Τριγμούς και αλλεπάλληλες «δονήσεις» αναμένεται να προκαλέσει στα ελληνικά νοικοκυριά η νέα απαίτηση των κλιμακίων της τρόικας που μεταξύ άλλων ζητά την υποχρεωτική ασφάλιση όλων των ακινήτων για φυσικές καταστροφές (σ.σ.: σεισμούς, πλημμύρες, πυρκαγιές).
Οι οχλήσεις προς την κυβέρνηση για το θέμα έχουν ξεκινήσει, σύμφωνα με πληροφορίες, από την περασμένη άνοιξη, με τους εκπροσώπους των δανειστών μας να προβάλλουν το επιχείρημα ότι επιβαρύνεται κάθε χρόνο ο προϋπολογισμός με πρόσθετα και μη αναμενόμενα κονδύλια, λόγω των χρηματοδοτήσεων για την αποκατάσταση ακινήτων, ύστερα από φυσικές καταστροφές.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, μετά την ενημέρωσή τους για τις συνέπειες του πρόσφατου σεισμού στη Φθιώτιδα, επανέφεραν στο προσκήνιο την υποχρεωτική ασφάλιση των ακινήτων, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι κρατικές αποζημιώσεις.
Όμως, σε μία περίοδο κατά την οποία τα ελληνικά νοικοκυριά είναι ήδη επιβαρημένα, η πιθανή υποχρεωτική ασφάλιση των ακινήτων θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις, καθώς κάτι τέτοιο μεταφράζεται σε περίπου 100-150 ευρώ ανά ακίνητο αξίας 100.000 ευρώ σε ετήσια βάση. Σημειώνεται ότι σήμερα μόλις το 15% των κατοικιών είναι ασφαλισμένο στη χώρα μας και αυτό, λόγω των πολλών δανείων που συνήφθησαν, την τελευταία δεκαετία και τα οποία επιβάλλουν την υποχρεωτική ασφάλιση.
Η λογική της υποχρεωτικής ασφάλισης του ακινήτου στηρίζεται στο μοντέλο της υποχρεωτικής ασφάλισης οχημάτων για αστική ευθύνη. Το επιχείρημα που υπαγορεύει την επέκτασή του και στην αγορά ακινήτου είναι η αδυναμία του κράτους να αποζημιώσει τους παθόντες στην περίπτωση ενός απρόσμενου γεγονότος, όπως είναι ο σεισμός ή η πυρκαγιά, όπου οι συνέπειες είναι γενικευμένες.
Ευρωπαϊκό μοντέλο
Αξίζει να σημειωθεί πως στην περίπτωση του μεγάλου σεισμού στην Αθήνα το 1999, οι ζημιές υπολογίστηκαν στα 3 δισεκατομμύρια ευρώ από τα οποία η κρατική συμμετοχή ήταν περίπου στα 800 εκατ. ευρώ.