Τη σύσταση των ΗΠΑ να σταματήσει η ανοικοδόμηση νέου εβραϊκού οικισμού στην ανατολική Ιερουσαλήμ, απέρριψε σήμερα ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Benjamin Netanyahu, δηλώνοντας ότι δε δέχεται εντολές από κανένα.
«Δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι Εβραίοι δεν έχουν το δικαίωμα να ζουν και να αγοράζουν σπίτια οπουδήποτε στην Ιερουσαλήμ», είπε ο Netanyahu, χαρακτηρίζοντας την ιερή πόλη, ενιαία πρωτεύουσα του Ισραήλ, κάτι που δεν αναγνωρίζεται διεθνώς.
«Φαντάζομαι τι θα συνέβαινε αν κάποιος έλεγε ότι Εβραίοι δεν μπορούν να ζήσουν σε κάποιες γειτονιές της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου, του Παρισιού ή της Ρώμης. Θα προκαλούσε σίγουρα μεγάλη διεθνή κατακραυγή», πρόσθεσε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, μιλώντας σε δημοσιογράφους κατά την εβδομαδιαία συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Αντιδρώντας σε αυτές τις δηλώσεις, ο επικεφαλής των Παλαιστινίων διαπραγματευτών δήλωσε ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι οικισμοί και ειρήνη είναι δύο πράγματα παράλληλα που δε συναντώνται.
Εν τω μεταξύ, ο δήμος της Ιερουσαλήμ έδωσε άδεια για την οικοδόμηση του οικισμού στην τοποθεσία Σέιχ Τζάραχ, η οποία κατακτήθηκε από το Ισραήλ μετά τον πόλεμο του 1967. Μέχρι τότε ήταν ιορδανικό κράτος.
Οι εργασίες χρηματοδοτούνται από έναν Αμερικανοεβραίο εκατομμυριούχο, χορηγό εβραϊκών υπερεθνικιστικών οργανώσεων, ο οποίος αγόρασε την έκταση από το ισραηλινό κράτος το 1985. Ο ίδιος έχει χρηματοδοτήσει και την οικοδόμηση εβραϊκού οικισμού στην καρδιά της παλαιστινιακής συνοικίας Ρας ελ Αμούντ στην Ιερουσαλήμ, έργο που ολοκληρώθηκε παρά τις αμερικανικές αντιδράσεις.
Οι Παλαιστίνιοι έχουν καταγγείλει ως παράνομη την ιδιοκτησία, λέγοντας ότι η έκταση ανήκε σε πρώην μεγάλο μουφτή της Ιερουσαλήμ. Το Ισραήλ προσάρτησε την ανατολική Ιερουσαλήμ και κήρυξε ολόκληρη την πόλη πρωτεύουσά του μετά τον πόλεμο του 1967. Στο πλαίσιο του εποικισμού της ανατολικής Ιερουσαλήμ, 190.000 Ισραηλινοί έχουν εγκατασταθεί σε εβραϊκούς οικισμούς του ανατολικού τομέα της πόλης, όπου ζουν 270.000 Παλαιστίνιοι.
