Η ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνο από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξεως ή από τη μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως τέτοιας πράξης, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ., ή από παραλείψεις οφειλόμενων νόμιμων υλικών ενεργειών αυτών, εφ’ όσον απορρέουν από την οργάνωση και λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και δεν συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου, ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα του οργάνου που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών του καθηκόντων (ΑΕΔ 5/1995, Σ.τ.Ε. 2739/2000, 740/2001)». Στα έμμεσα κατασταλτικά μέτρα που προβλέπει η ελληνική έννομη τάξη κατά της παράνομης διοικητικής συμπεριφοράς εντάσσεται και η δικαστική αποκατάσταση της ζημίας του διοικούμενου από τη μη σύννομη και ζημιογόνα πράξη ή παράλειψη του διοικητικού οργάνου, με την καθιέρωση του θεσμού της αστικής ευθύνης της πολιτείας απέναντι στον θιγέντα από την παράνομη και ζημιογόνα διοικητική ενέργεια (πράξη ή παράλειψη) (άρθρ. 104-106 ΕισΝΑΚ).

Από τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης με την οποία καθορίζεται τελεσίδικα η οφειλόμενη αποζημίωση, ο πολίτης δικαιούται να αξιώσει την πληρωμή της αποζημίωσης και μάλιστα με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Η απαίτηση του πολίτη, είναι γεννημένη και απαιτητή αμέσως από τη δημοσίευση της τελεσίδικης περί καθορισμού της αποζημίωσης δικαστικής απόφασης. Με τα άρθρα 104, 105 εδ.α’ ΕισΝΑΚ, 914 ΑΚ ορίζεται αντιστοίχως ότι: “Για πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου που ανάγονται στις έννομες σχέσεις του ιδιωτικού δικαίου ή σχετικές με την ιδιωτική του περιουσία, το Δημόσιο ευθύνεται κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τα νομικά πρόσωπα”. “Για παράνομες πράξεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που του έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση εκτός εάν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος”. “Όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει”. Από το περιεχόμενο των διατάξεων αυτών, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 71 ΑΚ ,προκύπτει ότι μπορεί μεν να δημιουργηθεί ευθύνη του δημοσίου προς αποζημίωση κατά το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ και από υλική πράξη οργάνου του, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, και συνεπώς να δημιουργηθεί εντεύθεν διοικητική διαφορά υπαγόμενη στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, μόνον όμως όταν η πράξη αυτή ενέχει άσκηση δημόσιας εξουσίας είτε γιατί εντάσσεται σε έννομη σχέση του δημοσίου δικαίου μεταξύ κράτους και πολίτη, την οποία πραγματώνει ή επ’ ευκαιρία της οποίας τελείται, είτε γιατί συνιστά καθεαυτή δραστηριότητα που αναπτύσσεται υπό καθεστώς νομοθετικής υπεροχής έναντι των πολιτών που αρμόζει αποκλειστικά στο κράτος ή στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ως φορείς δημόσιας εξουσίας.
Συνεπώς, κάθε αγωγή αποζημιώσεως κατά του Δημοσίου, των δήμων, των περιφερειών και των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων τους, που συνδέονται μαζί τους είτε με σχέση δημοσίου δικαίου είτε με σχέση ιδιωτικού δικαίου, όπως είναι και οι υλικές ενέργειες οι οποίες τελέσθηκαν σε συνάρτηση προς την οργάνωση και τη λειτουργία της δημόσιας ή δημοτικής ή κοινοτικής υπηρεσίας, αντίστοιχα, ή εξαιτίας τους και δεν συνδέονται με την ιδιωτική διαχείριση της περιουσίας του Δημοσίου, των δήμων κλπ., ούτε οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου, που ενήργησε εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών καθηκόντων του, υπάγεται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ως αφορώσα διοικητική διαφορά ουσίας (ΑΕΔ 5/1995, ΑΠ 1395/2009, ΑΠ 503/2009, ΑΠ 932/2005, ΑΠ 1781/2005). Αντίθετα, αν η υλική πράξη δεν συνδέεται αιτιωδώς με έννομη σχέση του δημοσίου δικαίου μεταξύ κράτους και πολίτη, ούτε καλύπτεται καθεαυτή από εξαιρετική νομοθετική ρύθμιση, δημιουργική σχέσεως υπεροχής έναντι των πολιτών, τότε η πηγάζουσα από αυτή ευθύνη του δημοσίου προς αποζημίωση θεμελιώνεται αναγκαίως στις διατάξεις ιδιωτικού δικαίου και, συνεπώς, η ανακύπτουσα διαφορά είναι ιδιωτική. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 106 ΕισΝΑΚ οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου (105) εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των που βρίσκονται στην υπηρεσία τους (ΑΕΔ 5/1995, ΟλΑΠ 15/1993). Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 560 παρ.3 ΚΠολΔ, προβλέπεται ότι κατ’ αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων επιτρέπεται αναίρεση, μεταξύ άλλων, και αν το δικαστήριο έχει υπερβεί τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων ή δεν είχε καθ’ ύλην αρμοδιότητα . Σε περίπτωση κακοτεχνίας δημοτικού δρόμου,που προκαλεί τον
τραυματισμό μου,προβαίνω εγώ ή οι οικείοι μου,στις ακόλουθες κινήσεις:

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

1. Καλώ την αστυνομία,ώστε να εγγραφεί στο βιβλίο συμβάντων.

2. Φωτογραφίζω εγώ ή οι οικείοι μου,την λακκούβα και την υλική ζημιά.

3. Βεβαίωση βλάβης ή φθοράς και προσφορά αποκατάστασης. Καταθέτω αγωγή κατά του Δήμου,με τις διατάξεις περί αστικής ευθύνης,σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Αστικού Κώδικα,τις διατάξεις του Δημοτικού κώδικα π.δ. 410/95,τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου και της χρηστής διοίκησης.Ο Δήμος οφείλει αποζημίωση και σε περίπτωση τραυματισμού σε παιδική χαρά ή σε πεζοδρόμιο ή σε αθλητικό κέντρο-γήπεδο ή σε περίπτωση δαγκώματος από αδέσποτο ζώο.Ταυτόχρονα,καταθέτεις αναφορά στον εισαγγελέα της περιοχής που ανήκει ο Δήμος,με κοινοποίηση στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και αναφορά στον Γενικό Επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης. Υποχρέωση απάντησης Δήμου στα αιτήματα πολιτών: Το έγγραφο αίτημα πολίτη στην αρμόδια υπηρεσία του Δήμου,απαιτείται να είναι επώνυμο,ενυπόγραφο και να έχει πρωτοκολληθεί στο πρωτόκολλο της δημόσιας υπηρεσίας. Αν η αίτηση υποβληθεί σε αναρμόδια δημόσια υπηρεσία, η υπηρεσία αυτή οφείλει εντός 3 ημερών, να την διαβιβάσει στην αρμόδια και να το γνωστοποιήσει στον ενδιαφερόμενο. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία αρχίζει από τότε που περιήλθε η αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία. Τα ανώνυμα, ανυπόγραφα και προφορικά αιτήματα δεν δημιουργούν υποχρέωση στην διοίκηση να ενεργήσει. Όταν όμως πρόκειται για σοβαρή καταγγελία, η διοίκηση οφείλει να ερευνήσει τα καταγγελόμενα ή να διαβιβάσει την καταγγελία στον αρμόδιο φορέα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η δημόσια υπηρεσία είναι υποχρεωμένη να απαντήσει εγγράφως στον πολίτη, αλλιώς ο υπάλληλος που έχει χρεωθεί την υπόθεση, ευθύνεται για παράβαση καθήκοντος.Το άρθρο 10 παρ 3 του Συντάγματος αναφέρει ότι η αρμόδια υπηρεσία υποχρεούται να απαντά στα αιτήματα μέσα σε ορισμένη προθεσμία, όχι μεγαλύτερη των 60 ημερών. Σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσμίας αυτής ή παράνομης άρνησης, καταβάλλεται ειδική χρηματική ικανοποίηση στον αιτούντα,κατόπιν αναφοράς στο υπουργείο διοικητικής μεταρρύθμισης και δύναται να προσφύγει κατά του υπαλλήλου και του διευθυντή για παράβαση καθήκοντος. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν2690/ 1999 ΚΔΔ οι δημόσιες υπηρεσίες,ΟΤΑ,ΝΠΔΔ οφείλουν να απαντούν εντός 50 ημερών. Για τις υποθέσεις αρμοδιότητας περισσοτέρων υπηρεσιών, η προθεσμία των 50 ημερών παρατείνεται κατά 10 ακόμα ημέρες.

Εάν κάποια υπόθεση δεν μπορεί να διεκπεραιωθεί λόγω αντικειμενικής αδυναμίας αιτιολογημένης, η αρμόδια υπηρεσία οφείλει εντός 5 ημερών πριν την εκπνοή τους, να γνωστοποιήσει εγγράφως στον αιτούντα τους λόγους καθυστέρησης,τον υπάλληλο που έχει αναλάβει την υπόθεση και τα στοιχεία επικοινωνίας του και κάθε άλλη χρήσιμη πληροφορία. Η προθεσμία των 50 ημερών είναι ημερολογιακή, άρχεται από την ημερομηνία εισόδου της αίτησης στην υπηρεσία και πρωτοκολλησής της, εφόσον έχουν συνυποβληθεί τα τυχόν απαραίτητα δικαιολογητικά.
Εάν περάσει άπρακτη η προθεσμία,δίχως έγγραφη απάντηση της διοίκησης, ο πολίτης μπορεί να καταθέσει αναφορά στο Υπουργείο
Διοικητικής Μεταρρύθμισης,στον Συνήγορο του Πολίτη,στον Γενικό Επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης και μηνυτήρια αναφορά κατά του υπαλλήλου. Ο Συνήγορος του πολίτη διαμεσολαβεί εφόσον παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των 50 ημερών (για παράνομη δράση και κακοδιοίκηση).
Η κοινοποίηση δεν συνιστά υποχρέωση της διοίκησης να απαντήσει. Η δημόσια υπηρεσία είναι υποχρεωμένη να παραλάβει οποιοδήποτε έγγραφο απευθύνεται σ’αυτή. Το έγγραφο αυτό λαμβάνει αριθμό πρωτοκόλλου.

Για να γίνει έγκυρα η επικοινωνία μεταξύ δημόσιας υπηρεσίας και πολίτη μέσω τηλεομοιότυπου (FAX) και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), απαιτείται η συγκατάθεση του ιδιώτη. Η συγκατάθεση αυτή παρέχεται είτε π.χ. με αίτηση ή δήλωση του ιδιώτη στην οικεία υπηρεσία, είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο που αποδεικνύει την αποδοχή αυτής της μορφής επικοινωνίας.

Εξαίρεση 1. Τα έγγραφα που χαρακτηρίζονται ως απόρρητα, καθώς και όλα εκείνα για τα οποία η κείμενη νομοθεσία απαγορεύει τη χορήγηση αντιγράφου (νόμος 1599/1986, άρθρο 16)

Εξαίρεση 2. Τα έγγραφα που περιέχουν ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τη νομοθεσία για την προστασία των ατόμων από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (νόμος 2472/1997, άρθρο 2, περ. β΄)

Εξαίρεση 3. Οι αιτήσεις, προσφορές και δικαιολογητικά συμμετοχής στις διαδικασίες πρόσληψης προσωπικού με οποιαδήποτε σχέση, στους διαγωνισμούς ή διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων έργων, μελετών, προμηθειών, παροχής υπηρεσιών ή σε άλλους δημόσιους διαγωνισμούς, οι οποίοι πραγματοποιούνται βάσει προκήρυξης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από ειδικές διατάξεις ή από την οικεία προκήρυξη συμμετοχής.

Εξαίρεση 4. Τα έγγραφα για τα οποία προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις η υποβολή τους σε πρωτότυπο ή επικυρωμένα αντίγραφα.

Εξαίρεση 5. Τα έγγραφα που χρησιμοποιούνται ως δικαιολογητικά για την εξόφληση τίτλων πληρωμής.

Εξαίρεση 6. Τα αποδεικτικά είσπραξης

Η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο σε κάθε περίπτωση που υφίσταται απαγόρευση διακίνησης εγγράφου με τηλεομοιοτυπία ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (νόμος 2672/1998, άρθρο 14, παρ. 6).

Τα έγγραφα που αποστέλλονται με fax από υπηρεσίες πρέπει να συνοδεύονται απαραίτητα από φύλλο αποστολής που περιέχει:

α. τον πλήρη τίτλο και διεύθυνση της αποστέλλουσας υπηρεσίας

β. τα στοιχεία του αποστελλόμενου εγγράφουν δηλαδή:
– θέμα
– αριθμό πρωτοκόλλου
– ημερομηνία έκδοσης
– πλήρη τίτλο υπηρεσίας που έχει εκδώσει το έγγραφο, αν αυτή δεν είναι ίδια με την υπηρεσία που το αποστέλλει

γ. τον αριθμό των σελίδων που αποστέλλονται

δ. τα στοιχεία του χειριστή του fax που αποστέλλει το μήνυμα, δηλαδή:
– ονοματεπώνυμο
– ιδιότητα
– αριθμό τηλεφώνου
– αριθμό fax, στην περίπτωση που το fax στο οποίο δέχεται μηνύματα, δεν
συμπίπτει με το fax αποστολής
– υπογραφή

Αν το fax αποστέλλει ο πολίτης το φύλλο αποστολής πρέπει να περιέχει:

α. ονοματεπώνυμο (για φυσικό πρόσωπο) ή επωνυμία (για νομικό πρόσωπο)

β. ταχυδρομική διεύθυνση κατοικίας (για φυσικό πρόσωπο) ή έδρας (για νομικό πρόσωπο)

γ. αριθμό τηλεφώνου ή fax

δ. ημερομηνία έκδοσης του εγγράφου που αποστέλλει

ε. υπόμνηση του αριθμού των σελίδων που αποστέλλονται
στ. υπογραφή του αποστολέα, αν είναι φυσικό πρόσωπο ή τα στοιχεία του χειριστή του fax, αν είναι νομικό πρόσωπο, δηλαδή:
– ονοματεπώνυμο
– ιδιότητα
– αριθμό τηλεφώνου
– αριθμό fax στην περίπτωση πυ το fax στο οποίο δέχεται μηνύματα δεν συμπίπτει με το fax αποστολής – υπογραφή.

Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου όταν προέρχονται από υπηρεσία ή δημόσιο φορέα πρέπει να περιέχουν απαραίτητα:

α. τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αποστολέα και λήπτη
β. τον πλήρη τίτλο της αποστέλλουσας υπηρεσίας
γ. τα στοιχεία προσδιορισμού της ταυτότητας του αποστελλόμενου μηνύματος και συγκεκριμένα:
– θέμα
– ημερομηνία
– αριθμό πρωτοκόλλου, αν υπάρχει
δ. τα στοιχεία του χειριστή που έχει ορισθεί υπεύθυνος για την παρακολούθηση της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, δηλαδή:
– ονοματεπώνυμο
– ιδιότητα
– email.

Όταν τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αποστέλλονται από ιδιώτη, περιέχουν απαραίτητα:

α. ονοματεπώνυμο (για φυσικό πρόσωπο) ή επωνυμία (για νομικό πρόσωπο)

β. ταχυδρομική διεύθυνση κατοικίας (για φυσικό πρόσωπο) ή έδρας (για νομικό
πρόσωπο)

γ. αριθμό τηλεφώνου

δ. υπογραφή του αποστολέα, αν είναι φυσικό πρόσωπο ή τα στοιχεία του χειριστή του e-mail, αν είναι νομικό πρόσωπο, δηλαδή:
– ονοματεπώνυμο χειριστή
– ιδιότητα χειριστή
– αριθμό τηλεφώνου.

Αν στο μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προσαρτώνται και αρχεία δεδομένων αναγράφεται ο χαρακτήρας και τα στοιχεία προσδιορισμού της ταυτότητας των δεδομένων αυτών.
Το μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τεκμαίρεται ότι έχει περιέλθει κανονικά στο λήπτη αν υπάρξει ηλεκτρονική επιβεβαίωση. Σε περίπτωση που τέτοια επιβεβαίωση δεν είναι δυνατή για τεχνικούς λόγους, ο παραλήπτης υποχρεούται, εφόσον μέσα σε εύλογο χρόνο του ζητηθεί από τον αποστολέα, να επιβεβαιώσει τη λήψη του μηνύματος.

– Η εισαγγελική παραγγελία είναι δεσμευτική για τη Διοίκηση μόνο στο πλαίσιο ποινικής δίωξης (προκαταρκτική εξέταση, προανάκριση, κύρια ανάκριση) => Κρίνεται με βάση τον ΚΠοινΔ που κατισχύει του Ν. 2472/1997
– Κατά τα λοιπά, δεσμεύει τη Διοίκηση ως επιτακτική εντολή προς διερεύνηση του αιτήματος => Υποχρέωση της Διοίκησης να δώσει σαφή και αιτιολογημένη απάντηση (θετική ή αρνητική).
– Ο Συνήγορος του Πολίτη υποχρεώνει την δημόσια υπηρεσία να δώσει συγκεκριμένη απάντηση,με βάση το αίτημα του πολίτη.Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν διαμεσολαβεί εάν δεν παρέλθει η εκ του νόμου προβλεπόμενη προθεσμία απάντησης από την Διοίκηση [κατά κανόνα, και αν δεν προβλέπονται ειδικότερες προθεσμίες, η προθεσμία αυτή είναι *πενήντα* (*50) ημέρες*,
σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν. 2690/1999, «Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας»].

Πριν την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής δεν υφίσταται φαινόμενο παράνομης δράσης ή κακοδιοίκησης για την επίλυση του οποίου θα είχε την αρμοδιότητα να παρέμβει η Αρχή. Από τις διατάξεις του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006, ΦΕΚ 114 Α/8.6.2006), συνάγεται ότι κάθε Δήμος είναι αρμόδιος για τη λήψη προληπτικών μέτρων αναγκαίων για τη συντήρηση, διασφάλιση και προστασία των χώρων πρασίνου και των λοιπών υπαίθριων κοινόχρηστων χώρων που εμπίπτουν στην τοπική του αρμοδιότητα, ιδίως δε των δένδρων και δενδροστοιχιών, οφείλοντας, παράλληλα, να μεριμνά για την προστασία της περιουσίας των πολιτών και για την ασφαλή εκ μέρους τους χρήση των κοινοχρήστων χώρων. Είναι βάσιμη η αγωγή κατά Δήμου προς αποκατάσταση θετικής και αποθετικής ζημίας, λόγω της βλάβης και της συνακόλουθης μείωσης της αξίας που προκλήθηκε σε ιδιωτικής χρήσης επιβατηγό αυτοκίνητο από πτώση κλαδιού δένδρου επί αυτού. Αποτελεί υποχρέωση του Δήμου η λήψη προληπτικών μέτρων αναγκαίων για τη συντήρηση, διασφάλιση και προστασία των χώρων πρασίνου και των λοιπών υπαίθριων κοινόχρηστων χώρων που εμπίπτουν στην τοπική του αρμοδιότητα, και υποχρέωσή του να μεριμνά για την προστασία της περιουσίας των πολιτών και για την ασφαλή εκ μέρους τους χρήση των κοινοχρήστων χώρων (ΜΔΠρΠειρ Α 132/2019). Εξάλλου, η απόσπαση ακόμη και ολόκληρων δένδρων σε περίπτωση κακοκαιρίας (δυνατού ανέμου με προηγηθείσες βροχοπτώσεις), δεν μπορεί να θεωρηθεί απρόβλεπτο και αναπόφευκτο γεγονός, αλλά πιθανό, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και δυνάμενο να αποφευχθεί με την καταβολή της επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου (συντήρηση ή κοπή του δένδρου) (ΣτΕ 3098/2015). Υφίσταται ευθύνη του Δήμου ,όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου τους παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης (ΣτΕ 609, 582/2020, 116/2019, βλ. ΣτΕ 2432-2433/2018, 2776/2016, 3793/2014, 4133/2011 επταμ. κ.ά.). Ο κατά τα ανωτέρω παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου πράξης, παράλειψης ή υλικής ενέργειας αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου, χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του (ΣτΕ 1698-1700/2019, 2432- 2433/2018, 2776/2016, 4410/2015 κ.ά.). Απαραίτητη, πάντως, προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημίωσης είναι, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας του δημοσίου οργάνου και της ζημίας που επήλθε. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη αυτής εκ μέρους του οργάνου του Δημοσίου είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικά κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (Σ.τ.Ε. 572, 1184/2013, 523, 2429/2014, 2839/2017, 2112/2019, 300, 582/2020). Αρμόδια είναι τα διοικητικά δικαστήρια, ειδικότερα το Πρωτοδικείο της περιφέρειας που συνέβη το συμβάν, όπου ο πολίτης μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά του δήμου ή της περιφέρειας και να ζητήσει αποζημίωση τόσο για τις υλικές ζημιές και τα τυχόν διαφυγόντα κέρδη, όσο και για την ηθική του βλάβη.

Ωστόσο ορισμένοι δήμοι προσφεύγουν σε εξωδικαστικό συμβιβασμό.

Τη δυνατότητα σε δημότες να αποζημιωθούν με εξωδικαστικό συμβιβασμό για φθορές που έχουν προκληθεί από πτώσεις δέντρων και κλαδιών, δίνει η οικονομική επιτροπή δήμων. Ο δήμος είναι υπεύθυνος και για τα δέντρα που εξέρχονται της ιδιοκτησίας κάποιου και παρεμποδίζουν την ασφαλή διέλευση πεζών και οχημάτων.

Για τους περισσότερους δρόμους την ευθύνη την έχουν οι δήμοι, υπάρχουν και κάποιοι μεγάλοι δρόμοι που η ευθύνη τους ανήκει στην Περιφέρεια. Σύμφωνα με τις ασφαλιστικές εταιρείες, η κάλυψη φυσικών φαινομένων από την ασφαλιστική εταιρεία, καλύπτει ζημιές που θα προκληθούν από τα εξής φυσικά φαινόμενα: καταιγίδα, θύελλα, πλημμύρα, χαλάζι, χιόνι, τυφώνα, λαίλαπα, ανεμοθύελλα, έκρηξη ηφαιστείου, σεισμό, καθώς και από καθίζηση ή κατολίσθηση που προέρχεται μόνο μετά από σεισμό. Το χαλάζι αποτελεί ειδική περίπτωση, που είτε καλύπτεται, είτε είναι εξαίρεση και δεν καλύπτεται, είτε καλύπτεται με κάποια συμμετοχή στη ζημιά.

Στην γενική κάλυψη όμως συμπεριλαμβάνονται και ζημιές που μπορεί να προκληθούν στο αυτοκίνητό μας από πτώση κάποιου δέντρου, στύλου ή κάποιας άλλης σταθερής κατασκευής, εξαιτίας των παραπάνω φυσικών φαινομένων.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης