Του Κώστα Μπετινάκη

Ο «οικονομικός πόλεμος» ΗΠΑ-Κίνας, που επιβάλλει ο Λευκός Οίκος, και η προσπάθεια αποκλεισμού της Ρωσίας από τις χώρες της Δύσης, προκαλούν στενότερη συνεργασία ανάμεσα σε Μόσχα και Πεκίνο.

Οι «The Times» σε κύριο άρθρο τους την Τετάρτη επισημαίνουν πως η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τερέζα Μέι «αγωνίζεται να κρατήσει ενωμένη τη συμμαχία εναντίον της Ρωσίας».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το άρθρο αναφέρεται στην προσπάθεια της πρωθυπουργού Μέι να χειρισθεί την «υπόθεση Skripal», μετά τη συνέντευξη στο «Sky News» του Gary Aitkenhead, αξιωματούχου του Εργαστηρίου Τεχνολογίας Porton Downgave, στην οποία δήλωσε ότι «δεν υπάρχει συμπέρασμα πως το χημικό όπλο που χρησιμοποιήθηκε -αντίθετα με την κυβερνητική άποψη- είχε παρασκευασθεί στη Ρωσία».

Έτσι, το σχετικό δημοσίευμα που είχε αναρτηθεί στην επίσημη κυβερνητική ιστοσελίδα αντικαταστάθηκε με άλλο που έχει τίτλο: «Ο Τζόνσον δέχεται πυρά μετά το σβήσιμο από το Foreign Office του tweet για το Porton Down».

Η Μόσχα, μετά την απόρριψη του αιτήματος Ρωσίας-Κίνας για την υπόθεση από τον Οργανισμό Απαγόρευσης των Χημικών Όπλων, ζητεί εκ νέου να δοθούν στη δημοσιότητα τα συμπεράσματα της βρετανικής έρευνας για τη δηλητηρίαση των Σκριπάλ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Την ίδια ώρα ο καγκελάριος της Αυστρίας Sebastian Kurz, επιχειρώντας να διατηρήσει την ουδέτερη στάση της χώρας του αλλά και σε μία προσπάθεια μεσολάβησης, εξήγησε γιατί δεν συμμετείχε στη συντονισμένη «απέλαση διπλωματών», την οποία προκάλεσαν οι βρετανικές κατηγορίες εναντίον της Ρωσίας.

Αλλά και ο Armin Laschet, επικεφαλής του πολυπληθούς γερμανικού κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας και αντιπρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Άνγκελα Μέρκελ, καυτηρίασε τη «βιαστική βρετανική απόφαση» να κατηγορήσει τη Ρωσία ότι κρύβεται πίσω από τη δηλητηρίαση των Σκριπάλ και να ζητήσει την αλληλεγγύη των συμμάχων της».

Στην «αντιρωσική υστερία», το Πεκίνο υπενθυμίζει πως έτσι εντείνεται η συνεργασία με τη Μόσχα

Επισκεπτόμενος τη Μόσχα, για τη Διεθνή Αμυντική διάσκεψη, ο νέος υπουργός Άμυνας της Κίνας Wei Fenghe δήλωσε πως «επιθυμεί να δείξει στον κόσμο την υψηλού επιπέδου ανάπτυξη των διμερών σχέσεων και τη σθεναρή αποφασιστικότητα να ενισχυθεί η στρατηγική συνεργασία των ενόπλων δυνάμεων».

Για να συμπληρώσει: «Οι Κινέζοι θέλουν να γνωρίζουν οι Αμερικανοί για τις στενές σχέσεις ανάμεσα στις κινεζικές και τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, ειδικότερα υπό τις παρούσες περιστάσεις».

Όπως επισημαίνει το περιοδικό «Diplomat», «παρόλο που οι ΗΠΑ διακινδυνεύουν ολοκληρωτική στρατιωτική αντιπαράθεση με το Πεκίνο, με αφορμή το petroyuan (και λόγω των οικονομικών αντιποίνων), ταυτόχρονα δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η αμερικανική στρατιωτική περικύκλωση της Κίνας έχει αυξηθεί δραματικά εδώ και μία δεκαετία. Αυτό εξανάγκασε τον Κινέζο ηγέτη Σι να αυξήσει δραματικά τον κινεζικό αμυντικό προϋπολογισμό και να αναμορφώσει τον κινεζικό στρατό».

Και όπως επισημαίνουν οι «New York Times», «οι δύο αυτές χώρες με τη στρατιωτική συνεργασία τους βρήκαν τον δρόμο να δείξουν πως δεν βρίσκονται μόνες, παρά τις προσπάθειες της Δύσης να καταδείξει πως έχουν μεταξύ τους πολλές διαφορές».

Η κινεζική απάντηση

Απαντώντας στην απειλή του προέδρου Τραμπ να επιβάλει και επιπρόσθετους δασμούς 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Κίνα, το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι «δεν επιθυμεί μεν οικονομικό πόλεμο αλλά δεν φοβάται να φτάσει έως το τέλος, προκειμένου να υποστηρίξει τα οικονομικά του συμφέροντα».

Σημειώνεται ότι η Κίνα διαθέτει (με στοιχεία Ιανουαρίου 2018) 1.168 τρισεκατομμύρια δολάρια του αμερικανικού χρέους, δηλαδή κάπου 19% των αμερικανικών χρεογράφων.

Για τους αναλυτές η αγορά από τους Κινέζους εδώ και πολύ καιρό αμερικανικών χρεογράφων προκάλεσε τεχνητή μείωση της τιμής του γουάν, καθιστώντας τις κινεζικές εξαγωγές φθηνότερες και προκαλώντας την εντυπωσιακή αύξησή τους.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης