Όπως συνηθίζεται πλέον από τα μεγαλύτερα ονόματα της διεθνούς πολιτικής, ο Μάνφρεντ Βέμπερ δεν ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, αλλά μέσω Twitter, λίγο μετά την έναρξη συνεδρίασης της Κ.Ο. του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ).
«Η Ευρώπη χρειάζεται περισσότερη δημοκρατία», τονίζει ο Βέμπερ. Το πρώτο tweet έγινε στα αγγλικά, το δεύτερο στα γερμανικά, το επόμενο στα γαλλικά. Ο ίδιος μιλάει αρκετά καλά αγγλικά, αλλά όχι γαλλικά. Κάποιοι πιστεύουν ότι αυτό είναι και το μεγάλο μειονέκτημά του, γιατί μέχρι σήμερα όλοι οι πρόεδροι της Κομισιόν μιλούσαν, εκτός από τη μητρική τους γλώσσα, άψογα αγγλικά και γαλλικά.
Από το 2014 ο Μάνφρεντ Βέμπερ είναι επικεφαλής της Κ.Ο. του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, δηλαδή της Κεντροδεξιάς, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Θεωρείται πολιτικός χαμηλών τόνων, ο οποίος αναζητεί τη σύγκλιση και όχι τη σύγκρουση και με αυτή τη μέθοδο διατηρεί τη συνοχή μίας πολυσυλλεκτικής πολιτικής οικογένειας, της μεγαλύτερης του Κοινοβουλίου, η οποία περιλαμβάνει από εθνολαϊκιστές Ούγγρους έως φιλελεύθερους Βέλγους. Ωστόσο πολλές φορές ο Βέμπερ, με τις έντονα φιλο-ευρωπαϊκές του απόψεις, βρέθηκε να εκφράζει διαφορετικές θέσεις από το ίδιο του το κόμμα στη Γερμανία, τους Βαυαρούς Χριστιανοδημοκράτες (CSU). Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν του είχε επιτραπεί να ηγηθεί του ευρω-ψηφοδελτίου του CSU το 2014. Στο προσφυγικό ζήτημα πάντως, ελίχθηκε με επιδεξιότητα ανάμεσα στις μετριοπαθείς θέσεις της Άνγκελα Μέρκελ και την αυστηρή γραμμή του υπουργού Εσωτερικών και προέδρου του CSU Χορστ Ζέεχοφερ. Τελικά κατάφερε να κρατήσει στην ομάδα τους έντεκα Ούγγρους ευρωβουλευτές του κυβερνώντος κόμματος Fidesz.
Στα ηγετικά κλιμάκια του βαυαρικού CSU ο Μάνφρεντ Βέμπερ έχει εδραιωθεί. Για τα επόμενα βήματα έχει εξασφαλίσει την υποστήριξη της Άνγκελα Μέρκελ, χωρίς την οποία δεν θα είχε ελπίδες να διεκδικήσει το «χρίσμα» του ΕΛΚ. Λέγεται ότι η Άνγκελα Μέρκελ έχει ήδη συμφωνήσει με τον Γάλλο πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν να αναδειχθεί το 2019 ένας Γερμανός στην προεδρία της Κομισιόν και ένας Γάλλος στο τιμόνι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Η ίδια πάντως δεν έχει εκφράσει επίσημη θέση για το ζήτημα αυτό. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει βέβαια ο Βέμπερ, όπως και άλλοι πολιτικοί που δραστηριοποιούνται στις Βρυξέλλες, είναι ότι δεν τον γνωρίζουν πολλοί ψηφοφόροι στη Φινλανδία, στην Κύπρο ή και στην ίδια τη Γερμανία. Επιπλέον, ιδιαίτερα στα μικρότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε., υπάρχουν ενδοιασμοί για το εάν θα ήταν καλή ιδέα να αναλάβει Γερμανός την προεδρία της Κομισιόν. Από το 1967, όταν έληξε η θητεία του Βάλτερ Χάλσταιν, κανένας Γερμανός δεν βρέθηκε σε αυτό το αξίωμα. Ακόμη και ο Χάλσταιν είχε αποφύγει να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα, μετά από γαλλικές πιέσεις.
Ένα άλλο ζήτημα είναι πώς θα αντιδράσει στην υποψηφιότητα Βέμπερ η Ιταλία. Είναι γνωστό ότι τόσο η Λέγκα, όσο και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, τα δύο κόμματα που κυβερνούν από κοινού στη Ρώμη, αποδίδουν στη Γερμανία και στην Άνγκελα Μέρκελ την ευθύνη για όλες τις κακοδαιμονίες στην Ευρώπη. Σε κάθε περίπτωση ο μηχανικός και επιχειρηματίας Μάνφρεντ Βέμπερ, παλαιότερα πρόεδρος της νεολαίας του CSU και από το 2004 ευρωβουλευτής, έχει ακόμη μακρύ δρόμο μπροστά του εάν θέλει να επιτύχει τον στόχο του. Το πρώτο βήμα θα είναι να αναδειχθεί υποψήφιος της πολιτικής του ομάδας στο επόμενο συνέδριο του ΕΛΚ τον Νοέμβριο στο Ελσίνκι. Θεωρείται πολύ πιθανό να βρει απέναντί του και άλλους υποψηφίους για το χρίσμα, για παράδειγμα τον Γάλλο διαπραγματευτή του Brexit Μισέλ Μπαρνιέ, τον πρώην πρωθυπουργό της Φινλανδίας Αλεξάντερ Στουμπ ή τον πρώην πρωθυπουργό της Ιρλανδίας Έντα Κένυ.
Πηγή: Deutsche Welle