Ο Φρειδερίκος Νίτσε είναι ένα από τα πιο εμβληματικά πρόσωπα στη φιλοσοφία του 19ου αιώνα. Η ρηξικέλευθη σκέψη του αμφισβήτησε τις περισσότερες από τις καθιερωμένες παραδοχές και άσκησε τεράστια επίδραση στα φιλοσοφικά ρεύματα του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα.

Μοναχικός και αβόλευτος, ο Νίτσε γεννήθηκε το 1844 στο Ρέκεν, έκανε λαμπρές σπουδές φιλοσοφίας και φιλολογίας στη Βόννη και στη Λειψία και άρχισε να διδάσκει κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας. Σύντομα, όμως, προκάλεσε σύσσωμο το ακαδημαϊκό κατεστημένο της εποχής του, αναγκάστηκε να βάλει τέλος στην πανεπιστημιακή του καριέρα και πέθανε σε ηλικία 56 ετών στη Βαϊμάρη, με το μυαλό του βυθισμένο στην τρέλα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Τι ρόλο έπαιξαν, άραγε, οι γυναίκες στη ζωή ενός τέτοιου ανθρώπου και πώς σχετίστηκαν με τον κόσμο των ιδεών του, που θέλησε να γκρεμίσει όλα τα παλιά είδωλα, βάζοντας στη θέση τους έναν μονίμως ανυπότακτο στοχασμό;

Το βιβλίο του Mario Leis «Ο Νίτσε και οι γυναίκες της εποχής του», το οποίο κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό σε μετάφραση Ηλία Κρίππα από τις εκδόσεις Μελάνι, αποτελεί μια συναρπαστική περιήγηση στον βίο και την πολιτεία του Νίτσε τόσο στα χρόνια της διανοητικής του ακμής όσο και στην κατοπινή περίοδο της φθοράς και της σύγχυσης, που σημάδεψε ανέκκλητα την προσωπικότητά του.

Το στιβαρό και ανεξάρτητο πνεύμα με το οποίο πορεύτηκε ο Νίτσε στη φιλοσοφία του δεν έδωσε ποτέ το «παρών» και στις ερωτικές του περιπέτειες, όπου κυριάρχησαν ο δισταγμός, ο φόβος και η αδεξιότητα. Όποτε προσπάθησε ο Νίτσε να αποκτήσει έναν ερωτικό δεσμό, απογοητεύτηκε και απέτυχε οικτρά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η Κοζίμα Βάγκνερ, που εγκατέλειψε τον πρώτο της άνδρα για να αφοσιωθεί με πάθος στον μεγάλο μουσουργό του Μπαϊρόιτ, μπορεί να τον κολάκεψε και να τον ενθάρρυνε στην αρχή, προκειμένου να στρέψει την προσοχή του στην τέχνη του αγαπημένου της, δεν άργησε, ωστόσο, όχι μόνο να τον αφήσει στα κρύα του λουτρού, αλλά και να τον διαβάλει κατά τον χειρότερο δυνατό τρόπο ως προς τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Η Λου Άντρεας-Σαλομέ, πάλι, που έγινε διάσημη για τις θρησκειολογικές έρευνες και τα ψυχαναλυτικά της μυθιστορήματα, βρέθηκε στα νιάτα της για ένα διάστημα κοντά του και ένιωσε σίγουρα να την προσελκύει η πνευματική του ρώμη, αλλά τον εγκατέλειψε με τη σειρά της στην τύχη του.

Το σοβαρότερο, πάντως, πρόβλημα για τον Νίτσε ήταν, εκτός από τους αποτυχημένους έρωτες και τις αισθηματικές του διαψεύσεις, οι γυναίκες της οικογένειάς του: η μάνα και η αδελφή του. Η Φραντσίσκα, που έχασε πολύ νωρίς τον σύζυγό της (ο πατέρας του Νίτσε ήταν πάστορας και πέθανε στα 35 του), ανέθρεψε τον γιο της σε ένα άκρως ηθικολογικό και καθηκοντολογικό περιβάλλον και τον σφράγισε διά βίου με τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις της, φροντίζοντας, όταν σκοτείνιασε ο νους του, να παρεμποδίσει συστηματικά και τη θεραπεία του.

Η Ελίζαμπεθ Φέρστερ, από την άλλη μεριά, κατόρθωσε να του προσφέρει τις χείριστες υπηρεσίες ως αδελφή: όχι μόνο τον μετέτρεψε σε μουσειακό έκθεμα όσο ήταν εν ζωή, εκμεταλλευόμενη τη διασημότητά του, αλλά έσπευσε να τον καταστρέψει και μετά θάνατον, παραμορφώνοντας τα ανέκδοτα γραπτά του και παρουσιάζοντάς τον στους ναζί ως τον φιλόσοφο ο οποίος μπορούσε να προσφέρει στο εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς τον θεμέλιο λίθο της ιδεολογίας του.

Τα πιο δυνατά σημεία του βιβλίου του Leis είναι οπωσδήποτε δύο: οι σελίδες για την τραυματική σχέση του Νίτσε με το ζεύγος Βάγκνερ και το κεφάλαιο για τον αδιέξοδο δεσμό του με τη Λου Άντρεας-Σαλομέ. Τρία πορτρέτα, που μαζί με τη μητέρα και την αδελφή του, αποδείχθηκαν τα οδυνηρότερα πρόσωπα της ύπαρξής του.

Επιμέλεια: Φλώρα Πέτση

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης