Το πρωί της Τρίτης (12/12) ο 61χρονος συζυγοκτόνος οδηγήθηκε στα Δικαστήρια, προκειμένου να απολογηθεί για τη δολοφονία της συζύγου του στις 31 Ιουλίου 2022 στο Άνω Μαλάκι Ρεθύμνου, ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Χανίων.

Η ακροαματική διαδικασία, άρχισε στις 9 το πρωί και αναμένεται να λάβει τέλος αργά το μεσημέρι με την ετυμηγορία του δικαστηρίου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Υπενθυμίζεται ότι κατά τη χθεσινή ακροαματική διαδικασία κατέθεσε αρχικά ο αστυνομικός της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Ρεθύμνου, που ερεύνησε το σπίτι του ζευγαριού στο Άνω Μαλάκι, λίγο μετά την παράδοση του δράστη στις Αρχές.

«Υπήρχαν παντού αίματα, ακόμα και στις σκάλες του σπιτιού», είπε, μεταξύ άλλων.

Σύμφωνα ωστόσο με τον αστυνομικό, ματωμένα ρούχα στον τόπο του εγκλήματος δε βρέθηκαν.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η απολογία του 61χρονου από το Ρέθυμνο

«Ζητώ συγνώμη από το δικαστήριο, τα κοπελιά μου και τα αδέλφια μου. Θα ήθελα να είμαι στη θέση της κι αυτή στη δικιά μου. Μέρα-νύχτα αυτό με βασανίζει.

Εκείνη επέστρεψε στο σπίτι την τελευταία φορά, την καλωσόρισα κι εκείνη μου είπε “φύγε από μπροστά μου”. Πήγε και φίλησε το παιδί, πλύθηκε κι ύστερα πήρε ένα μαξιλάρι και μου το πέταξε στον καναπέ. Γύρισα στο δωμάτιο να πάρω ένα σεντόνι και μου μίλησε πάλι άσχημα. Έλεγε ψέματα στις αδελφές της και τα παιδιά πως της φερόμουν άσχημα κι ότι με το ζόρι είχαμε σεξουαλική σχέση. 

Εγώ τη λάτρευα ό,τι κι αν μου έλεγε. Δεν είχα τη δύναμη να τη στεναχωρήσω.  

Το πρωί έφυγα και πήγα στα πρόβατα. Το βράδυ δεν ήξερα αν θα γυρίσει. Ήταν τελικά στο σπίτι και μαγείρευε. Μου έκανε ένα καφέ και συζητούσαμε διάφορα.  Κάτσαμε μαζί δυόμισι ώρες. Μετά ήρθε το Λευτεράκι κι έβαλε στο παιδί να φάει. Ήρθε για λίγο και ο Σήφης. 

Της είπε το παιδί να μαγειρέψει και την επόμενη κι εγώ ενθουσιάστηκα. Έβγαλα ένα λαγό από τον καταψύκτη και πήρα ένα μαχαίρι από έξω για να κόψω τυρί.  Άφησα το μαχαίρι πάνω στον πάγκο. Εκείνη έπλενε τα δόντια της. Στη συνέχεια πήγε πάλι και μου έφερε ένα μαξιλάρι κι ένα σεντόνι. Το πρωί τα άφησα εκεί κι έφυγα να πάω στα ζώα. 

Γύρισα για να κόψω το τυρί. Κάθισα και μου έφερε ένα τοστ, αν κι εγώ ποτέ δεν τρώω τοστ. Έβαλε φαγητό στο Λευτεράκι και το παιδί έφυγε. Ύστερα άρχισε να μου λέει διάφορα. Πήρε το τοστ αφού δεν το έτρωγα. Μου είπε ότι κάθε μέρα πάει και με άλλον, όπως η αδερφή μου, αλλά ότι δεν θα τον πάρω ποτέ χαμπάρι. Μου πέταξε ύστερα το πιάτο με το τοστ. Της είπα τι είναι αυτά που κάνεις; Με έπιασε και με λύγισε. Φοβήθηκα γιατί ήταν μια γυναίκα δύο μέτρα. Πήρα το μαχαίρι κι έγινε ό,τι έγινε. Τα έχασα. Θόλωσε ο νους μου. Δεν ήξερα τι έκανα». 

Έχασα τον κόσμο. Δεν αισθανόμουνα τι έκανα. Ήταν κακή ώρα. Κακή στιγμή και με κατάστρεψε.  Εγώ ποτέ δεν την είχα χτυπήσει.  Σηκώθηκα και δεν ήξερα ούτε που βρισκόμουν.  

Είπα: Τι έκανες, Γεωργία; Φωτιά έβαλες στο σπίτι και διαλύσαμε.

Φορούσα πιτζάμες και φανελάκι. Ήθελα να πάω να παραδοθώ στην αστυνομία.  Σκουπίστηκα  με τη φανέλα, άλλαξα ρούχα και έφυγα. Στο δρόμο πήρα τηλέφωνο τον αδερφό μου», είπε στην απολογία του ο 61χρονος.

Πηγή: neakriti.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης