Η σεξουαλική λειτουργία είναι συχνά ένα θέμα που προσεγγίζεται με δυσκολία, τόσο από την πλευρά του ασθενούς, όσο και από την πλευρά του κλινικού, ενώ παράλληλα, επηρεάζεται από πολυάριθμες καταστάσεις υγείας. Ιδιαίτερα η θεραπεία για τον καρκίνο του προστάτη, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης στυτικής δυσλειτουργίας, η οποία με τη σειρά της ενδέχεται να απειλήσει την αρρενωπότητα ενός άνδρα, την ψυχολογική του ευεξία και τα επίπεδα ευτυχίας στις σχέσεις του.

Η επίτευξη μιας στύσης εξαρτάται από κεντρικούς και περιφερικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς. Υπάρχουν δύο τύποι στύσης, η αντανακλαστική και η ψυχογενής. Στην περίπτωση της ψυχογενούς στύσης, ο εγκέφαλος είναι το πιο σημαντικό σεξουαλικό όργανο, καθώς είναι τα ερωτικά ερεθίσματα που προσλαμβάνονται μέσω της όρασης, της όσφρησης, της αφής, του ήχου, ή της φαντασίωσης αυτά που ενεργοποιούν τον υποθάλαμο. Οι βασικοί νευροδιαβιβαστές που εμπλέκονται στη διαδικασία είναι η ντοπαμίνη και η ωκυτοκίνη που ενεργοποιούν τη στυτική λειτουργία ενώ η δράση της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης είναι ανασταλτική. Τε ερεθίσματα μεταφέρονται μέσω του ραχιαίου νεύρου του πέους. Στη νευρική οδό που έρχεται από τη σπονδυλική στήλη εμπλέκονται παρασυμπαθητικά και σηραγγώδη νεύρα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Παράλληλα κατά την επίτευξη στύσης υπάρχει απάντηση από το κυκλοφορικό και το ενδοκρινικό σύστημα. Η ροή του αίματος στις αρτηρίες αυξάνεται και οι φλέβες συμπιέζονται, με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό αίματος μέσα στο αγγειακό δέντρο και τη δημιουργία στύσης. Η τεστοστερόνη που κυκλοφορεί στο αίμα είναι σημαντική για τη φυσιολογική σεξουαλική επιθυμία και τις στύσεις, κυρίως τις νυχτερινές. Τα επίπεδα ης τεστοστερόνης μειώνονται με την αύξηση της ηλικίας.

Με την κατανόηση των φάσεων του κύκλου σεξουαλικής απόκρισης και το συνδυασμό των προαναφερόμενων παραγόντων, αντιλαμβάνεται κανείς την πολυπλοκότητα της σεξουαλικής λειτουργίας. Οι Masters και Johnson περιγράφουν ένα μοντέλο σεξουαλικής απόκρισης 4 σταδίων. Το πρώτο, είναι το στάδιο της διέγερσης, το οποίο προκύπτει σαν αποτέλεσμα σεξουαλικού ερεθισμού, οποίος μπορεί να είναι σωματικός ή να έχει χαρακτήρα φαντασίωσης. Το στάδιο της διέγερσης λοιπόν, είναι η ανατομική, φυσιολογική απάντηση σε αυτόν τον ερεθισμό. Το δεύτερο στάδιο περιλαμβάνει τη φάση πλατό, η οποία λαμβάνει χώρα όταν η διέγερση εντείνεται. Είναι το στάδιο ακριβώς πριν επιτευχθεί το επίπεδο διέγερσης που πυροδοτεί τον οργασμό. Στο τρίτο στάδιο έχουμε την ακούσια, αναπόφευκτη απελευθέρωση της σεξουαλικής έντασης με την επίτευξη οργασμού. Συνήθως, συνοδεύεται με αίσθημα ευχαρίστησης και στους άνδρες με εκσπερμάτιση. Το τέταρτο, είναι το στάδιο της λύσης, κατά το οποίο οι σωματικές αλλαγές που συμβαίνουν με τη διέγερση επανέρχονται στη φυσιολογική τους κατάσταση. Συχνά, συνοδεύεται από ένα αίσθημα χαλάρωσης. Για να λάβουν χώρα αυτά τα 4 στάδια απαιτείται η κατάλληλη αλληλεπίδραση αγγειακών, νευρικών και ορμονικών οδών.

Ποιος είναι όμως ο ρόλος του προστάτη αδένα;

Ο προστάτης βρίσκεται κάτω από τη ουροδόχο κύστη, έχει το μέγεθος καρυδιού και την ίδια σπογγώδη σύσταση που έχει η άκρη της μύτης. Η βασική λειτουργία του προστάτη είναι η παραγωγή υγρού, το οποίο περιέχει μια γλυκοπρωτεΐνη που ονομάζεται προστατικό αντιγόνο (PSA). Το υγρό αυτό αναμιγνύεται με τα σπερματοζωάρια που παράγονται από τους όρχεις. Η διαδικασία αυτή κάνει εφικτή την εκσπερμάτιση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η στυτική δυσλειτουργία ορίζεται ως η αδυναμία επίτευξης στύσης ικανής για συνουσία και μπορεί να επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, τόσο οργανικούς, όσο και ψυχολογικούς. Ακόμη κι όταν υπάρχει μια σημαντική υποκείμενη οργανική παθολογία, όπως είναι η ριζική προστατεκτομή, η καρδιαγγειακή νόσος, ή ο διαβήτης, η στυτική δυσλειτουργία μπορεί επίσης να επηρεάζεται από ψυχολογικά ζητήματα. Μπορεί, για παράδειγμα, η αιτιολογία να σχετίζεται με ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας των ασθενών.

Οι επαγγελματίες υγείας μπορούν να συζητήσουν προληπτικά τα ζητήματα της σεξουαλικής λειτουργίας, έτσι ώστε να εντοπισθεί εγκαίρως η στυτική δυσλειτουργία και να αντιμετωπιστεί κατάλληλα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε, πως εάν ένας άνδρας έχει στυτική δυσλειτουργία, μπορεί να είναι εκδήλωση μιας υποκείμενης παθολογίας που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης, όπως είναι η καρδιακή νόσος. Στα πλαίσια της καλής πρακτικής η στυτική δυσλειτουργία θα έπρεπε να συνεκτιμάται σε κάθε υπολογισμό καρδιαγγειακού κινδύνου.

Παράλληλα, ο καρκίνος του προστάτη και η θεραπεία του μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά τη διαδικασία της εκσπερμάτωσης, μπορεί να μειωθεί ο όγκος της εκσπερμάτισης, ή και να απουσιάζει τελείως,. Η απουσία της εκσπερμάτισης μπορεί να λειτουργήσει ως απειλή για την αντιλαμβανόμενη αρρενωπότητα, καθώς επίσης να έχει καταστροφικές συνέπειες σε κάποιους άνδρες και τις συντρόφους τους.

Εάν οι άνδρες επιθυμούν να τεκνοποιήσουν θα πρέπει να διασαφηνιστεί ότι θα χρειαστεί να φυλάξουν τα σπερματοζωάρια τους πριν μπουν σε θεραπεία.

Επίσης, είναι σημαντικό κατά τη διεξαγωγή της ριζικής προστατεκτομής να απομακρυνθούν να νεύρα που βρίσκονται πολύ κοντά στον αδένα και συμμετέχουν στη στυτική λειτουργία. Εάν αυτό δε γίνει, μπορεί το χειρουργείο να έχει ως επιπλοκή τη νευροπραξία, κατά την οποία τα νεύρα μπαίνουν σε μια κατάσταση σοκ και εμποδίζουν τη σύνδεση που επιτρέπει στα ερωτικά ερεθίσματα να ενεργοποιήσουν τη στύση, καθώς η εντολή διακόπτεται σε εγκεφαλικό επίπεδο και δε μεταφέρεται μέσω της σπονδυλικής στήλης στα σηραγγώδη νεύρα.

Οι ειδικοί είναι πολύ σημαντικό να διευθετήσουν το ζήτημα της υψηλής συχνότητας της άμεσης εμφάνισης στυτικής δυσλειτουργίας μετά από χειρουργείο του προστάτη. Πρέπει, παράλληλα, να λαμβάνουν υπόψη τους ότι μπορεί η στυτική δυσλειτουργία να επιδεινωθεί σε άνδρες που λαμβάνουν ορμονοθεραπεία και ακτινοθεραπεία.

Πηγή: medicalnews.


Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ.Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης