πρόσφατη μελέτη αποκάλυψε ενδιαφέρουσες και περίπλοκες συσχετίσεις μεταξύ της σεξουαλικής υγείας και του τρόπου ζωής. Σύμφωνα με τα ευρήματα, το να είναι ένας άνδρας πολύ χοντρός ή πολύ αδύνατος αυξάνει τις πιθανότητες να αντιμετωπίσει κάποια δυσκολία στο σεξ. Δεν φαίνεται, όμως, να ισχύει το ίδιο και για τις γυναίκες, οι οποίες, όταν διαθέτουν οριακά μεγέθη, τείνουν να αναφέρουν λιγότερες σεξουαλικές δυσκολίες.
Πιο συγκεκριμένα, αν ένας άνδρας είναι πολύ αδύνατος, αυξάνεται κατά 22 φορές ο κίνδυνος να εμφανιστεί μια σεξουαλική δυσλειτουργία, όπως στυτική δυσλειτουργία, αδυναμία οργασμού, πρόωρη εκσπερμάτιση και πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή, σε σχέση με τους άνδρες που έχουν φυσιολογικό βάρος.
Παράλληλα, άνδρες με περιφέρεια μέσης πάνω από 40 ίντσες έχουν κατά 71% αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν κάποιο πρόβλημα σεξουαλικής φύσης, σε σύγκριση με τους άνδρες με περιφέρεια μέσης μικρότερη από 37 ίντσες.
Ενώ η μεγάλη περιφέρεια μέσης και ο υψηλός δείκτης μάζας σώματος, που έχουν ήδη σχετισθεί με την καρδιαγγειακή νόσο και τον διαβήτη, αποτελούν πλέον γνωστούς παράγοντες κινδύνου για τις σεξουαλικές δυσλειτουργίες, δεν συμβαίνει το ίδιο και με το χαμηλότερο από τον φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος. Για την κατανόηση του μηχανισμού που οδηγεί τον λιποβαρή άνδρα στο σεξουαλικό πρόβλημα απαιτείται επιπλέον έρευνα.
Αντιθέτως, το χαμηλό βάρος φαίνεται να μειώνει στο μισό τον κίνδυνο σεξουαλικών δυσκολιών στις γυναίκες, ενώ παράλληλα μια γυναίκα με υψηλό δείκτη μάζας σώματος πάνω από 30 εμφανίζει 70% μικρότερη πιθανότητα να παρουσιάσει κάποια σεξουαλική δυσλειτουργία.
Τα πιο κοινά σεξουαλικά προβλήματα των γυναικών, σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, είναι η κολπική ξηρότητα, η αδυναμία οργασμού, η επώδυνη επαφή και ο κολεόσπασμος, όρος που αναφέρεται σε ακούσιους σπασμούς που σφίγγουν ή κλείνουν την είσοδο του κόλπου.
Η διαφορά ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες που ανέδειξε η μελέτη προκάλεσε την έκπληξη και το ενδιαφέρον των ερευνητών. Η εξήγηση που προτάθηκε σχετίζεται με το γεγονός ότι οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν προβλήματα με το σεξ επιλέγουν την αποχή από αυτό, σε αντίθεση με τους άνδρες, οι οποίοι συνεχίζουν, ιδιαίτερα στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Σύμφωνα με ακόμα ένα ενδιαφέρον εύρημα, οι γυναίκες που έκαναν χρήση μαριχουάνας τον τελευταίο χρόνο ήταν τρεις φορές πιο πιθανό να αναφέρουν αδυναμία οργασμού σε σχέση με τις γυναίκες που δεν έκαναν χρήση.
Παράλληλα, οι γυναίκες που ήταν επαγγελματίες αθλήτριες ή ασκούνταν έντονα κι εντατικά ήταν 4 φορές πιο πιθανό να αναφέρουν κολεόσπασμο σε σχέση με αυτές που έκαναν ελαφρά άσκηση.
Η φυσική άσκηση φαίνεται να συνδέεται με το κατά πόσο ένα άτομο είναι σεξουαλικά ενεργό, τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες.
Οι άνδρες που δήλωσαν αποχή από τη φυσική άσκηση ήταν κατά 78% πιο πιθανό να αναφέρουν αποχή και από τη σεξουαλική επαφή. Το αντίστοιχο ποσοστό στις γυναίκες βρέθηκε να είναι 45%. Αξιοσημείωτο είναι ότι το18% των ανδρών και το 23% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώσαν αποχή από τη σεξουαλική επαφή τον τελευταίο χρόνο.
Η σεξουαλική αποχή στις γυναίκες συνδέθηκε επίσης με το κάπνισμα, τον υψηλό δείκτη μάζας σώματος (πάνω από 30 ίντσες) ή τη μεγάλη περιφέρεια μέσης (πάνω από 34 ίντσες) και την απόλυτη αποχή από το αλκοόλ. Στους άνδρες συνδέθηκε επίσης με μεγάλη περιφέρεια μέσης (πάνω από 40 ίντσες). Παράλληλα, οι άνδρες που κάπνιζαν ή ήταν πρώην καπνιστές είχαν διπλάσια πιθανότητα να αναφέρουν στυτική δυσλειτουργία σε σχέση με τους άνδρες που δεν κάπνισαν ποτέ.
Οι ερευνητές, βεβαία, σημειώνουν ότι τα ευρήματα αυτά είναι συσχετίσεις που αναδεικνύουν τη συνύπαρξη δύο καταστάσεων και δεν μπορούν να αποδείξουν ότι αυτές οι παράμετροι του τρόπου ζωής δύνανται να οδηγήσουν σε κάποιο σεξουαλικό πρόβλημα. Συστήνουν, όμως, ανεπιφύλαχτα τη μείωση του σωματικού βάρους και τον έλεγχο των ανθυγιεινών συνηθειών, με σκοπό τη βελτίωση τόσο της γενικής υγείας όσο και της σεξουαλικής ζωής. Άλλωστε, αυτά τα δύο φαίνεται να πάνε μαζί!
Πηγή: medicinenet
