Βαριά η ατμόσφαιρα στη δίκη για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι με τους μάρτυρες να καταγγέλλουν την ανυπαρξία του κράτους τις κρίσιμες εκείνες στιγμές όπου οι άνθρωποι αβοήθητοι προσπαθούσαν να ξεφύγουν από την πύρινη λαίλαπα.

Ο 92χρονος Χρήστος Πολίτης περιέγραψε πώς κατάφερε να φύγει από το φλεγόμενο σπίτι του στη Λεωφόρο Μαραθώνος. Δυστυχώς, η 78χρονη σύζυγος του δεν πρόλαβε, καθώς παγιδεύτηκε στις φλόγες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Δεν κατάφερα να πάω ούτε στην κηδεία της», είπε έντονα φορτισμένος ο μάρτυρας, ο οποίος εξήγησε πως νοσηλεύτηκε, καθώς είχε υποστεί εκτεταμένα εγκαύματα.

Ο 92χρονος, ο οποίος μπήκε στη δικαστική αίθουσα υποβασταζόμενος, χρειάστηκε να περπατήσει 1,5 χιλιόμετρο, ενώ η φωτιά έκαιγε γύρω του, προκειμένου να φτάσει στη θάλασσα όπου στη συνέχεια τον βοήθησε, όπως είπε, ένας πυροσβέστης. Ο ίδιος αυτός πυροσβέστης, που βρίσκεται ανάμεσα στους κατηγορουμένους, ακούγοντας την περιγραφή του περιστατικού από την κόρη του μάρτυρα λίγο νωρίτερα σηκώθηκε συγκινημένος από το εδώλιο, λέγοντας: «Εγώ τον συνέλεξα τον κ. Πολίτη. Με συγχωρείτε για τη διακοπή. Συγκινήθηκα τώρα. Ζει ε; Τον είχα μαζέψει εγώ, ήταν κρυμμένος. Φοβόταν».

Ο κατηγορούμενος μετά την ολοκλήρωση της κατάθεσης του μάρτυρα τον πλησίασε και για λίγα λεπτά μίλησε μαζί του, αλλά και με την κόρη του.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο 92χρονος στην κατάθεσή του, εξέφρασε το παράπονό του στους δικαστές για την πολιτεία. «Έχω παράπονο θα μπορούσε το κράτος να βοηθήσει αντί να μου ζητάει 20 χαρτιά για να ξαναφτιάξω το σπίτι μου. Ευτυχώς δεν είμαι στο δρόμο γιατί με προστατεύουν τα παιδιά μου», είπε, με την πρόεδρο με τη σειρά της να του λέει: «Ευχαριστούμε που ήρθατε».

Ο Χρήστος Πολίτης περιέγραψε πως ο ίδιος και η σύζυγος του αιφνιδιάστηκαν από τη φωτιά, η οποία μέσα σε πέντε λεπτά τους πλησίασε. «Είμαι εγώ και η γυναίκα μου, η συγχωρεμένη η Ευγενία, οδοντίατρος», κατέθεσε και ζήτησε συγνώμη για τη συγκίνησή του. «Ήταν μια τραγωδία. Δεν ήταν η ακίνητη περιουσία, αλλά οι άνθρωποι που χάσαμε… Αλλά και εμείς που μείναμε δεν είμαστε αλώβητοι… Ο άνθρωπος που σας μιλάει έχει εγκαύματα τρίτου βαθμού. Ήμουν καμένος ο μισός».

Ο μάρτυρας περιέγραψε πως η φωτιά τους «κουλούριασε» και για το λόγο αυτό η σύζυγός του, η οποία βρισκόταν δίπλα στο σπίτι, δεν κατάφερε να βγει. «Δεν μπορώ να πω τίποτα περισσότερο από το μεγάλο πόνο. Οι άνθρωποι δεν γυρίζουν. Αυτός είναι ο μεγάλος καημός που θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί. Δεν βοηθηθήκαμε, δεν υπήρχε κανένα σχέδιο, το κράτος ήταν ανύπαρκτο», είπε κάνοντας μια μεγάλη παύση με τον κατηγορούμενο πυροσβέστη να σηκώνεται από τη θέση του και να του δίνει ένα μπουκαλάκι νερό.

«Δεν είδα περιπολικά, πυροσβεστικά, σειρήνες. Δεν υπήρχε κινητοποίηση»

Η Αλεξάνδρα Νιτσοτόλη, η οποία έχασε τη μητέρα της στην πυρκαγιά, είπε: «Ήταν μόνη της και μου ζήτησε να γυρίσω σπίτι. Όταν μπήκα στη Μαραθώνος δεν είδα περιπολικά, πυροσβεστικά, σειρήνες. Δεν υπήρχε κινητοποίηση. Ούτε εναέρια μέσα άκουσα. Κάποια στιγμή μίλησα μαζί της και μου είπε: “Κλείσε, κλείσε, να προλάβω να ντυθώ να φύγω”. Και αυτή ήταν η τελευταία συνομιλία που είχα με τη μαμά μου».

Επιστρέφοντας στο σπίτι της, τράκαρε το αυτοκίνητο της κάποιος και μπήκε σε ένα άλλο αυτοκίνητο μάλλον πυροσβεστικό. Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ αποπνικτική. «Μπήκα στο ξενοδοχείο κοντά στη θάλασσα. Και εκεί η κατάσταση ήταν κατάσταση πανικού. Βγήκα να δω τι γίνεται και οι δύο κολπίσκοι ήταν γεμάτοι από κόσμο. Μετά στο ξενοδοχείο είπαν η φωτιά πέρασε τη Μαραθώνος πρέπει να εκκενώσουμε. Η λογική η δική μου λέει ότι πρέπει να πάω στη Νέα Μάκρη. Με οτοστόπ πήγα στη Νέα Μάκρη. Ο Γολγοθάς μου ήταν να συνεχίσω να ψάχνω να βρω τη μαμά μου. Τα τηλεφωνήματα ήταν συνεχή… Δεν μπορούσα να βρω πουθενά τη μαμά μου. Μετά με φιλικά πρόσωπα γυρίσαμε σπίτι για να βρω τη μαμά μου. Είδα το αυτοκίνητο ολοσχερώς καμένο. Πλησιάζω τρέμοντας…. Δεν ήταν στο σπίτι. Φεύγουμε ξανά γιατί υπήρχαν και άλλες εστίες φωτιάς. Στη διάρκεια της νύχτας γυρίσαμε ξανά. Οι συγγενείς μου είχαν πάει σε όλα τα εφημερεύοντα νοσοκομεία. Μετά πήγα στο λιμάνι της Ραφήνας και περίμενα τις βάρκες μήπως βρω τη μητέρα μου. Το χάραμα πήγα στο σπίτι ξανά όπου είχα πάει άλλες τρεις φορές όλο το βράδυ. Εκεί βρήκα τη μαμά μου».

«Οι φορείς δεν αντιμετώπισαν την κατάσταση ως έπρεπε»

Ο Σάββας Παπαϊωάννου, ο οποίος έχασε τον αδελφό και τη νύφη του, ανέφερε: «Από την πυρκαγιά έχασε τη ζωή του ο αδελφός μου και η σύζυγός του, σώθηκε το παιδί τους. Είχε κινητικά προβλήματα. Δεν είχε καμία βοήθεια για τη διαφυγή του. Η κόρη του, η Άρτεμις σώθηκε γιατί της είπε η μητέρα της να τρέξει. Η μητέρα της έμεινε πίσω για να βοηθήσει τον αδελφό μου. Ο αδελφός μου έχασε τη ζωή του αμέσως, η σύζυγός του 20 μέρες μετά, επειδή είχε εγκαύματα τρίτου βαθμού σε όλο το σώμα και προδόθηκε από την καρδιά της. Δεν υπήρχε ενημέρωση για εκκένωση ώστε να μπορέσει ο κόσμος να διαφύγει.

Στις 23 Ιουλίου έχουμε το εξής. Υπήρχε η πυρκαγιά στην Κινέτα και η Ανατολική πλευρά της Αττικής έμεινε εύθραυστη και ανοχύρωτη. Οι φορείς δεν αντιμετώπισαν την κατάσταση ως έπρεπε».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης