Μια άλλη παγίδα στην εκπόνηση της σύγχρονης ιατρικής έρευνας σχετίζεται με την επιλογή του θέματος που πρόκειται να ερευνηθεί. Συμβαίνει, πολλές φορές, το αποτέλεσμα μιας έρευνας να είναι στατιστικά – ή ακόμη και κλινικά – σημαντικό (για επεξήγηση των όρων, βλέπε το 1ο μέρος του άρθρου) αλλά αυτό που αποδεικνύεται με τη έρευνα να μην έχει λογική ή τουλάχιστον δικαιολογημένη ερμηνεία. Αυτό δεν είναι τόσο σπάνιο φαινόμενο στις μέρες μας, αφού η πλειοψηφία των θεμάτων προς έρευνα δεν υπόκειται σε σχολαστικό έλεγχο από ομάδες εμπειρογνωμόνων πριν εγκριθεί η εκπόνηση μιας μελέτης.
Αυτό έχει συχνά το επακόλουθο να επιλέγεται ένα θέμα το οποίο δεν «συνδέεται» νοηματικά με τις προηγούμενες έρευνες. Το τελικό αποτέλεσμα είναι να έχουμε στα χέρια μας μια μελέτη που μας λέει κάτι, αλλά αυτό το κάτι δεν βγάζει και πολύ νόημα. Με άλλα λόγια, λείπει η ιστορία αν και διαθέτουμε στα χέρια μας μια μεμονωμένη παράγραφο.
Τι κρύβεται πίσω από μια τέτοια μεμονωμένη και αποσυνδεδεμένη έρευνα;
Υπάρχουν δύο πιθανά σενάρια:
Το πρώτο σενάριο είναι ότι η συγκεκριμένη έρευνα είναι η πρώτη στο γράψιμο μιας νέας ιστορίας. Ότι δηλαδή υπάρχει μια μεγάλη επιστημονική αλήθεια που δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί, της οποίας το πρώτο κεφάλαιο μόλις βγήκε στην επιφάνεια μέσω της συγκεκριμένης μελέτης.
Στην περίπτωση αυτή, δεν είναι παράξενο που δεν υπάρχει συνοχή ή καλή ερμηνεία για τα ευρήματα της μελέτης, αφού είναι η πρώτη έρευνα στο συγκεκριμένο θέμα που ερευνάται. Τέτοιες μελέτες στην αρχή αντιμετωπίζονται κριτικά, αν και με το πέρασμα του χρόνου αναγνωρίζονται ως πρωτοποριακές και μοναδικές για την πρόοδο της επιστήμης.
Το άλλο, λιγότερο καλό σενάριο, είναι δυστυχώς και το συχνότερο. Η μελέτη όντως κατέληξε σε ευρήματα, το οποία όμως δεν αποτελούν τα πρώτα βήματα στην αναγνώριση μια ευρύτερης επιστημονικής αλήθειας.
Τα ευρήματα στην περίπτωση αυτή είναι συνήθως πλασματικά. Μπορεί να συνετέλεσε η στατιστική μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε, η επιλογή των ατόμων που μελετήθηκαν, το μέγεθος του δείγματος που μελετήθηκε κ.ο.κ. Τέτοιες μελέτες είναι γενικά αντιπαραγωγικές, αφού δημιουργούν σύγχυση και άκαρπο προβληματισμό. Επιπλέον, συχνά καταλήγουν να αποπροσανατολίζουν την κατεύθυνση της μελλοντικής έρευνας.
Αν χρησιμοποιήσουμε το παράδειγμα της ασπιρίνης-μυωπίας (βλέπε 1ο μέρος), το εύρημα ότι η ασπιρίνει προστατεύει από τη μυωπία μπορεί να εξηγηθεί με 2 τρόπους: είτε ο μηχανισμός για το πώς η ασπιρίνη επιδρά στο φακό του ματιού δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί – και πρόκειται να ανακαλυφθεί στο μέλλον – είτε ότι τα ευρήματα της μελέτης δεν είναι σωστά και, συνεπώς, δεν ανταποκρίνονται στη επιστημονική αλήθεια.
Συμπερασματικά, δεν αρκεί μια ιατρική έρευνα να βρίσκει αποτελέσματα. Είναι σημαντικό τα αποτελέσματα αυτά να έχουν νόημα, αλλοιώς είναι δύσκολο έως αδύνατο να εκτιμηθούν.
Μαιευτήρας Γυναικολόγος
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Λονδίνου
Διαβάστε επίσης: Γονιμότητα: Η «κακοποίηση» της ιατρικής έρευνας (1ο μέρος)
Πρώτη καταχώρηση: Πέμπτη, 17 Νοεμβρίου 2011, 15:48
