Η επιτραπέζια ζάχαρη ή σουκρόζη αποτελείται από γλυκόζη και φρουκτόζη, δύο γνωστούς σε όλους μας μονοσακχαρίτες, και ανήκει στην κατηγορία των απλών υδατανθράκων. Οι υδατάνθρακες επιτελούν σημαντικό ρόλο στον οργανισμό μας, αφού χρησιμοποιούνται ως άμεση πηγή ενέργειας.
Στην πραγματικότητα, η προτίμηση στη γλυκιά γεύση έχει τις ρίζες της στα γονίδιά μας. Η συμπάθεια στη γλυκιά γεύση είναι γενετικά προκαθορισμένη και αποτελεί έναν πιθανό μηχανισμό επιβίωσης που χρησιμοποιούμε από μικρή ηλικία και μας προφυλάσσει από βλαβερές ουσίες, οι οποίες συνήθως έχουν πικρή γεύση. Αυτός είναι και ο λόγος που συμπαθούμε οποιοδήποτε γλυκό τρόφιμο.
Το γάλα, για παράδειγμα, το πρώτο τρόφιμο που καταναλώνουμε ως βρέφη, έχει από τη φύση του γλυκιά γεύση. Σε καμία όμως περίπτωση δεν τίθεται θέμα εθισμού. Όλες οι έρευνες μέχρι σήμερα δείχνουν πως δεν υπάρχουν εθιστικά τρόφιμα, ενώ ο μύθος του εθισμού από τη ζάχαρη έχει καταρριφθεί από πολυάριθμες μελέτες που δείχνουν πως δεν υπάρχει καμία ένδειξη που να επιβεβαιώνει τη σχέση εθισμού στη ζάχαρη, τόσο σε υγιή άτομα όσο και σε άτομα με διατροφικές διαταραχές.
Τι είναι αυτό που κάνει τη ζάχαρη τόσο ελκυστική; Συνήθως ο λόγος που αναζητάμε τη γλυκιά γεύση της ζάχαρης δεν έχει να κάνει τόσο με τη γεύση της όσο με τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε απέναντι στο φαγητό.
Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν συνδέσει τη γλυκιά γεύση με ευχάριστες καταστάσεις και συναισθήματα από πολύ μικρή ηλικία. Όταν λοιπόν νιώθουν κάτι δυσάρεστο, προσπαθώντας να αλλάξουν αυτό το συναίσθημα, οδηγούνται αυτοματοποιημένα στην κατανάλωση κάποιου γλυκού. Αυτή αποτελεί μια μαθημένη γνωστική διαδικασία, η οποία μπορεί να ανατραπεί, αν, πριν απλώσουμε το χέρι μας στην πρόσκαιρη γευστική απόλαυση, αναρωτηθούμε αν το έχουμε πραγματικά ανάγκη.
Συμπερασματικά, δεν υπάρχουν τρόφιμα που προκαλούν εθισμό. Αυτό που διαφέρει είναι ο τρόπος με τον οποίο σκεφτόμαστε και συμπεριφερόμαστε απέναντι στο φαγητό, ο οποίος καθορίζει και το πόσο συχνά, τι είδους τρόφιμα καταναλώνουμε και σε τι ποσότητες.
Πηγή: Prevention
