Πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο της Granada στην Ισπανία κατέδειξε ότι οι περισσότερες γυναίκες που θηλάζουν δεν τρέφονται σωστά. Συγκεκριμένα, δεν καταναλώνουν τις απαραίτητες ποσότητες λίπους, βιταμινών (ιδιαίτερα Βιτ. Α και Βιτ. Ε) και σιδήρου, ενώ λαμβάνουν αρκετά υψηλές ποσότητες πρωτεϊνών.

Ο σκοπός της μελέτης ήταν να αναδείξει τυχόν ανεπάρκειες στην πρόσληψη βασικών συστατικών της διατροφής των γυναικών που θηλάζουν, μετρώντας τα επίπεδα αυτών των συστατικών στο μητρικό γάλα.

Εξετάστηκαν 100 δείγματα γάλακτος από 34 μητέρες, οι οποίες συμπλήρωσαν επίσης ερωτηματολόγιο που αφορούσε στις διατροφικές τους συνήθειες. Τα επίπεδα των διαφόρων θρεπτικών συστατικών που ανευρέθησαν στο μητρικό γάλα εξετάστηκαν σε συνδυασμό με την κατανάλωση τροφών των ερωτηθέντων γυναικών.

Αναλυτικά, το 94% των γυναικών λάμβανε λιγότερες θερμίδες από την προτεινόμενη κατανάλωση. Η υποθερμιδική δίαιτα ήταν κυρίως αποτέλεσμα της ελαττωμένης πρόσληψης λίπους. Επίσης, το 88% δεν λάμβανε την ημερήσια προτεινόμενη ποσότητα Βιτ. Α, και το 99% δεν έπαιρνε την προτεινόμενη ποσότητα Βιτ. Ε. Σχετικά με την πρόσληψη σιδήρου, το 94% των γυναικών υστερούσε συγκριτικά με τις προτεινόμενες ημερήσιες ανάγκες.

Τα παραπάνω αποτελέσματα εμπνέουν ανησυχία, αφού αποδεικνύουν ότι η πλειονότητα των γυναικών που θηλάζουν μπορεί να μην τρέφεται επαρκώς. Βασικά συστατικά του μητρικού γάλακτος, όπως τα πολυακόρεστα λίπη, είναι σημαντικά για τη νοητική ανάπτυξη και την όραση του νεογέννητου.

Επίσης, μπορεί αυτά να προστατεύουν απέναντι σε πολλές αλλεργικές παθήσεις. Αν και οι γυναίκες των μεσογειακών χωρών φαίνεται ότι λαμβάνουν περισσότερα πολυακόρεστα σε σχέση με εκείνες άλλων ευρωπαϊκών χωρών (λόγω κατανάλωσης ελαιόλαδου), είναι εμφανές ότι η σωστή διατροφή κατά τη λοχεία βελτιώνει την ποιότητα του μητρικού γάλακτος και κατ’ επέκταση τη μελλοντική υγεία των βρεφών.


Το άρθρο επιμελήθηκε ο γυναικολόγος μαιευτήρας
Θάνος Παπαθανασίου