Ανταπόκριση από Στρασβούργο – Νίκος Ρούσσης

Ομόφωνα, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με απόφασή της στην υπόθεση Molla Sali κατά Ελλάδας (αίτηση αριθ. 20452/14), καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 14 της Σύμβασης, βάσει του οποίου απαγορεύονται οι διακρίσεις και για παραβίαση του δικαιώματος της περιουσίας.
Η απόφαση του Δικαστηρίου, εκτός του γεγονότος ότι δικαιώνει την προσφεύγουσα, που ζήτησε εφαρμογή του ελληνικού νόμου και όχι της Σαρία, στην περίπτωση διεκδίκησης της κληρονομιάς από τον αποθανόντα σύζυγο της, αποτελεί και ηχηρό «χαστούκι» στην ελληνική Δικαιοσύνη που, σε ανώτατο βαθμό, είχε αποφασίσει τα αντίθετα.

Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η διαφορετική μεταχείριση που υπέστη η Molla Sali ως

δικαιούχος διαθήκης, που καταρτίστηκε βάσει του αστικού κώδικα από Έλληνα συμβολαιογράφο, δεν ήταν αντικειμενικά και εύλογα αιτιολογημένη.
Το Δικαστήριο υπογραμμίζει στην απόφασή του ότι η θρησκευτική ελευθερία δεν απαιτεί από τα συμβαλλόμενα κράτη να δημιουργήσουν ένα συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο προκειμένου να παρασχεθεί στις θρησκευτικές κοινότητες ειδικό καθεστώς και συγκεκριμένα προνόμια.
Εντούτοις, διευκρινίζεται στην απόφαση, ένα κράτος που είχε δημιουργήσει ένα τέτοιο καθεστώς έπρεπε να εξασφαλίσει ότι τα κριτήρια που θεσπίστηκαν για το δικαίωμα της ομάδας σε αυτό εφαρμόστηκαν χωρίς διακρίσεις, χωρίς να αρνείται στα μέλη μιας θρησκευτικής μειονότητας το δικαίωμα να επιλέξουν και να ωφεληθούν οικειοθελώς από το κοινό δίκαιο, γεγονός που συνιστά όχι μόνο διακριτική μεταχείριση, αλλά και παραβίαση δικαιώματος
πρωταρχικής σημασίας στον τομέα της προστασίας των μειονοτήτων, δηλαδή του δικαιώματος ελεύθερης αυτοδιάθεσης.
Το Δικαστήριο σημειώνει ακόμη ότι, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα στην Ευρώπη η οποία, μέχρι την εποχή των γεγονότων, είχε εφαρμόσει το νόμο της Σαρία σε ένα τμήμα των πολιτών της ενάντια στις επιθυμίες τους.
Αυτό ήταν ιδιαίτερα προβληματικό στην προκειμένη περίπτωση, διότι η εφαρμογή του νόμου της Σαρία είχε οδηγήσει σε μια κατάσταση που ήταν επιζήμια για τα ατομικά δικαιώματα μιας χήρας που είχε κληρονομήσει το κτήμα του συζύγου της, σύμφωνα με τους κανόνες του αστικού δικαίου και η οποία βρέθηκε τότε σε νομική κατάσταση η οποία ούτε η ίδια ούτε ο σύζυγός της επιδίωξαν.
Το «στόρι»

Η προσφεύγουσα, Chatitze Molla Sali, είναι Ελληνίδα υπήκοος που γεννήθηκε το 1950, ζει στην Κομοτηνή και μετά τον θάνατο του συζύγου της κληρονόμησε ολόκληρη την περιουσία του, με βάση μία διαθήκη που συνέταξε εν πλήρει διαύγεια προτού «φύγει».
Οι δύο αδελφές του, όμως, με το επιχείρημα ότι ο αποθανών ανήκε στην Μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, προσέφυγαν στα ελληνικά δικαστήρια, ισχυριζόμενες ότι, τα της κληρονομιάς υπάγονταν στην δικαιοδοσία του Μουφτή και έπρεπε να ρυθμισθούν με βάση τον Ισλαμικό Νόμο και όχι με βάση τις διατάξεις του ελληνικού αστικού κώδικα.

Προς ενίσχυση των ισχυρισμών τους, μάλιστα, επικαλέσθηκαν τις Συνθήκες των Σεβρών και της Λωζάννης, με βάση τις οποίες, όπως υποστήριξαν ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων, στους Έλληνες πολίτες που είναι μουσουλμάνοι θα πρέπει να εφαρμόζεται ο ισλαμικός νόμος!
Οι ισχυρισμοί τους απορρίφθηκαν από τα ελληνικά δικαστήρια και στο Εφετείο αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας ακύρωσε αυτές τις αποφάσεις και συνέστησε να επανεξετασθεί η υπόθεση από εφέτη, με το σκεπτικό ότι τα ζητήματα κληρονομιάς, εντός της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης, θα πρέπει να ρυθμίζονται από τον ισλαμικό θρησκευτικό νόμο και όχι από την ελληνική νομοθεσία.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και το Ανώτατο Εφετείο, αποφασίζοντας ότι ο νόμος που έπρεπε να εφαρμοσθεί για την κληρονομιά του αποθανόντος συζύγου της Sali, ήταν ο ισλαμικός θρησκευτικός νόμος και όχι η σχετική ελληνική νομοθεσία.
Η Sali, αναζητώντας δικαίωση, προσέφυγε στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου στις 5 Μαρτίου 2014 και το περιεχόμενο της προσφυγής της, κοινοποιήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση στις 23 Αυγούστου 2016 με ερωτήσεις του Δικαστηρίου, που άγνωστο παραμένει αν και πως απαντήθηκαν.

Στην προσφυγή της η θιγείσα κληρονόμος υποστηρίζει πως στην περίπτωση της, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 14 της Σύμβασης Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για απαγόρευση των διακρίσεων, παραβίαση του δικαιώματος σε ακρόαση και του σχετικού άρθρου της Σύμβασης για την προστασία της ιδιοκτησίας και υπογράμμισε ότι «Εφαρμόζοντας, στην περίπτωση μου, το ισλαμικό θρησκευτικό δίκαιο και όχι την ελληνική νομοθεσία του Αστικού Κώδικα, οι ελληνικές δικαστικές αρχές μου στερούν τα ¾ της κληρονομιάς που μου άφησε ο σύζυγος μου».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης