Ήταν χαμογελαστός εκείνο το απομεσήμερο ο στρατηγός Μλάντιτς μπαίνοντας με το τζιπ του στο χωριό που κάποτε ήταν γνωστό για τα ορυχεία αργύρου. Το όνομά του από τότε παρέμεινε το ίδιο: Σρεμπρένιτσα.

Κατέβηκε από το τζιπ, προχώρησε με τα πόδια συνοδευόμενος από τους επιτελείς του και ανέβηκε σε ένα υψωματάκι. Μπροστά του, τρέμοντας, γυναίκες, γέροι και πολλά παιδιά τον κοιτούσαν σιωπηλοί. Τους χαμογέλασε, τους πλησίασε, έβγαλε από την τσέπη του κάτι σοκολάτες και άρχισε να μοιράζει κομμάτια τους στα πιτσιρίκια. Σε κάποια στιγμή, φάνηκε τουλάχιστον ότι χάιδεψε και μερικά κεφαλάκια παιδιών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το δικαστήριο της Χάγης καταδίκασε σε ισόβια τον στρατηγό Μλάντιτς για έγκλημα πολέμου στη ΣρεμπρένιτσαΣτη συνέχεια αποχώρησε. Μπήκε στο τζιπ του και πήρε τον δρόμο για το στρατηγείο. Το συγκεντρωμένο πλήθος παρέμενε ακίνητο και σιωπηλό. Ήταν όλοι μουσουλμάνοι. Γύρω τους Σέρβοι φαντάροι με το όπλο παρά πόδας. Το τζιπ του στρατηγού εξαφανίστηκε στον φιδωτό δρόμο, έπειτα από κάμποσες στροφές. Δεν πέρασε πολλή ώρα και άρχισε το γνωστό κακάρισμα του μυδράλιου. Σκοτώθηκαν όλοι. Τους έθαψαν σε έναν ομαδικό τάφο. Τα λείψανά τους βρέθηκαν πολύ αργότερα.

Δύο τρία χρόνια πριν έπεφτε το σκοτάδι στο σερβοβοσνιακό οροπέδιο που οδηγούσε στην Κράινα. Πίσω η πόλη της Μπάνια Λούκα. Μπροστά, τα σύνορα με την Κροατία. Το βανάκι με τους δημοσιογράφους περίμενε στην άκρη του δρόμου για να περάσει η στρατιωτική φάλαγγα. Υποτίθεται πως είχε υπογραφεί συμφωνία για κατάπαυση του πυρός και απαγόρευση μετακίνησης στρατιωτικών δυνάμεων.

Λίγα χιλιόμετρα από εκεί ήταν τα πρώτα φυλάκια των κυανόκρανων. Τα φρουρούσαν Κενυάτες φαντάροι με τα γαλάζια αλεξίσφαιρα. Ο στρατηγός Μλάντιτς ήταν επικεφαλής της φάλαγγας, το τζιπ του σταμάτησε στο πρώτο φυλάκιο του ΟΗΕ, ο στρατηγός κέρασε τσιγάρο τους Κενυάτες φαντάρους κι έτσι πολύ φυσιολογικά η φάλαγγα ξεκίνησε, πέρασε τα κροατικά σύνορα και μέσα στη νύχτα μπήκε στην Κράινα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δεν ήταν δα και καμιά μικρή φάλαγγα. Για χιλιόμετρα περνούσαν τα πυροβόλα των 135 και των 105 χιλιοστών και προς το τέλος μερικά κομμάτια των 155 χιλιοστών. Τη φάλαγγα έκλειναν τα στρατιωτικά φορτηγά με τις οβίδες. Η φάλαγγα έφτασε στο στρατηγείο γύρω στις 12.00 τα μεσάνυχτα.

Ο στρατηγός ανέβηκε στον δεύτερο όροφο. Ξεκούμπωσε το αμπέχονό του, απίθωσε το πηλήκιό του σε έναν γάντζο και άνοιξε μια φρέσκια μπουκάλα ρακί. Χαμογελώντας κέρναγε σφηνάκια τους δημοσιογράφους.

Οι περισσότεροι ήταν Εγγλέζοι. Στην πλατεία της πόλης έπαιρναν απότομες στροφές τα παλιά Τ-35 του σερβοβοσνιακού στρατού βγάζοντας μαύρο καπνό από καμένα λάδια. Σε απόσταση 3,5 χλμ. ακούγονταν οι εκρήξεις των όλμων. Υποτίθεται πως υπήρχε κατάπαυση του πυρός και απαγόρευση μετακίνησης στρατιωτικών δυνάμεων ένθεν κακείθεν των κροατικών συνόρων.

Δύο χρόνια μετά, σε κάποιον όροφο της φοιτητικής εστίας του Βελιγραδίου, η μυστική αστυνομία του Μιλόσεβιτς ανακάλυπτε το πτώμα μιας κοπέλας. Την αναγνώρισαν αμέσως. Ήταν η θυγατέρα του στρατηγού Μλάντιτς. Είπαν πως ο θάνατός της επήλθε από υπερβολική δόση ηρωίνης. Άντε να βγάλεις άκρη.

Από τότε ο στρατηγός Μλάντιτς κατάλαβε πως τα ψωμιά του ήταν μετρημένα. Άρχισε να κρύβεται στα βοσνιακά δάση και στο δίκτυο καταφυγίων του Τίτο, σαν κυνηγημένη αρκούδα που έπεφτε κατά καιρούς σε χειμερία νάρκη. Τον έψαχναν παντού, αλλά αυτός διέθετε ένα καλό τοπικό δίκτυο που τον μετέφερε με ασφάλεια από περιοχή σε περιοχή.

Μετά την πτώση του Μιλόσεβιτς, ο Μλάντιτς ήταν πια μια σκιά. Τον ακολουθούσαν αστικοί μύθοι ότι κρύβεται στα έγκατα της γης, σε κρυφά μπούνκερ. Τον εντόπισαν κάποια στιγμή κάπου στα νότια της Σερβίας, σε μια δασική καλύβα.

Όταν μπήκαν οι μυστικοί, το τσιγάρο ήταν ακόμα αναμμένο πάνω στο τασάκι. Από τότε όλοι κατάλαβαν ότι ο στρατηγός Μλάντιτς περνούσε τις τελευταίες του στιγμές ελεύθερος.

Οι μυστικοί τον έπιασαν κάποια στιγμή προφανώς από κάρφωμα. Τα λεφτά ήταν πολλά και το κεφάλι του στρατηγού που μοίραζε σοκολάτα στα μικρά παιδιά λίγο πριν από τη μαζική σφαγή τους ήταν, φαίνεται, ακόμα πιο πολύτιμο. Για τη μετα-Μιλόσεβιτς Σερβία η σύλληψη του στρατηγού και η παράδοσή του στη Χάγη αντιπροσώπευε την τελευταία πράξη του δράματος, που ο πρόεδρος μαζί με τον στρατηγό και τον ψυχίατρο τον Κάραζιτς έστησαν παρέα με τον Κροάτη Φράνιο Τούτσμαν για να μοιράσουν τα ιμάτια της πρώην Γιουγκοσλαβίας του Τίτο.

Ήταν τότε το 1991, όταν το τελευταίο αεροπλάνο απογειωνόταν από το Σεράγεβο για Βελιγράδι. Όσοι μπήκαν σε αυτό το αεροπλάνο ήξεραν ότι η επιστροφή τους στη Βοσνία θα γινόταν πια με άλλα μέσα, σχεδόν παράνομα, περνώντας από σύνορο σε σύνορο. Όταν το αεροπλάνο αυτό προσγειώθηκε στην πρωτεύουσα της Σερβίας, το μάτι έπεσε στην τηλεόραση που έπαιζε στο βάθος της αίθουσας αποσκευών.

Ήταν η τελευταία εκπομπή, το τελευταίο δελτίο ειδήσεων της πάλαι ποτέ ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, από τη δημόσια τηλεόραση του Σεράγεβο σε εθνικό δίκτυο. Το δελτίο ξεκίνησε κάπως παράταιρα. Έδειχνε ένα τρένο να τρέχει πάνω στις ράγες. Χωρίς σταματημό. Σαν την τρελή ατμομηχανή. Ξαφνικά εμφανίζεται ο παρουσιαστής, παλιά, γνώριμη φάτσα και καλός δημοσιογράφος.

Με δάκρυα ανακοίνωσε πως άρχισε το μπουμπουνητό των κανονιών πάνω από το Σεράγεβο. Εκεί, πάνω στα υψώματα, ο στρατηγός Μλάντιτς έδινε διαταγές στις πυροβολαρχίες του.

Ο παρουσιαστής κοίταξε το κοινό του μέσα από τον φακό και ψέλλισε το περίφημο «η Γιουγκοσλαβία είναι σαν το τρένο αυτό. Και θα συνεχίσει να τρέχει πάνω στις ράγες». Έκανε λάθος ο δημοσιογράφος. Ούτε η Γιουγκοσλαβία ήταν σαν το τρένο, ούτε συνέχισε να κινείται πάνω στις ράγες. Ο παρουσιαστής δεν εμφανίστηκε πια ποτέ σε δελτίο ειδήσεων. Η Γιουγκοσλαβία είχε ήδη γίνει πρώην.

Το δικαστήριο της Χάγης καταδίκασε σε ισόβια τον στρατηγό Μλάντιτς για έγκλημα πολέμου στη Σρεμπρένιτσα.

Η καταδίκη αυτή ούτε πρόκειται να αναπαύσει τις ψυχές των σφαγιασθέντων ούτε πρόκειται να βάλει μυαλό σε όσους επενδύουν και ποντάρουν σε ακόμη έναν κύκλο βίας στα δυτικά Βαλκάνια. Λες και το γονίδιο αυτό του Διναρικού τύπου υπερισχύει της ιστορίας και της λογικής.

Πόσο καθαρά το είχε γράψει ο Ίβο Άντριτς τότε, πριν από τον πόλεμο, πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν προέβλεπε τι θα συμβεί σε αυτήν τη χώρα.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης